Και μετά από τέτοια φιέστα, που όμοιά της δεν έζησε ποτέ άλλος προπονητής, πώς να τολμήσεις να γράψεις; Ειδικά όσο διαρκεί το δικαιολογημένο “μεθύσι” των οπαδών του Παναθηναϊκού, που ήταν και εκείνοι ευλογημένοι, που έζησαν τον επί 13 χρόνια “βασιλιά” τους, τον Ζέλικο Ομπράντοβιτς, να οδηγεί την ομάδα τους σε θριάμβους.
Όμως, με διθυραμβικά σχόλια γέμισε το Διαδίκτυο, ο ηλεκτρονικός και έντυπος Τύπος. Και λογικό ήταν. Η επική πορεία του κορυφαίου Ευρωπαίου προπονητή στηρίχθηκε, ωστόσο, σε συντονισμένες ενέργειες. Ερχόμενος στην Ελλάδα ο “Ζοτς” ήταν ισχυρός. Στην Ελλάδα έγινε πανίσχυρος. Διότι ο “Ζοτς” στις ελάχιστες στιγμές αδυναμίας του ιδίου και του Παναθηναϊκού βρέθηκε στο (περίπου) απυρόβλητο.
Οι ημέρες του ενεργού Ομπράντοβιτς στην Ελλάδα έμοιαζαν “αυτοκρατορικές” μπρος στις ημέρες του (Τιτοϊκού) Ντούσαν Μπάγεβιτς, του πρώτου προπονητή-σταρ, που “κατάφερε” να αναγάγει το “Σέρβος” (έστω βοσνιακής καταγωγής) σε “επάγγελμα” στην Ελλάδα, κλείνοντας τα αποδυτήρια και δημιουργώντας κλίμα… δέους έξω απ’ αυτά.
Μόνο που ο “Ζοτς» διαχειρίστηκε με αξιοσύνη και σύνεση την αδιαμφισβήτητη αξία του. Ευνοήθηκε, βεβαίως, κι από τη συγκυρία, καθώς η οικογένεια Γιαννακόπουλου, όπως απεδείχθη και χθες, λάτρεψε παθολογικά τον Παναθηναϊκό και έμεινε εκεί να τον στηρίζει. Να στηρίζει τον Παναθηναϊκό, δηλαδή.
Οι Δημήτρης Μελισσανίδης – Γιάννης Καρράς, και κυρίως ο πρώτος δεν έμεινε επί μακρόν στην ΑΕΚ για να έχει έδαφος να δράσει ο Μπάγεβιτς, την στιγμή που φιλοτεχνούσε το δικό του “οπαδικό” προφίλ. Διόλου τυχαίο, νομοτελειακό ήταν, που ο Μελισσανίδης τον έφερε το περασμένο καλοκαίρι μαζί του, όχι πάνω σε… άσπρο άλογο, όπως φημολογείτο, αλλά πάντως αναβαθμισμένο, κατά τη μεγάλη επιστροφή του, στην κοινή τους αγάπη, την ΑΕΚ.
Με τον Μπάγεβιτς να δίνει τη δική του μάχη, προκειμένου να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, κυρίως απέναντι στις γενιές που αρχικά τον λάτρεψαν, σχεδόν τον θεοποίησαν, και κατόπιν τον μίσησαν.
Ο Ομπράντοβιτς “είχε αποκηρύξει” από νωρίς τον ιδεολογικό αντίπαλο των “πρασίνων” και άφησε το ΟΑΚΑ μόνο για το εξωτερικό. Ο Μπάγεβιτς υπέπεσε στο (συναισθηματικό) λάθος της καριέρας του (ΚΑΙ κατά δική του δήλωση), κάνοντας ακριβώς το αντίθετο, γεγονός που πλήγωσε μεγάλη μερίδα των φίλων της ΑΕΚ.
Και ο “Ντούσκο” στη Νέα Φιλαδέλφεια ζούσε ανεπανάληπτες για τα ποδοσφαιρικά δεδομένα στιγμές, που όμοιές του για οκτώ χρόνια, δεν είχε ξαναζήσει άλλος στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ήταν -είναι- ο κορυφαίος προπονητής όλων των εποχών εντός των συνόρων. Ήταν τότε η εποχή, που τον αμφισβήτησε σε δημοφιλία μόνον ο Γιάννης Ιωαννίδης στο μπάσκετ του Ολυμπιακού. Όταν και ακούστηκε το σύνθημα “ποτέ μην έλθει η στιγμή να αφήσεις το λιμάνι, θα σε αγαπάμε μια ζωή Ιωαννίδη Γιάννη“.
Ο Ομπράντοβιτς, που συγκίνησε το πανελλήνιο χθες (ερχόμενος ως τεχνικός της Φενερμπαχτσέ), “πάρα, πάρα, πάρα πολύ“, ιδίως όταν ευχαρίστησε σε άπταιστα ελληνικά τους οπαδούς του Παναθηναϊκού. Και συγκίνησε και μας. Που δεν τον “βιώσαμε” από πολύ κοντά, όπως άλλοι τυχεροί συνάδελφοι.
Όμως, πώς να αντέξεις σε τέτοιο μεγαλείο προπονητή-ανθρώπου; Πολύ φοβούμαστε, δε, ότι το “καλούπι” αυτό θα σπάσει, όταν ο ίδιος ο Σέρβος τεχνικός αποφασίσει να βάλει τέλος στην πλούσια καριέρα του και θα καταγραφεί στην ιστορία του ευρωπαϊκού και ελληνικού μπάσκετ ως κάτι το μοναδικό.
Τόσο εμείς, όσο και ο Γιώργος Κογκαλίδης, είχαμε ψέξει κατά κόρον τον “Ζοτς” επειδή ουδέποτε μίλησε δημόσια την γλώσσα της χώρας, που τον στήριξε όσο καμία, παρότι τη γνώριζε (τη γλώσσα). Διότι ο “Ζοτς” πέτυχε την καθολική αναγνώριση, κι αυτό συνιστά ακόμη ένα συστατικό του χαρακτήρα του.
Ο “Ζοτς” δεν πρόδωσε τον λαό του και εκείνος απλόχερα του το ανταπέδωσε χθες, και κατάφερε να τον λυγίσει. Ο μέχρι πρότινος σιδερένιος “Ζοτς” βούρκωσε. Και φανέρωσε μια πτυχή του χαρακτήρα του, που έκανε και τον τελευταίο διστακτικό να του βγάλει το καπέλο.
Ο ταλαντούχος και ευφυής Ομπράντοβιτς συνιστά την κορυφαία μορφή του ελληνικού αθλητισμού, στη “μετά Νίκου Γκάλη” εποχή. Και… μεταξύ μας, είμαστε κατά βάθος υπερήφανοι, που το άθλημα που αγαπάμε, χάρη στον “άρχοντα των δαχτυλιδιών“, μονοπωλεί τις τελευταίες ώρες τα δελτία Ειδήσεων…
Υ.Γ.: Κι όπως γράφει κι ο Κογκαλίδης: Μια χαρά ταιριάζουν ο “Ζοτς” με τον Φράγκι. Διαφωνείτε;