Βλέποντας η γυναίκα μου και εγώ, τον συγκινημένο Γιάννη να εκφωνεί ένα μεταδοτικά συγκινητικό λόγο, κατά την παραλαβή του βραβείου MVP, αναρωτήθηκα πώς είναι δυνατόν, κάποιοι ηλίθιοι, να αμφισβητούν την ελληνικότητα του, όταν αυτό που παρακολουθήσαμε ήταν σαν βγαλμένο από μεταγλωττισμένη ελληνική ταινία. Το σενάριο αποθεώνει τη βασική επιδίωξη των περισσοτέρων έργων με Happy End, που αναπαράγουν τον μύθο του παραμυθιού “το βατράχι που έγινε πρίγκιπας“, με διαβαθμίσεις και με διαφορετικές προσεγγίσεις και αισθητική.
Τα δάκρυα του Γιάννη, σε πρώτο πλάνο να κυριαρχούν, εκφόρτωναν συσσωρευμένη πίεση, που επιβάλει το ξέσπασμα, στο τέλος της πρώτης πιο σημαντικής νικηφόρας ειδικής διαδρομής, που ξεκινά από την απόλυτη ένδεια και καταλήγει στην απόλυτη παγκόσμια αναγνώριση και πλούτο.
Προσθέστε ως μουσική επένδυση το τραγούδι, (φυσικά με τον Καζαντζίδη)
“Εγώ με την αξία μου
κι όχι με ξένες πλάτες
περήφανα περπάτησα
μες της ζωής τις στράτες”
Θα διαπιστώσετε ότι έχουμε τον θρίαμβο της κεντρικής ιδέας του έργου στο κλείσιμο του, που συνοδεύει το τέλος ελληνικών ταινιών. Με τη διαφορά ότι εδώ δεν πρόκειται για μυθοπλασία, αλλά για πραγματική ζωή. Το βατράχι έγινε πρίγκιπας μπροστά μας, σε πραγματικό χρόνο!!! Το παραμύθι βρίσκει την απόλυτη δικαίωση του στο πρόσωπο του Γιάννη, που μας βάζει σε σκέψεις αν θα πρέπει να αναθεωρήσουμε την άποψη μας για την ύπαρξη του Αη-Βασίλη.
Η διαπίστωση της ελληνικότητας της σκηνής, γίνεται στο πλαίσιο ταυτοποίησης και όχι αξιολόγησης σε σχέση με κάποιο ξένο πρότυπο, αν είναι καλύτερο ή χειρότερο. Η παραπάνω διαπίστωση τεκμηριώνει την άποψη, ότι όταν κάποιος ζει σαν Έλληνας, η εικόνα που εκπέμπει είναι ελληνική, είναι κοινωνικά χρήσιμος στην Ελλάδα δεν μπορεί παρά να είναι Έλληνας.
Ναι όμως κάποιοι, βρικόλακες εκτιμητές αίματος, ισχυρίζονται ότι η ανωτερότητα του ελληνικού αίματος είναι στο DNA με το οποίο γεννιέσαι και δεν το αποκτάς ούτε με μετάγγιση.
Όσο και μεροληπτικά να σύγκρινα το υποτιθέμενο DNA το δικό μου με του Γιάννη, δεν υπερτερούσα σε κανένα σημείο, με διαφορές μάλιστα που έφταναν σε επίπεδο διασυρμού. Είχα και το επιβαρυντικό ότι γεννήθηκα στην Αίγυπτο. Το επιχείρημα λευκός δεν προσμέτρησε πουθενά και ήταν το μόνο που απέδειξε ότι ενδεχομένως να μην βολεύει η σύγκριση σε αυτό το πεδίο.
Αν η άποψη τους μπορεί να εννοεί ότι η μεταφορά πολιτισμού γίνεται μέσα από τη γραμμή αίματος, που συνιστά εξωφρενικό ισχυρισμό, είναι γελοίο να προτάσσεται αυτό το επιχείρημα από ανθρώπους που δεν προδίδουν την ύπαρξη ίχνους πολιτισμού.
Ποιος, όμως, μπορεί να ψέξει το πολιτιστικό επίπεδο του Γιάννη, που μαρτυρά ανώτερο άνθρωπο, που δεν έχει κάνει ούτε μια αρνητική αναφορά για την Ελλάδα. Αντίθετα την εκθειάζει, ενώ όλοι φανταζόμαστε τον τρόπο αντιμετώπισης ενός παιδιού που πουλάει cd στον δρόμο, που θα δικαιολογούσε την έκφραση κάποιου παραπόνου από θέση ισχύος. Θα μπορούσε, βέβαια, να ισχυριστεί κάποιος όμως ότι αυτό δεν είναι και πολύ ελληνικό χαρακτηριστικό, όταν η πλειοψηφία των πολιτών, μπορεί να βρίζει την κυβέρνηση επειδή αργεί το λεωφορείο.
Σε λόγους με αθλητικό περιεχόμενο περιλαμβάνεται απαραιτήτως και η αμήχανη φράση «νους υγιής εν σώματι υγιές», χωρίς να εμβαθύνουν στο νόημα της, καθώς ο σκοπός τους είναι η επίδειξη δήθεν ευρυμάθειας και όχι υπόδειξης κάποιου παραδείγματος. Συνοδεύεται δε, σχεδόν πάντα, με το επιχείρημα για τη χρησιμότητα του αθλητισμού, ότι τραβάει τα παιδιά από τα ναρκωτικά, που με τη διάδοση του ντόπινγκ δεν ανταποκρίνεται και στην αλήθεια.
Το ρητό «νους υγιής εν σώματι υγιές» εκφράζει ένα ιδανικό και όχι μία σχέση αιτίου – αιτιατού. Είναι ευχή και όχι απόφανση. Υπάρχει καλύτερο παράδειγμα κάποιου που να εκπλήρωσε αυτό το αρχαιοελληνικό ιδανικό όσο ο Γιάννης, δίνοντας του πραγματικό νόημα;
Αν νομίζουν, οι αυτοπροσδιοριζόμενοι σαν κατευθείαν απόγονοι του Μ. Αλεξάνδρου, ότι αυτοί είναι το πρότυπο του Έλληνα, τότε είτε επαληθεύουν την φήμη ότι οι βρικόλακες δεν καθρεπτίζονται, είτε τους έχουν κλέψει τους καθρέπτες και δεν μπορούν να δουν τη διαφορά (τουλάχιστον σωματικά, γιατί πνευματικά η υστέρηση τους είναι δεδομένη, σε σημείο που να χρήζει περίθαλψης).
Μήπως, όμως, υπερβάλουμε στις αντιδράσεις μας για μια ατομική επίδοση, που στο κάτω – κάτω της γραφής δεν φτήνυνε και το σουπερ-μάρκετ;
Μπορεί όντως να μην φτήνυνε το σουπερ-μάρκετ, αλλά αποκάλυψε τη φτήνια κάποιων υποκριτών, που συνωστίζονται τώρα για να μπουν στο κάδρο της φωτογραφίας.
Πέρα από τους πολιτικούς όψιμους «φίλους του νικητή», με τη λογική του «φίλου του νεκρού» που λάνσαρε ο συγχωρεμένος Ν. Αναγνωστόπουλος για να δικαιολογεί την παρουσία του σε κηδείες για δημόσιες σχέσεις, η ομοσπονδία κατεβάζει το επίπεδο εκεί που ξέρει. Στον πάτο.
Το μήνυμα της ΕΟΚ είναι μνημείο ανάγωγης χυδαιότητας. Η μοναδική προτροπή του μηνύματος «μην ξεχνάς από πού προέρχεσαι» είναι απόλυτα προσβλητική, όταν απευθύνεται σε έναν άνθρωπο που δεν έχει δώσει το παραμικρό δικαίωμα να πιστεύει κάποιος το αντίθετο. Η πραγματική σημασία όμως της φράσης που την κάνει ακόμα πιο σιχαμερή.
Είναι ότι δεν υπονοεί την Ελλάδα, αλλά κινείται στη λογική «εμείς που…» διεκδικώντας μερίδιο από την επιτυχία ως πλιατσικολόγοι. Στην ουσία συγχαίρουν τον εαυτό τους, σε μια κρίση αυτοθαυμασμού, θυμίζοντας την ατάκα Χάρρυ Κλυνν για τον Τσοχατζόπουλο ότι στα γενέθλια του στέλνει συγχαρητήριο τηλεγράφημα στη μητέρα του.
Την καλύτερη απάντηση την δίνει η τελευταία στροφή του τραγουδιού.
“Δεν έδωσα δικαίωμα
ποτέ μου σε κανέναν
να πει πως αναδείχθηκα
με τα φτερά τα ξένα”
Σε ρόλο φτερών η ΕΟΚ.
Είναι τεράστια η συμβολή του Γιάννη, που λειτούργησε σαν myth buster, σχεδόν όλων των αρνητικών γενικεύσεων για τους Έλληνες, αποδεικνύοντας, ότι το όλοι, που περικλείει μια γενίκευση δεν μπορεί να ισχύει από τη στιγμή που τουλάχιστον ο πιο γνωστός Έλληνας, αποδεικνύει, στην παγκόσμια κοινότητα, ακριβώς το αντίθετο ηθικά δικαιωμένο.
Δεν μπορεί κανένας να ταιριάξει τον Γιάννη σαν Έλληνα με τεμπελιά, αναποτελεσματικότητα, έλλειψη ανάπτυξης, έλλειψη ανταγωνιστικότητας και για περιορισμένη ικανότητα, αποκαλύπτοντας ότι όλες οι κακόβουλες γενικεύσεις λειτούργησαν σαν ψέμα για επιβολή οικονομικών κυρώσεων.
Ο Greek Freak έκανε την Ελλάδα καλή είδηση σε όλο τον κόσμο.
Το επίτευγμα του Γιάννη έχει οικουμενική σημασία, γιατί ξεφεύγει από το τι μπορούν να κάνουν οι Έλληνες, στο τι μπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε, έχει θέληση και είναι διατεθειμένος να πετύχει.
Τα νησιά Φερόα είναι μια οδυνηρή επιβεβαίωση αυτής της θεωρίας, όταν ο αλουμινάς, ο λογιστής, ο φούρναρης και ο ψαράς, σχημάτισαν ομάδα που κέρδισε δύο φορές, απέναντι σε όλα τα προγνωστικά, την ομάδα που έχει κατακτήσει το Ευρωπαϊκό Κύπελλο και απαρτίζεται από επαγγελματίες ποδοσφαιριστές.
Και άλλες ομάδες του μπάσκετ, αλλά και η εθνική του ποδοσφαίρου του 2004, εξέπεμψαν το ίδιο μήνυμα, που αν θέλαμε να εκφράσουμε με σημειολογία Ι-Τσιγκ θα λέγαμε «η δύναμη του μικρού». Η κρυφή δύναμη που περικλείει το μικρό.
Ο Γιάννης έχει την ευελιξία να κινείται με άνεση, από τον ιδανικό εκπρόσωπο της φράσης «Μην κοιτάτε τι μπορεί να κάνει η χώρα για εσάς, αλλά τι μπορείτε να κάνετε εσείς για τη χώρα», στον άριστο μαθητή του Γκάντι, που ακολουθεί πιστά την αποφυγή των εφτά που δεν πρέπει να έχεις: «Πλούτο χωρίς μόχθο, Γνώση χωρίς χαρακτήρα, Πολιτική χωρίς αρχές, Απόλαυση χωρίς συναίσθημα, Εμπόριο χωρίς ήθος, Επιστήμη χωρίς ανθρωπιά, Αγάπη χωρίς θυσία».
Η πρόσφατη επιτυχία του ξαναέβαλε στο τραπέζι, τις συνθήκες και την αντιμετώπιση που βιώνουν τα παιδιά μεταναστών, τα οποία γεννήθηκαν στην Ελλάδα και δεν γνωρίζουν καμία άλλη πατρίδα. Η συμβολή του Γιάννη ώστε να λυθούν αυτά τα θέματα που θα διευκόλυναν τη ζωή κάποιων ανθρώπων, θα έδινε σάρκα και οστά στο «I had a dream», που θα ολοκλήρωνε τη διαδρομή του εφιάλτη που γίνεται όνειρο και τώρα πραγματικότητα.
Ειλικρινά αισθάνομαι την ανάγκη συγνώμης, που αδιαφόρησα όταν έπρεπε γιατί δεν ήμουν μαύρος.