Από το ΝΒΑ στην Ευρωλίγκα, ανάλυση για τη μονομαχία Φουρνιέ και Οσμάν
Είναι γεγονός πως τόσο ο Παναθηναϊκός όσο και ο Ολυμπιακός έχουν δημιουργήσει δύο υπερπλούσια ρόστερ ενόψει της σεζόν που έρχεται. Δύο ρόστερ τα οποία πραγματικά τρομάζουν και μόνο στην όψη τους και που σίγουρα κάθε ομάδα της Ευρωλίγκα θα ζήλευε να έχει στις δικές της τάξεις. Άλλωστε, δεν είναι υπερβολή να πούμε πως ίσως για πρώτη φορά στην ιστορία του θεσμού, η εκκίνηση βρίσκει τις δύο ελληνικές ομάδες μέσα στα πρώτα φαβορί για την κατάκτηση της κούπας, πάντα βέβαια σε θεωρητικό επίπεδο.
Οι δύο αιώνιοι: Οδηγοί της μεταγραφικής κούρσας
Από τη μία πλευρά, ο Ολυμπιακός, ύστερα από την απώλεια της Ευρωλίγκα και του τίτλου του πρωταθλητή Ελλάδος, επέλεξε να ενεργήσει αποφασιστικά στο φετινό θερινό μεταγραφικό παζάρι. Ξεκινώντας τις προσθετικές κινήσεις στο έμψυχο δυναμικό του από τις αρχές του 2024, ο πειραιώτικος σύλλογος έδωσε άμεσα τα χέρια για τη σεζόν 2024/25 με τον Κίναν Έβανς, που μέχρι πρότινος αγωνιζόταν για λογαριασμό της Ζαλγκίρις Κάουνας. Παρά τον τραυματισμό του, που θα τον κρατήσει εκτός παρκέ έως και τον Ιανουάριο του 2025, η λογική και το σκεπτικό γύρω από την απόκτηση του Αμερικανού γκαρντ είναι άκρως ορθολογική, μιας και μιλάμε για έναν σύγχρονο combo guard, που ξέρει να εκτελεί μέσα από ατομικές ενέργειες και να δημιουργεί ευνοϊκές καταστάσεις για τους συμπαίκτες του σε ελίτ επίπεδο.
Παράλληλα, ήρθαν οι υπογραφές των Βιλντόζα και Ντόρσεϊ, ενώ αποχώρησαν οι Μπραζντέικις, Λούντζης, Πάπας, Αμπόσι και Σίκμα.
Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε και την τεράστια επιστροφή της φετινής σεζόν. Οι αδερφοί Αγγελόπουλοι έκαναν την οικονομική υπέρβαση και έπεισαν τον MVP της Ευρωλίγκα τη σεζόν 2022/23, Σάσα Βεζένκοφ, να γυρίσει σε γνώριμα λημέρια. Ο Βούλγαρος φόργουορντ, με ελληνοκυπριακές ρίζες, έκανε την επιλογή να ενταχθεί εκ νέου στους ερυθρολεύκους για ένα και μόνο σκοπό. Να κατακτήσει το τρόπαιο της Ευρωλίγκα και εκείνος να αποτελέσει έναν εκ των πρωταγωνιστών αυτής της προσπάθειας.
Ωστόσο, το κερασάκι στην τούρτα ήταν η απόκτηση του διεθνούς Γάλλου σούπερ σταρ με την εθνική ομάδα της χώρας του, Εβάν Φουρνιέ.
Στην αντίπερα όχθη, ο Παναθηναϊκός του Εργκίν Αταμάν, έχοντας την ηρεμία και την ασφάλεια της περσινής επιτυχίας σε Ελλάδα και Ευρώπη, λειτούργησε περισσότερο με τη λογική του να αναβαθμιστεί σε θέσεις που είχε εμφανή κενά στο ρόστερ του παρά να δομήσει μία καινούρια ομάδα.
Διατήρησε ανέπαφο τον βασικό κορμό του ρόστερ, δίνοντας μόνο μερικές ενέσεις ποιότητας στο ήδη λαμπρό υλικό που είχε να διαχειριστεί ο Τούρκος τεχνικός.
Λορέντζο Μπράουν αντί του Λούκα Βιλντόζα στην περιφέρεια, Ομέρ Γιουρτσεβέν αντί του Μπαλτσερόφσκι στη ρακέτα και το μπαμ του καλοκαιριού για τους πράσινους, που ακούει στο όνομα Τσέντι Οσμάν. Ο Τούρκος σμολ φόργουορντ έρχεται στον Παναθηναϊκό ΑΚΤΩΡ για να δώσει στο Τριφύλλι το κάτι παραπάνω που θα εκτοξεύσει την ομάδα.
Ουσιαστικά, ο Παναθηναϊκός, βλέποντας τους ανταγωνιστές του να βελτιώνονται επικίνδυνα, και ειδικά ο Ολυμπιακός που είναι ο άμεσος αντίπαλος του σε όλες τις διοργανώσεις, έφερε στην Αθήνα τον Οσμάν για να καλύψει ένα ενδεχόμενο χαμένο έδαφος στη μάχη του ταλέντου με τους υπόλοιπους.
Φουρνιέ και Οσμάν: Κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια
Μπορεί οι προπονητές των δύο αιωνίων να είναι σε θέση αυτή τη σεζόν να υπολογίζουν σε μία ντουζίνα από εξαιρετικούς αθλητές έκαστος, όμως η αλήθεια είναι πως οι δύο πιο πρόσφατες μεταγραφικές προσθήκες που πραγματοποίησαν έχουν τραβήξει όλα τα βλέμματα πάνω τους. Φουρνιέ και Οσμάν έχουν κατακλύσει την ευρωπαϊκή μπασκετική επικαιρότητα τις τελευταίες ημέρες, δημιουργώντας απίστευτο ντόρο σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γηραιάς Ηπείρου.
Πρόκειται για δύο μπασκετμπολίστες επιπέδου ΝΒΑ, που κατηφορίζουν στην Ευρωλίγκα με απώτερο στόχο να αποτελέσουν την κορυφαία απειλή για τους αντιπάλους τους. Άλλωστε, το γεγονός πως και οι δύο έχουν διαγράψει μία πολυετή θητεία στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, καθώς επίσης και οι προτάσεις που απέρριψαν για να συνεχίσουν την καριέρα τους εκεί συνθέτουν δύο στοιχεία που αποκαλύπτουν και αποδεικνύουν την απήχηση τους σε παγκόσμια κλίμακα.
Ας δούμε, όμως, αναλυτικά, τα διαχρονικά πεπραγμένα του καθενός από τα δύο νέα αυτά κοσμήματα της Ευρωλίγκα στο μαγικό κόσμο του ΝΒΑ:
Εβάν Φουρνιέ
Αρχίζουμε από τον πρώτο χρονικά που ανακοινώθηκε, που δεν είναι άλλος από τον Εβάν Φουρνιέ. Ο Γάλλος σούπερ σταρ, που έλαμψε και στους φετινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού με τη φανέλα των “Τρικολόρ”, κατακτώντας το ασημένιο μετάλλιο, θεωρείται ως ένας εκ των πιο φτασμένων παικτών που θα αγωνίζονται από εδώ και στο εξής στην Ευρωλίγκα. Απουσιάζοντας από την Ευρώπη για λογαριασμό του ΝΒΑ τα τελευταία 12 έτη, αυτό από μόνο του λέει πολλά. Η κλάση του στον τομέα του σκοραρίσματος, ιδίως από την περιφέρεια, καθώς και το πείσμα του να μένει σε άρτια φυσική κατάσταση παρά το πέρασμα των ετών, τον βοήθησαν να έχει μία σταθερή και συνεπή παρουσία στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου.
Ο Εβάν Φουρνιέ σημείωσε τα πρώτα του επαγγελματικά βήματα στο άθλημα το 2009, όταν και υπέγραψε συμβόλαιο με τη Ναντέρ της Β’ Εθνικής της Γαλλίας. Το ταλέντο και οι προοπτικές βελτίωσης του τον οδήγησαν ένα χρόνο αργότερα στην Πουατιέ Μπάσκετ, η οποία του προσέφερε συμφωνία για δύο σεζόν. Ο Γάλλος σούτινγκ γκαρντ, από τα μικράτα του, ξεχώριζε για την ευστοχία του από την περιφέρεια, αλλά και για την ταχύτητα του.
Έτσι, το 2012 πήρε το βάπτισμα του πυρός στη λίγκα των καλύτερων, αφού επιλέχθηκε από τους Ντένβερ Νάγκετς ως το νούμερο 20 του τότε draft. Την πρώτη του χρονιά αναλώθηκε μεταξύ της πρώτης ομάδας και του Summer League, συμμετέχοντας σε 29 αγώνες στην κανονική διάρκεια του ΝΒΑ. Σε αυτό το διάστημα, μέτρησε συνολικά 5.3 πόντους και 1.2 ασίστ, στατιστικά ικανοποιητικά για έναν αθλητή σε rookie σεζόν. Ο Φουρνιέ, καθώς οι Νάγκετς προκρίθηκαν στα Play-off, αγωνίστηκε και σε 4 αναμετρήσεις σε αυτή τη διαδικασία, σκοράροντας κατά μέσο όρο 4.8 πόντους και δίνοντας 1 ασίστ.
Την επόμενη χρονιά κατάφερε να ανεβάσει την απόδοση του και να εξελίξει το παιχνίδι του στο Ντένβερ. Έτσι, στη διάρκεια της σεζόν 2013/14, έφτασε τους 8.4 πόντους κατά μέσο όρο, τα 2.7 ριμπάουντ και τις 1.5 ασίστ.
Οι επιδόσεις του στους Νάγκετς ανάγκασαν τους Ορλάντο Μάτζικ να κινηθούν για την απόκτηση του το καλοκαίρι του 2014. Ο Φουρνιέ πήγε με ανταλλαγή στο Ορλάντο, μιας και το ανάποδο δρομολόγιο έκανε Άαρον Αλφάλο. Η κίνηση αυτή σηματοδότησε την έναρξη της παραγωγικότερης εξεατίας της καριέρας του εν λόγω αθλητή στο ΝΒΑ.
Ο Εβάν Φουρνιέ πραγματικά έφτασε στο απόγειο των δυνατοτήτων του στην ομάδα των Μάτζικ, όντας εκ των ηγετών του ρόστερ το διάστημα 2014-2020. Πρακτικά, μέσω αυτής της ομάδας έφτιαξε το όνομα του ο Φουρνιέ στο ΝΒΑ, αποδεικνύοντας πως είναι μεταξύ των κορυφαίων σκόρερ στη λίγκα εκείνο το χρονικό διάστημα. Και στις έξι σεζόν που φόρεσε τη γαλαζόασπρη φανέλα των Ορλάντο Μάτζικ είχε διψήφιο αριθμό πόντων κατά μέσο όρο, έχοντας προοδευτική αύξηση των στατιστικών του χρόνια με χρόνια.
Ενδεικτικά, η κορυφαία του σεζόν με τους Μάτζικ ήταν η τελευταία του (2019-20), στην οποία μέτρησε 18.5 πόντους, 2.6 ριμπάουντ και 3.2 ασίστ. Με εκείνον μπροστάρη, ο σύλλογος του Ορλάντο πήγε στα Play-off του ΝΒΑ, σε εκείνη τη φούσκα του κορονοϊού, αγωνιζόμενος σε πέντε αναμετρήσεις. Στην πρώτη φάση των Play-off, οι Μπακς πέρασαν δύσκολα τους Μάτζικ με σκορ 3-2. Σε αυτούς τους αγώνες, ο Φουρνιέ είχε 12.8 πόντους, 4 ριμπάουντ και 2.6 ασίστ κατά μέσο όρο, επαληθεύοντας την άποψη πως μέχρι εκείνο το σημείο αποτελούσε τη βασικότερη απειλή από πλευράς Ορλάντο.
Η θετική του πορεία στο ΝΒΑ συνεχίστηκε και τις επόμενες δύο σεζόν, στις οποίες έπαιξε κατά σειρά για λογαριασμό των Μπόστον Σέλτικς (2020-21) και Νιου Γιορκ Νικς (2021-22). Στο Τριφύλλι των ΗΠΑ σημείωσε κατά μέσο όρο 13 πόντους, ενώ στο σύλλογο της Νέας Υόρκης έφτασε τους 14.1 πόντους ανά αγώνα.
Τα στατιστικά και τα ποσοστά του μέχρι και το 2022 τον διατηρούσαν ανάμεσα στους παίκτες που θεωρούνταν ελίτ στο ΝΒΑ. Ο Φουρνιέ από την αρχή της θητείας του στους Μάτζικ μέχρι το τέλος της πρώτης του σεζόν στους Νικς ήταν πραγματικά ένας εκ γενετής σκόρερ, που χαιρόντουσαν όλοι οι μπασκετόφιλοι να τον παρακολουθούν. Ωστόσο, τις δύο τελευταίες σεζόν στις ΗΠΑ η καριέρα του πήρε την κατιούσα.
Ορισμένοι τραυματισμοί που υπέστη στη διάρκεια της χρονιάς 2022-23 τον κράτησαν εκτός προπονήσεων για αρκετό διάστημα, με αποτέλεσμα να χάσει τον ρυθμό του και την επαφή του με το καλάθι. Η έλλειψη δράσης και η στασιμότητα του τον ανάγκασαν μοιραία να χάσει τη θέση του στο ροτέισον των Νικς, γεγονός που σταδιακά επίδρασε στο να μειωθούν και τα λεπτά της συμμετοχής του. Αν αυτό το δούμε με αριθμούς, θα παρατηρήσουμε πως από τα 80 ματς που είχε στην παρθενική του σεζόν με τους Νικς, την επόμενη έπεσε στα 27, μετρώντας σε αυτά 6.1 πόντους κατά μέσο όρο, 1.8 ριμπάουντ και 1.3 ασίστ. Στατιστικά πολύ μακριά από αυτά που τον είχαμε συνηθίσει.
Η ίδια συνθήκη συνεχίστηκε και την προηγούμενη χρονιά για τον Φουρνιέ στο ΝΒΑ, όπου εκπροσώπησε τους Ντιτρόιτ Πίστονς. Ο Γάλλος σούπερ σταρ δεν πάτησε φρένο στην καθοδική του πορεία, σημειώνοντας σε 32 αγώνες 6.9 πόντους, 1.8 ριμπάουντ και 1.5 ασίστ.
Βέβαια, οι εμφανίσεις του με τη Γαλλία στο Παρίσι στους Ολυμπιακούς Αγώνες μόνο αισιόδοξα μπορούν να ηχήσουν στα αυτιά των φίλων του Ολυμπιακού, οι οποίοι περιμένουν να δουν στην Ευρώπη με τη φανέλα του “δαφνοστεφανομένου εφήβου” έναν κλασικό και χαρισματικό σκόρερ.
Τσέντι Οσμάν
Ας περάσουμε τώρα στον διεθνή με την Εθνική Τουρκίας σμολ φόργουορντ του Παναθηναϊκού, Τσέντι Οσμάν. Ο 29χρονος μπασκετμπολίστας επιστρέφει στην Ευρωλίγκα μετά από επτά ποιοτικά χρόνια στο ΝΒΑ, στα οποία εκτόξευσε το παιχνίδι του από όλες τις απόψεις. Βελτίωσε το περιφερειακό του σουτ, δυνάμωσε το κορμί του, έγινε αθλητικός μέσα στη ρακέτα και σκλήρυνε στην άμυνα. Έτσι, όντας πλέον ένα ολοκληρωμένο προϊόν ως αθλητής, αλλά και σε μία ηλικία παραγωγική και γεμάτη κίνητρο, εμφανίζεται έτοιμος να πρωταγωνιστήσει με το τριφύλλι στο στήθος.
Ο Οσμάν ξεκίνησε την καριέρα του από τα φυτώρια της ΚΚ Μπόσνα, πριν τον ανακαλύψει και τον εντάξει στο δυναμικό της η Αναντολού Εφές το 2007. Ουσιαστικά, η Εφές αποτέλεσε το μπασκετικό σχολείο για τον Τσέντι, ο οποίος έμεινε στον τουρκικό σύλλογο μέχρι το 2017. Στην αρχή ενσωματώθηκε στα τσικό της Αναντολού, παίζοντας για τις ομάδες Νέων. Τη σεζόν 2011-12 δόθηκε δανεικός στην Περτεβνιγιάλ της δεύτερης κατηγορίας της Τουρκίας, πριν υπογράψει το 2012 επαγγελματικό συμβόλαιο με την πρώτη ομάδα της Εφές. Από εκείνο το χρονικό σημείο και για τα επόμενα πέντε έτη, ο Οσμάν έγινε ενεργό μέλος του ρόστερ των Τούρκων, μέχρι που κατάφερε να γίνει σημείο αναφοράς και σε επίπεδο Ευρωλίγκα.
Το 2017, λοιπόν, όταν και είχε ήδη μεταμορφωθεί σε έναν τρομερό παίκτη για το ευρωπαϊκό στερέωμα, αποφάσισε να κάνει το επόμενο βήμα για το ΝΒΑ. Στο μεσοδιάστημα βέβαια, και πιο συγκεκριμένα το 2015, ο Οσμάν είχε επιλεγεί από τους Τίμπεργουλβς στο draft εκείνης της χρονιάς, οι οποίοι όμως το ίδιο βράδυ τον αντάλλαξαν με τους Κλίβελαντ Καβαλίερς για να πάρουν τον Τάιους Τζόουνς.
Έτσι, η καριέρα του στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού ξεκίνησε από τον σύλλογο του Κλίβελαντ πριν από επτά έτη.
Την πρώτη του σεζόν, όντας μόλις στα 22 του έτη, ο Οσμάν δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί στα δεδομένα και τον τρόπο παιχνιδιού του ΝΒΑ, με αποτέλεσμα να μείνει πίσω από άποψη ροτέισον και δυναμικής στο ρόστερ των Καβαλίερς. Παρ’ όλο που αγωνίστηκε σε 61 αγώνες συνολικά στην κανονική διάρκεια και είχε 11 λεπτά συμμετοχής, μέτρησε μόλις 3.9 πόντους και 2 ριμπάουντ, δείχνοντας πως χρειάζεται χρόνο για να βρει τον εαυτό του. Άλλωστε, το ζήτημα αυτό φάνηκε και στα Play-off για τον Οσμάν, καθώς δεν είχε την εμπιστοσύνη του προπονητή του. Πιο συγκεκριμένα, σε 14 αγώνες μεν, αλλά σε 4.4 λεπτά συμμετοχής δε σημείωσε μόλις 1 πόντο ανά ματς.
Όμως, ο Τούρκος σμολ φόργουορντ δεν το έβαλε κάτω, θέλοντας να αποδείξει πως δεν βρέθηκε κατά τύχη στο ΝΒΑ. Και αυτό έκανε, από την επόμενη κιόλας χρονιά.
Ο Οσμάν παρέμεινε στους Καβαλίερς για πέντε ακόμα σεζόν, στις οποίες κατόρθωσε να βρει βασικό ρόλο στα πλάνα του τεχνικού επιτελείου του συλλόγου. Η παρουσία του στο παρκέ αυξήθηκε, τα ποσοστά του βελτιώθηκαν και τα στατιστικά του ανέβηκαν κατακόρυφα. Πλέον, ήταν από τα βαριά χαρτιά της ομάδας από το Κλίβελαντ, οι οποίοι στήριξαν σε μεγάλο βαθμό το παιχνίδι τους πάνω του.
Ο μέσος όρος των πόντων του ανά έτος έφτασε σε διψήφια νούμερα, με την καλύτερη σεζόν του να πραγματοποιείται, όσο και αν ακούγεται παράδοξο, την αμέσως επόμενη μετά την παρθενική του στο ΝΒΑ! Αναλυτικότερα, τη χρονιά 2018/19 είχε 13 πόντους σε 32.2 λεπτά συμμετοχής, μαζεύοντας παράλληλα 4.7 ριμπάουντ και δίνοντας 2.6 ασίστ. Τα νούμερα του στα έτη που ήρθαν παρέμειναν σε αυτή την κλίμακα, με το κύρος του στη διοργάνωση συνεχώς να μεγαλώνει. Άλλωστε, δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως ο ΛεΜπρόν Τζέιμς τον έχει χαρακτηρίσει ως έναν από τους αγαπημένους του συμπαίκτες και τον συμπεριλαμβάνει μεταξύ των αθλητών που δουλεύουν πολύ σκληρά για τη βελτίωση τους. Γιατί ο Οσμάν, για να είμαστε ειλικρινείς, είναι προϊόν δουλειάς και όχι ταλέντου, κυρίως.
Ο Τσέντι παρέμεινε στο σύλλογο μέχρι και το 2023, όταν και μετακόμισε το περσινό καλοκαίρι στο Σαν Αντόνιο και τους Σπερς.
Στους “Πετεινούς” των ΗΠΑ, σε μία ομάδα που δεν είχε στόχο τα Play-off του ΝΒΑ, βρήκε τον χώρο και τον χρόνο για να ξεδιπλώσει τις ικανότητες του. Σκόραρε με συνέπεια, μάζευε ριμπάουντ, ήταν δυναμικός στην ανασταλτική του λειτουργία και διακρίθηκε για την ταχύτητα με την οποία έφευγε στον αιφνιδιασμό.
Αφήνοντας, συνεπώς, τους Σπερς για τον Παναθηναϊκό, ο Οσμάν επιστρέφει στην Ευρώπη για να πετύχει κάτι που σίγουρα θα ήθελε στη συλλογή του. Να κατακτήσει την Ευρωλίγκα.
Μεταξύ τους αγώνες
Κλείνοντας, να αναφέρουμε πως Φουρνιέ και Οσμάν έχουν αναμετρηθεί μεταξύ τους 13 φορές, με τον Γάλλο να βγαίνει νικητής στις 7 και τον Τούρκο σμολ φόργουορντ στις 6. Έχουν δώσει επικές μάχες ο ένας εναντίον του άλλου, με τον Φουρνιέ να έχει ευστοχήσει μπροστά στον Οσμάν, αλλά και τον δεύτερο να έχει μπλοκάρει στα ίσια τον 32χρονο Γάλλο γκαρντ.
Αναμένουμε, λοιπόν, παρόμοιες μάχες και στα δικά μας παρκέ!