Η ιστορία του είναι γνωστή σε όλους τους παροικούντες. Ένας αθλητής ο οποίος βίωσε δύσκολες στιγμές, λόγω τραυματισμών, ο οποίος έφτασε στο σημείο να αποφασίσει να εγκαταλείψει αυτό που αγαπούσε και γύρισε, όταν ένιωσε να πατά γερά στο έδαφος, όταν απέκτησε ένα επιπλέον κίνητρο, όταν η αγάπη που εισέπραξε τον γέμισε με δύναμη.
Αν δεν είχε περάσει εκείνη την περιπέτεια, ο Παναγιώτης Βασιλόπουλος θα ήταν σε μια από τις δύο «μεγάλες» ελληνικές ομάδες. Έχει τη… στόφα, έχει τα χαρακτηριστικά, έχει τον χαρακτήρα του μεγάλου παίκτη. Όταν επέστρεψε -ίσως- ούτε κι ο ίδιος πίστευε ότι θα πάει τόσο μακριά. Μπορεί να μην γύρισε στο φυσικό του περιβάλλον, σε ομάδες πρωταθλητισμού, όμως…
Προσπερνώ (χωρίς να υποτιμώ) την επιστροφή του στην Εθνική Ελλάδας. Με δικό του τρίποντο ο Άρης πέρασε από το Λαύριο (κι εκείνο το τρίποντο ήταν μαξιλαράκι ασφαλείας για να μην κινδυνεύσουν οι «κίτρινοι»), με δικό του τρίποντο πέρασε το Περιστέρι από τον Χολαργό. Κι εδώ η τελευταία μέτρηση που μας ενδιαφέρει είναι αυτή που αφορά στο ταλέντο του διεθνή παίκτη.
Για να πάρεις το τελευταίο σουτ, δίχως να ανεβάσεις σφυγμούς, για να έχεις ορθή κρίση πρέπει να… έχει σπάσει η χολή σου, που λέει κι ο Αργύρης Πεδουλάκης. Μα τι να… μασήσει από τρίποντα ο Βασιλόπουλος; Έχει περάσει τόσα, που το να πετάξει μια μπάλα στο καλάθι, κάτω από οποιαδήποτε πίεση (χρονική, σημασίας του σουτ, κτλ.), είναι «να ‘χαμε, να λέγαμε».
Ο Βασιλόπουλος παίζει με την ψυχή του. Είναι το… μπάσκετ στη χώρα, είναι αυτός που δεν το έβαλε κάτω, που δεν λύγισε, που ακόμα κι όταν όλα έδειχναν ότι θα αναφέρεται σ’ αυτόν ο μπασκετικός ιστορικός του μέλλοντος, εξιστορώντας την ατυχία που τον κυνήγησε, αυτός είπε «όχι εγώ. Εγώ θα παίξω κι άλλο». Όπως αντιλαμβάνεστε, όταν έχεις καταφέρει να νικήσεις σε αυτού του είδους τις μάχες (παιχνίδια δεν τα λες), το τρίποντο στη λήξη του χρόνου είναι εξίσου δύσκολο με το να απλώσεις βούτυρο στο ψωμί.
Από ίση απόσταση επιχειρούμε να δούμε όλα τα σωματεία, όλους τους παίκτες, καθέναν που βρίσκεται στον χώρο, όμως δεν μπορούμε να κρύψουμε ότι κάθε φορά που κάνει κάτι καλό ο Παναγιώτης, το χαμόγελο είναι αυθόρμητο. Γιατί απλά, όλοι το αξίζουν, αλλά εκείνος αξίζει κάτι παραπάνω. Κι όλοι είναι ινδάλματα για τη νεολαία, αυτός είναι παράδειγμα προς μίμηση.
Αντί επιλόγου: Ξέρετε δεν είναι απαραίτητο να είναι κάποιος παλαίμαχος (βετεράνος, πείτε το όπως θέλετε) για να τον ενεργοποιήσει το άθλημα και να αποτελέσει σημείο αναφοράς του. Αν ήμουν στη διοίκηση της ΕΟΚ (μικρός είμαι ακόμα, σε 30 χρόνια θα είμαι στο επιτρεπτό όριο ηλικίας, για να συμμετέχω), ή στη διοίκηση του ΕΣΑΚΕ, θα ζητούσα από τον Βασιλόπουλο να πηγαίνει από σχολείο σε σχολείο κι από ακαδημία σε ακαδημία, για να μαθαίνει στα παιδιά τι είναι πραγματικά το μπάσκετ.
Γιατί το μπάσκετ δεν είναι βολές και τρίποντα, είναι άγγιγμα ψυχής. Είναι άθλημα ψυχής…