Ο αστυνομικός της ομάδας «ΔΡΑΣΗ» είπε στην ανακρίτρια ότι δεχόταν χτυπήματα στο κεφάλι και ότι ήθελαν να πάρουν το όπλο του.
«Αισθάνθηκα κάποιον από πίσω μου να ορμάει επάνω μου, να με πιάνει από το λαιμό και ρίχνοντάς με κάτω να μου τραβάει το κράνος με το χέρι του ώστε να βγει. Το κράνος όντως βγήκε, παρόλο που ήταν ασφαλισμένο στο λαιμό μου.
Όσο βρισκόμουν στο έδαφος αισθάνθηκα αρχικά ένα λάκτισμα επάνω μου και στη συνέχεια ένα καταιγισμό χτυπημάτων από πλήθος ατόμων που όρμησαν επάνω μου, τα οποία στόχευαν κατευθείαν στο κεφάλι, φωνάζοντας «σκοτώστε τον, πάρτε του το όπλο, θα πεθάνεις κωλόμπατσε».
Προσπάθησα να προστατέψω το όπλο μου γιατί αισθανόμουν να το τραβάνε από τη θήκη μου. Προσπάθησα να προστατέψω όσο μπορούσα το σώμα μου και το κεφάλι μου με τα χέρια μου, καθώς ένιωθα ένα τεράστιο πλήθος να με χτυπάει. Πήραν κομμάτια από τον εξοπλισμό μου και συνειδητοποίησα μου έλειπαν γεμιστήρες.
Από τη στιγμή που ένα τόσο μεγάλο πλήθος κόσμου με χτυπούσε στο κεφάλι με σκοπό να με σκοτώσει δεν θα δίσταζε παίρνοντας το όπλο μου να με πυροβολήσει και κάποιος. Εκείνη τη στιγμή ένιωθα ότι τελειώνω, ότι φθάνει το τέλος μου, ότι το πλήθος δεν θα σταματήσει να με χτυπάει μέχρι να με δει να πεθαίνω.
Νιώθω ότι στα τελευταία δευτερόλεπτα που με χτυπούσαν έχασα τις αισθήσεις μου. Όλο αυτό το περιστατικό διήρκεσε περίπου 2 λεπτά. Θεωρώ ότι επειδή έχασα τις αισθήσεις μου το πλήθος, νόμιζε ότι είχα πεθάνει, οπότε και μείωσε τα χτυπήματα σε βάρος μου…».
Για την υπόθεση του ξυλοδαρμού του ήδη έχουν προφυλακιστεί τρία άτομα ενώ μαζί με τον αστυνομικό ήταν και ο δικηγόρος του Θανάσης Πλεύρης.