Στην Ελλάδα σπάνια, αν όχι ποτέ, οι εξελίξεις (καλές ή κακές) στα ποδοσφαιρικά τμήματα επηρεάζουν τα μπασκετικά. Έχουμε συνηθίσει να είναι αυτόνομα, ενίοτε κι ανταγωνιστικά, κάποιες φορές να υπάρχει και υποβόσκουσα κόντρα. Στην Ευρώπη, και δη στα μεγάλα κλαμπ, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά, γι’ αυτό και οι δυο κορυφαίοι ισπανικοί σύλλογοι μπορεί να αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα, εξ αντανακλάσεως.
Είναι νωπό το παράδειγμα της Μπάγερν, η οποία άντλησε χρήματα από το πλεόνασμα του ποδοσφαιρικού τμήματος, προκειμένου να αναβαθμίσει κι εντέλει να απογειώσει το μπασκετικό κομμάτι. Στη Ρεάλ και στην Μπαρτσελόνα τα πράγματα είναι αντιστρόφως ανάλογα.
Η προσπάθεια των διοικήσεων να εγκαθιδρύσουν την ευρωπαϊκή σούπερ λίγκα στο ποδόσφαιρο, έγινε με αποκλειστικό σκοπό να ξεφύγουν τα κλαμπ (όχι μόνο αυτά τα δύο) από τα τεράστια οικονομικά προβλήματα. Τα χρέη πνίγουν τους δύο «αιώνιους» της Ισπανίας κι είναι αυτονόητο ότι θα επηρεάσουν όλα τα τμήματα, μηδέ εξαιρουμένου του μπασκετικού.
Είναι επίσης βέβαιο, ότι ακόμα κι αν ο Τζόρντι Μπερτομέου βρει τρόπους (για να κρατήσει τη θέση του) αύξησης των εσόδων, δεν πρόκειται να υπάρξει ισοζύγιο εξόδων – εσόδων, πάντα θα υπάρχει ανάγκη να μπαίνουν χρήματα από το ταμείο των ομάδων. Το ζήτημα είναι πόσα.
Για να παραμείνουν σε υψηλό επίπεδο, για να συνεχίσουν να «χτυπούν» παίκτες πρώτης γραμμής, πρέπει να συνεχίσουν να ξοδεύουν εκατομμύρια ευρώ.
Είσαστε σίγουροι ότι του χρόνου Ρεάλ και Μπάρτσα θα μπορούν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις, που οι ίδιοι δημιουργούν εξ ονόματος;
Είσαστε σίγουροι ότι θα διατηρήσουν τόσο ψηλά τα μπάτζετ, όσο φέτος, αλλά και τα προηγούμενα χρόνια; Είσαστε σίγουροι ότι το ΝΒΑ δεν θα αποτελεί ισχυρό αντίπαλο, αφού ολοένα και περισσότερο παίκτες αυτού του επιπέδου (Καμπάτσο, Ντεκ, Τζέιμς, κτλ.) αποτελούν στόχο για τους Αμερικανούς;
Γιατί τα γράφουμε όλα αυτά; Όχι γιατί αίφνης ανησυχήσαμε για το κατά πόσο θα έχουν χρήματα η Βασίλισσα κι οι «μπλαουγκράνα» από την Καταλονία, αλλά επειδή είναι πολύ πιθανό να γίνουν υπέρμαχοι ιδεών όπως το σάλαρι καπ, έτσι ώστε να μπορούν να δικαιολογήσουν την αδυναμία τους να συνεχίσουν να πληρώνουν ακριβά συμβόλαια.
Είναι δεδομένο πως η Ευρωλίγκα δεν γίνεται με ίσους όρους ανταγωνιστικότητας. Από μόνο του το γεγονός ότι υπάρχει διαφορετική φορολογία από χώρα σε χώρα, αρκεί για να το καταλάβει κανείς. Ένα δικαιότερο σύστημα, ο όποιος περιορισμός δαπανών για μεταγραφές, θα ευνοήσει τις ελληνικές ομάδες.
Βεβαίως, θα υπάρχει εκτός από τον κίνδυνο του ΝΒΑ κι ο κίνδυνος της Κίνας, όμως ζητούμενο είναι να υπάρξει ισορροπία στην Ευρωλίγκα, να μην γίνει πρωτάθλημα πλουσίων και φτωχών, που θα κινούνται σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Οι «φτωχοί» δεν μπορούν να επιβάλλουν ισότητα, οι «πλούσιοι» δεν θέλουν, οπότε ενδεχόμενη λύση μπορεί να είναι η αυτορρύθμιση της αγοράς, η οποία προκύπτει από το φιάσκο στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο.