Είναι στη διακριτική ευχέρεια καθενός να επιλέξει πόσο ψηλά, ή πόσο χαμηλά βάζει τον πήχη. Προσωπικά, όταν βλέπω εθνική ομάδα, έχω στον νου μου «την επίσημη αγαπημένη», σκέφτομαι πως είναι ένα σύνολο που πρέπει να αντιπροσωπεύει το σήμερα, το χθες, αλλά κυρίως το αύριο του ελληνικού μπάσκετ.
Αν εσείς βολεύεστε με το ότι η εθνική νίκησε (με τρελά σουτ και εκτός λογικής ανατροπή) τη μισή Βουλγαρία, κανονίστε μέσω των social media να βγείτε στα μπαλκόνια και να χειροκροτήσετε. Δεν θα πάρω, γιατί στα δικά μου μάτια η εικόνα ήταν αποκαρδιωτική. Ένας προπονητής δίχως μοντέρνες ιδέες, που αναρωτιέται ακόμα γιατί να υπάρχει πίεση, λες και είναι συνηθισμένο φαινόμενο να χάνουμε από τη Λετονία και να τρομάζουμε να νικήσουμε στην παράταση τη Βουλγαρία και παίκτες ετερόκλητοι, που πέρα από το πάθος και τη διάθεση, έδειξαν εντελώς ασύνδετοι.
Θα ήταν τελείως διαφορετικά τα πράγματα αν βλέπαμε κάποιες σκηνές από τα προσεχώς, αν στη δωδεκάδα υπήρχαν (όπως ο Λούντζης ή ο Φλιώνης), νεαροί παίκτες όπως ο Ρογκαβόπουλος, ο Μαντζούκας, ή ο Χουγκάζ.
Θα ήταν τελείως διαφορετικά τα πράγματα αν ο Γιώργος Βασιλακόπουλος είχε πείσει τον Παναθηναϊκό να αφήσει τουλάχιστον τον Καλαϊτζάκη, ώστε να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα από το «αύριο» του ελληνικού μπάσκετ. Και το γράφω αυτό γιατί ο πρόεδρος της ΕΟΚ ήταν υπέρμαχος της λογικής των παραθύρων, έχοντας παλιότερα τη συνδρομή των «πράσινων».
Κανείς δεν έχει υποχρέωση νίκης και δη άνετης, όμως αυτή η εικόνα δεν μπορεί και κυρίως δεν πρέπει να είναι αντιπροσωπευτική του ελληνικού μπάσκετ. Κι είναι ακόμα πιο αποκαρδιωτικό το να λέει ο Θανάσης Σκουρτόπουλος ότι «… γνωρίζαμε εξ αρχής πως θα ήταν δύσκολο, γιατί είχαμε και απουσίες. Πέρα από τους παίκτες της Ευρωλίγκας, είχαμε και τέσσερις απουσίες τις τελευταίες μέρες», όταν η Βουλγαρία (όχι η Ισπανία, ή οι ΗΠΑ) έπαιζε δίχως πέντε παίκτες (μεταξύ αυτών κι ο Σάσα Βεζένκοφ).
Δεν μπορεί όσο οι Βούλγαροι ήταν μπροστά στο σκορ να ακούμε δικαιολογίες του τύπου «λείπουν παίκτες», «ήταν λίγες οι μέρες για να δέσει η ομάδα» κι επειδή μπήκαν τα σουτ του Αθηναίου να μιλάμε για «14-2 στα προκριματικά» και «μια πολύ πετυχημένη ομάδα, από την αρχή των παραθύρων μέχρι τώρα». Αν αυτή η ομάδα είναι πετυχημένη, τότε οι παίκτες της… Σαϊτάμα πρέπει να δώσουν τα ονόματά τους σε κεντρικές πλατείες πόλεων, να γίνουν αγάλματα, να πάρουν ισόβια σύνταξη και βαθμό αντιστράτηγου.
Ο, κατά τα άλλα έμπειρος προπονητής, μου θυμίζει νεόκοπους καλλιτέχνες, συμμετέχοντες σε talent show, που λένε «ευχαριστώ το κοινό μου», πριν ακόμα κυκλοφορήσουν το πρώτο τους τραγούδι. Εκείνοι έχουν το ελαφρυντικό της νεαρής ηλικίας και της απότομης έκθεσης στα φώτα της δημοσιότητας, ο κ. Σκουρτόπουλος κανένα.
Εν κατακλείδι πρέπει να συμφωνήσουμε πώς οριοθετούμε την επιτυχία, πόσο ψηλά έχουμε στη συνείδησή μας την «επίσημη αγαπημένη», αν εντέλει αυτά τα «παράθυρα» κάνουν καλό ή καταστρέφουν τις Εθνικές. Δεν μπορεί ό,τι κάνει η ΦΙΜΠΑ να το θεωρούμε απριόρι θετικό, όταν στην πράξη αποδεικνύεται κόλαφος. Όπως δεν μπορεί από τη μια να λέμε «μπράβο» για την καλή εμφάνιση ή τη νίκη κι όταν χάνει ή έχει κακή εικόνα η Εθνική να λέμε «είναι φιλότιμα τα παλικάρια».
Αντί επιλόγου: Όσοι θεωρείτε ότι το να αγαπάς την Εθνική σημαίνει αυτόματα ότι πρέπει να αφαιρέσεις κάθε ιχνοστοιχείο κριτικής, ξαναδείτε το.