Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είπε το αυτονόητο. Ότι η ζωή για έναν μαύρο στην Ελλάδα δεν είναι εύκολη. Αντί να ενοχληθούν όσοι δεν έχουν ιχνοστοιχείο ρατσισμού στο αίμα του, εξοργίστηκαν οι κατ’ επάγγελμα και κατά συνείδηση ρατσιστές. Μήπως είναι η πρώτη φορά; «Έλληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι» έγραψε ο αδαής επί παντός επιστητού Βελόπουλος, αγνοώντας (πέραν της γενικότερης ανοησίας του επιχειρήματος) ότι ο Γιάννης γεννήθηκε στην Ελλάδα. Στη χώρα που ύμνησε ο Ελύτης και δυσφημεί κάθε δυστυχισμένος Καλέμης.
Με εκφράσεις τύπου «μαϊμού» ο -κατά τα άλλα μορφωμένος- καθηγητής, απέδειξε με δύο τιτιβίσματα ότι η μόρφωση δεν σε κάνει άνθρωπο. Αλλά σιγά που θα ασχοληθούμε μαζί του, η δυστυχία του να μην σε ξέρει ο γείτονας -μια και δεν υπάρχουν πλέον θυρωροί στις πολυκατοικίες- γεννά (ενίοτε) παραφροσύνη. Το θέμα μας δεν είναι ο Καλέμης, ή αν προτιμάτε μακάρι το πρόβλημα να ήταν ο Καλέμης.
Το πρόβλημα είναι πως κάθε κατακαημένος έχει έκφραση, μέσω των social media. Ναι, είναι δημοκρατία κι επ’ αυτού ουδείς λόγος, όμως η γνώμη προϋποθέτει γνώση. Κι αν ο Καλέμης ή ο Βελόπουλος θέλουν να κρυφτούν, αλλά ο ρατσιστής που κρύβουν μέσα τους δεν τους αφήνει, υπήρξαν πολλοί που είπαν (όχι κατ’ ανάγκη κακοπροαίρετα) πως… «ο Γιάννης χρωστάει στη χώρα μας». Εδώ έρχεται η γνώμη δίχως γνώση.
Αλήθεια, τι μας χρωστάει ο Γιάννης; Ότι βρέθηκε ένα σωματείο να του δώσει μια φανέλα κι ότι ένας προπονητής κι ένας μάνατζερ πίστεψαν σε αυτόν; Ότι η εκκλησία (όσοι με γνωρίζουν ξέρουν ότι δεν ανήκω στο φάσμα των πιστών) έπαιξε θετικότατο ρόλο στην ανατροφή του; ΝΑΙ, αυτά τα προσφέραμε ως χώρα, αλλά ως συντεταγμένο κράτος, ως «πολιτεία», του αρνηθήκαμε μέχρι την τελευταία στιγμή το διαβατήριο.
Θυμάμαι σαν τώρα να λέγεται από την πλευρά του Τάκη Μπαλτάκου (τότε κυβερνητικό στέλεχος πρώτης γραμμής) «δεν θα βάλω τη Χρυσή Αυγή από το παράθυρο στη Βουλή», όταν του ζητήθηκε να προχωρήσουν οι διαδικασίες έκδοσης του ελληνικού διαβατηρίου, για έναν παιδί, που εκτός από το ότι γεννήθηκε στη χώρα μας, έδειχνε ότι θα κατακτήσει τον (μπασκετικό) κόσμο.
Αυτό το… κομμάτι ψωμί, αυτή την αγάπη λίγων (ελάχιστων) ο Γιάννης τη μετέτρεψε σε λατρεία για τη χώρα μας. Έγινε ο σημαντικότερος πρεσβευτής της, έκανε το ελληνικό μπάσκετ ακόμα πιο γνωστό στον πλανήτη, παρότι του απαγορεύτηκε στην ουσία να παίξει μπάσκετ υψηλού επιπέδου στην Ελλάδα. Κι επειδή, είπαμε, η γνώμη προϋποθέτει γνώση, πόσοι γνωρίζετε ότι ο Αργύρης Πεδουλάκης (ως προπονητής του Περιστερίου) είχε προσφέρει θέση ξένου στον Γιάννη, όταν ήταν 16 χρονών, πιστεύοντας στο ταλέντο του;
Εμφανίστηκε στα ντραφτ με σακάκι που έκρυβε από μέσα τον Παρθενώνα, έχει ψηλά την ελληνική σημαία, δεν δέχθηκε να υπογράψει πάνω της, συγκεντρώνει όπου πηγαίνει τους Έλληνες της διασποράς και τραγουδούν τον εθνικό ύμνο, αλλά «Έλληνας γεννιέσαι» Κυριάκο; Εντάξει, δεν πουλάει και επιστολές του Χριστού, για να είναι πραγματικός Έλληνας…
Αν ζούσε ο Ελύτης, ενδεχομένως θα αποτύπωνε με τον μοναδικό του τρόπο την προσωπικότητα του Αντετοκούνμπο, αλλά και πάλι, ευτυχώς που «έφυγε» πριν διαδοθούν τα social media στη χώρα μας, γιατί που ξέρεις, μπορεί να εμφανίζονταν κανένας άφρονας, κραδαίνοντας καλέμι και να ζητούσε να του αφαιρεθεί το Νόμπελ Λογοτεχνίας, επειδή ο πατέρας του ήταν Βενιζελικός.
Αντί επιλόγου: Είναι φοβερό να στάζεις ρατσισμό και να σε ενοχλεί που σε καταγράφουν ως ρατσιστή. Όπως επίσης είναι τρομακτικό σε αυτή τη χώρα, να στρεφόμαστε κατά του καταγγέλλοντος, παρότι συνομολογούμε ότι η καταγγελία είναι βάσιμη. Αντί, λοιπόν, να συζητάμε για το αν έπρεπε να πει όσα είπε ο Γιάννης, ας φροντίσουμε οι Γιάννηδες που δεν είναι 2μ10, που δεν έχουν μπασκετικό ταλέντο, να έχουν την προσοχή και την αγάπη μας. Κι ας μην έχουν γεννηθεί (Κυριάκο στείλε μια αλοιφή) σε μαιευτήριο της χώρας μας. Μπορούμε να το αντέξουμε. Τη βρώμα σας δεν αντέχουμε.