Περαστικός είμαι. Είδα φως και μπήκα. Δεν έχω σχέση με τον χώρο. Έχω μόνιμη σχέση με το μπάσκετ, 35 χρόνια τώρα. Από τότε που -τόσο δα μικρό παιδάκι- έπιασα την πορτοκαλί μπάλα. Έρωτας με την πρώτη ματιά που λένε.
Κάθε φορά που η μπάλα κάνει αυτόν τον υπέροχο ήχο, σαν μπαίνει στο καλάθι και έρχεται σε επαφή με το διχτάκι, νιώθω την ίδια χαρά. Δεν πα να είμαι μόνος μου στα τσιμέντα και να βαρώ βολές. Δεν πα να παίζω στο τελευταίο σουτ το πρωτάθλημα. Αυτή είναι η δικιά μου… μελωδία της ευτυχίας.
Έχω πρόβλημα με τους άμπαλους, τους “έχω άποψη για όλα“, τους στημένους, τους μονίμως καχύποπτους και τους χουλιγκάνους. Με χαλάνε. Με αηδιάζουν. Δεν έχουν θέση στον κόσμο μας.
Είμαι γαύρος. Αλλά έχω βρεθεί να χειροκροτώ για τον Παναθηναϊκό. Και μάλιστα στο Βερολίνο, αφού πρώτα -σε ένα από τα καλύτερα ματς που έχω δει δια ζώσης- είχε αφήσει εκτός τον Ολυμπιακό.
Έχω πάει πολλές φορές στο ΟΑΚΑ. Απλά γιατί γούσταρα να βλέπω τις ομάδες του Ομπράντοβιτς. Και τον Διαμαντίδη, που τον θεωρώ τον πιο ολοκληρωμένο Έλληνα παίκτουρα όλων των εποχών – ο Γκάλης είναι ένας και θα είναι για πάντα μόνος του στην κορυφή.
Πήγα και στο αποχαιρετιστήριο του Αλβέρτη. Γιατί ό,τι και να λέγαμε τόσα χρόνια, στο τέλος ο καθένας κάνει ταμείο. Και το δικό του ήταν γεμάτο.
Έκλαψα όταν ο γαύρος το πήρε στην Πόλη. Περιέργως δεν είχα κλάψει στη Ρώμη. Ξανάκλαψα στο Λονδίνο, αλλά για τους δικούς μου λόγους. #kati_dika_mou που γράφουν και οι μυημένοι στο “βαθύ” Twitter.
Και θα μου πεις “και τί με νοιάζει εμένα πότε κλαις εσύ;“. Και θα ‘χεις και δίκιο, Γιώργο μου. Αλλά κάπως πρέπει να συστηθώ κι εγώ. Να ξέρεις με ποιον έχεις να κάνεις. Αυτά για την ώρα, γιατί ξέρεις – και αν δεν ξέρεις να στο πω εγώ:
Τα κείμενα στο ιντερνέτι πρέπει να είναι το δυνατόν μικρότερα και γρήγορα. Να έχουν νεύρο. Γιατί ο άλλος σε διαβάζει πια από μικρές οθόνες. Στο πόδι. Και δεν θέλει να του τρως την ώρα. Και αν έχει απορία για κάτι θα το googlάρει.
Επιστρέφω, ρίψατε σημείωμα, ή αλλιώς αφήστε comment (στο facebook, γιατί εδώ είναι “κομμένα” εκ της διοικήσεως).