Η ελληνική “μητέρα των μαχών” ανάμεσα σε Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό αποτελεί το πιο καυτό ντέρμπι της Ευρώπης. Το ισπανικό “clasico” είναι η εντυπωσιακότερη εμφύλια μονομαχία της “γηραιάς ηπείρου”. Οι αναμετρήσεις ανάμεσα σε Ερυθρό Αστέρα και Παρτιζάν (αν και έχουν χάσει την αίγλη τους λόγω των οικονομικών προβλημάτων της δεύτερης) κεντρίζουν τα πλήθη με την overdose “φανατίλα” που αποπνέουν, ενώ σε κανέναν δεν περνούν απαρατήρητες οι συγκρούσεις “γιγάντων” της Τουρκίας και δη των Φενέρμπαχτσε, Αναντολού Εφές και Γαλατασαράι.
Ξεκινήσαμε με κάποιες γενικές… παραδοχές που εφάπτονται σε υποκειμενική αντίληψη. Αν υπάρχει, ωστόσο, μια παραδοχή που ουδείς μπορεί να περιορίσει σε ένα πλαίσιο αυτή περιλαμβάνει δύο πόλεις, δύο γήπεδα, δύο ομάδες που συνοψίζουν ολόκληρη την ιστορία του ΝΒΑ.
Λος Άντζελες Λέικερς – Μπόστον Σέλτικς
Απλά αναφέρονται σε αυτό ως “The Rivalry”. Χωρίς επεξηγηματικούς ή επιθετικούς προσδιορισμούς. Είναι Η έχθρα, Η αντιπαλότητα, Ο ανταγωνισμός, Η μονομαχία. Το μωβ-κίτρινο και η γκλαμουριά του Λ.Α, κόντρα στο πράσινο τριφύλλι και την “Κέλτικη Υπερηφάνεια” της Βοστόνης.
Εν αρχή ήτο ο Τζέρι Γουέστ (η φιγούρα του οποίου αποτελεί το logo του ΝΒΑ), ο Έλγκιν Μπέιλορ, ο Γκάιλ Γκούντριτς από τη μία και οι Μπιλ Ράσελ (11 πρωταθλήματα), Τζον Χάβλιτσεκ, Σαμ Τζόουνς με τον “αρχιτέκτονα” Ρεντ Άουερμπαχ στον πάγκο, από την άλλη.
Η δεκαετία του ‘60 αποτελεί την δεκαετία των “κελτών”, που έφθασαν όλες τις χρονιές μέχρι τους Τελικούς (εκτός από το 1967) με τις 6 περιπτώσεις εξ αυτών να τίθενται αντιμέτωποι με τους “λιμνανθρώπους”, τους οποίους και νίκησαν ισάριθμες φορές!
Η άφιξη του ρέκορντμαν πόντων σε ένα ματς, Ουίλτ Τσάμπερλεϊν, στο ΛΑ το 1968 δεν άλλαξε τίποτα παρά μόνο στη διάλυση των φιλικών σχέσεων του με τον Μπιλ Ράσελ.
Οι μονομαχίες τους μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον και τα προηγούμενα χρόνια, όσο ο Mr. 100 points αγωνιζόταν στη Φιλαδέλφεια και τους 76ers. Ωστόσο ποτέ δεν υπήρχαν μεταξύ τους εξωαγωνιστικές συγκρούσεις.
Ήταν τέτοια η ένταση που προσέθεταν οι δύο αυτές φανέλες και η απωθητικότητα που τις χαρακτηρίζει όταν συνυπάρχουν στο παρκέ, που οδήγησε τους δύο μυθικούς σέντερ στο να κόψουν επαφές για 20 χρόνια!
Αμφότεροι οι οργανισμοί συνέχιζαν να πρωταγωνιστούν και τη δεκαετία του 1970 αλλά δεν ξανασυναντήθηκαν σε Τελικούς.
Αυτό συνέβη στα ‘80s
Ήταν η ώρα του Λάρι Μπερντ και των “Showtime” Lakers του Μάτζικ Τζόνσον, να ανάψουν ξανά την σπίθα και να αναζωπυρώσουν την πυρκαγιά ΤΗΣ μονομαχίας του μπασκετικού γίγνεσθαι.
Οι δύο σούπερσταρ βίωναν πολύ έντονα το Rivalry και αμφότεροι έδιναν βαρύνουσα σημασία στα μεταξύ τους παιχνίδια.
“Κάθε χρόνο με το που έβγαινε το πρόγραμμα της regular season, κύκλωνα τις ημερομηνίες που παίζαμε με τους Σέλτικς. Ήταν αυτά τα 2 ματς κι άλλα 80…” είχε επισημάνει ο Μάτζικ. Αναλόγως, ο Μπερντ είχε εκμυστηρευτεί πως “Το πρώτο πράγμα που έκανα το πρωί, ήταν να τσεκάρω τα στατιστικά του Μάτζικ”.
Η αναβίωση των θρυλικών Τελικών ήρθε το 1984, όπου οι Σέλτικς νίκησαν στο Game Seven και αύξησαν το σερί νικών τους σε Τελικούς απέναντι στους Λέικερς στο 8-0! Το payback των “λιμνανθρώπων” επήλθε την αμέσως επόμενη χρονιά, όταν κατάφεραν να γίνουν η πρώτη φιλοξενούμενη ομάδα που κερδίζει πρωτάθλημα μέσα στο μυσταγωγικό “Garden”.
Το 1987 υπήρχε ανάλογη κατάληξη δια χειρός Μάτζικ Τζόνσον και του μνημειωδούς junior sky hook του, που διέλυσε την πράσινη άμυνα. Χρονιά που αποτέλεσε το τέλος μια εποχής για τους Σέλτικς, οι οποίοι έκαναν 21 ολόκληρα χρόνια να επιστρέψουν σε Τελικούς!
Στο ενδιάμεσο οι Λέικερς κατέκτησαν άλλα 4 πρωταθλήματα, συμπεριλαμβανομένου του three-peat δια χειρός Σακίλ Ο’Νίλ και Κόμπι Μπράιαντ.
Η επάνοδος των Κελτών συντελέστηκε όταν έφεραν εις πέρας τη δημιουργία των νέων “Big Three” τους (μετά τους Μπερντ, Πάρις και ΜακΧέιλ τα ‘80ς) και δη των Πολ Πιρς, Κέβιν Γκαρνέτ και Ρέι Άλεν, οι οποίοι συνταίριαξαν εξαιρετικά στο παρκέ (παρά τον αντικοινωνικό χαρακτήρα του Άλεν) και πλαισιώθηκαν ιδανικά από τον ανερχόμενο, τότε, pass-first πόιντ γκαρντ που ακούει στο όνομα Ραζόν Ρόντο.
Μια παρένθεση, οι Σέλτικς είναι οι άτυποι “ιδρυτές” της Big Three Era (που έχει γίνει Big Five ελέω Γουόριορς) που διανύουμε καθότι ήταν οι πρώτοι που συγκέντρωσαν τρεις σούπερσταρς στην ίδια ομάδα. Ακολούθησαν οι Μαϊάμι Χιτ των Γουέιντ, ΛεΜπρόν, Μπος και ούτω καθεξής.
Στην αντίπερα όχθη, ο αδιαμφισβήτητα κορυφαίος παίκτης του κόσμου εκείνη την περίοδο, Κόμπι Μπράιαντ, πλαισιωμένος από τον σπουδαίο Πάου Γκασόλ, τον σταθερά σημαντικό Ντέρεκ Φίσερ και τον πολυσχιδή Λαμάρ Όντομ.
Οι Κέλτες βγήκαν νικητές στα 6 παιχνίδια στους Τελικούς του 2008, για να χάσουν το rematch δύο χρόνια αργότερα από τον σεληνιασμένο “Black Mamba”, ο οποίος πανηγύρισε δεύτερο σερί πρωτάθλημα (μετά το 2009 κόντρα στους Μάτζικ του Ντουάιτ Χάουαρντ).
Η αναβίωση
Έκτοτε το hype για το rivalry έχει πέσει. Πρώτα η Βοστόνη και, εν συνεχεία, το Λ.Α “γέρασαν”, αποδυναμώθηκαν και άλλαξαν. Ο Ντάνι Έιντζ, General Manager των Σέλτικς και παλιά δόξα της ομάδας, όμως είχε καταστρώσει ένα συγκεκριμένο πλάνο που ακολούθησε πιστά.
Αφότου θυσίασε ακόμα και το τοτέμ της ομάδας, Πολ Πιρς (όπως και τον Γκαρνέτ), άρχισε να μαζεύει Draft Picks και να ανοικοδομεί από το μηδέν την ομάδα. Χρόνια με τη χρονιά ένας νέος ταλαντούχος παίκτης προστίθεντο στο ρόστερ. To 2013 έδωσε τα κλειδιά της προπονητικής ηγεσίας στον άπειρο πλην ταλαντούχο κι ανερχόμενο Μπραντ Στίβενς. Πολλά ερωτηματικά για την επιλογή, μιας και ο 36χρονος, τότε, τεχνικός είχε μεν δείξει σπουδαία δείγματα στο κολέγιο του Μπάτλερ, αλλά δεν είχε διατελέσει ούτε καν assistant coach στον “μαγικό κόσμο”.
Άπαντες διαψεύστηκαν, με τον νεαρό κόουτς να παρουσιάζει στο παρκέ μια ομάδα, μπολιασμένη με όλα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το “Celtic Pride”. Ομαδικό πνεύμα, αστείρευτο πάθος, υψηλά επίπεδα πνευματικής προετοιμασίας. Η άφιξη του Αϊζέια Τόμας (2015-17) έδωσε νέα πνοή στην ομάδα και την ώθησε στο βήμα παραπάνω και δη τους τελικούς της Ανατολής δύο σερί χρονιές (‘16 και ‘17) όπου το αποτέλεσμα ήταν ίδιο. Ήττα από τους Καβαλίερς του ΛεΜπρόν Τζέιμς.
Οι βάσεις ήταν εκεί. Το οικοδόμημα πατούσε σε γερά θεμέλια άλλα έλειπε αυτό που θα το μετέτρεπε από μια κοινή πολυκατοικία σε ένα “αρχιτεκτονικό” θέλγητρο. Το καλοκαίρι του 2017 συντελέστηκε ακριβώς αυτό.
Ο δαιμόνιος Έιντζ μέσω τριπλής ανταλλαγής έστειλε τον Τόμας στο Κλίβελαντ -παίρνοντας ως αντάλλαγμα τον Έρβινγκ– και το πρώτο Pick του Draft στους Σίξερς (που επέλεξαν τον Μαρκέλ Φατζ) για να πάρει το τρίτο ώστε να επιλέξει τον Τέιτουμ, ενώ έκλεισε το ντεμαράζ με την απόκτηση του free agent Γκόρντον Χέιγουορντ.
Αυτό ήταν μόνο η αρχή καθώς τότε “ξεπήδησαν” και οι “άσοι” από τα “μανίκια” του Στίβενς. Μετά τις ατυχίες με τους τραυματισμούς των Χέιγουορντ και Έρβινγκ, οι μικροί της ομάδας βγήκαν μπροστά και δήλωσαν βροντερό παρών!
Ο Τζέιλεν Μπράουν από έναν εξαιρετικό αμυντικό μετατράπηκε σε έναν άκρως αποτελεσματικό two-way forward που μπορεί να υποστηρίξει και τη θέση “2” σε ψηλά σχήματα. Ο Αλ Χόρφορντ αποδείκνυε σε κάθε παιχνίδι ότι πρέπει να συγκαταλέγεται μέσα στους 5 καλύτερους σέντερ του ΝΒΑ ενώ από το πουθενά ο Τέρι Ροζίερ πήρε τη μπαγκέτα του δημιουργού και κάλυψε σε επαρκή (δεδομένων των συνθηκών) βαθμό την απουσία του Έρβινγκ, με το πολυεπίπεδο παιχνίδι του.
Όλα αυτά δεν θα είχαν συμβεί εν τη απουσία του πολυμήχανου Ρότζερς. Ο Αμερικανός τεχνικός κατάφερε να μεταλαμπαδεύσει τη φιλοσοφία του στην ομάδα και να πείσει τους παίκτες του πως “αυτός είναι ο τρόπος”.
Το παιχνίδι των Σέλτικς έγκειται στην “read-and-react” προσέγγιση. Όλοι οι παίκτες χαρακτηρίζονται από υψηλό μπασκετικό IQ, εξαιρετική τακτική γνώση και σπουδαία τεχνική κατάρτιση. Αυτό επιτρέπει στους Κέλτες να πραγματοποιούν άριστο διάβασμα των αδυναμιών του αντιπάλου και αποτελεσματική στοχοποίηση αυτών με αποτέλεσμα την απογύμνωση του παιχνιδιού του. Κάθε φορά διαβάζουν, πρώτα, την αντίπαλη άμυνα και εν συνεχεία επιλέγουν πώς θα προσπαθήσουν να την ξεκλειδώσουν.
Διαθέτοντας παίκτες με εξαιρετικό court vision, αποδίδουν σε υψηλά επίπεδα στον τομέα κυκλοφορίας της μπάλας που καταλήγει πολλές φορές σε αμαρκάριστα τρίποντα ή ευνοϊκές, για τους ίδιους, επιθετικές καταστάσεις, όπως τα miss match που παρατηρήσαμε κατά κόρον και στα πλέι οφ. Διαρκής κίνηση, σκριν στην ή μακριά από την μπάλα, εξαιρετικοί πασέρ και σουτέρ που “ανοίγουν” το γήπεδο και αποσυντονίζουν την αντίπαλη άμυνα με το passing game, δυνατότητα δημιουργίας από το low ή High post (ελέω Χόρφορντ), συνθέτουν το σκηνικό στην επίθεση.
Στην άμυνα, εκεί που μπαίνουν πάντα οι περισσότεροι γρίφοι για τον εκάστοτε προπονητή, οι Σέλτικς παρουσίασαν αναλόγως εντυπωσιακό πρόσωπο. Σχεδόν όλοι οι παίκτες τους μπορούν να υποστηρίξουν το switch στα screens και να μαρκάρουν κάθε αντίπαλο, αφαιρώντας την ικανότητα δημιουργίας miss-match στη διείσδυση (από τη στιγμή που και οι ψηλοί μπορούν να μαρκάρουν αποτελεσματικά στο hedge-out) ή την εκμετάλλευση υψομετρικής διαφοράς στο Low post (χάρη στα ψηλά κορμιά και την αμυντική ικανότητα των περισσότερων παικτών).
Άξιο αναφοράς το υψηλό επίπεδο αγωνιστικής και πνευματικής προετοιμασίας που επέδειξαν οι Σέλτικς. Παρά το νεαρό της ηλικίας πολλών παικτών, οι Κέλτες εμφανίζονταν εξαιρετικά “διαβασμένοι”, παίζοντας με θεαματική (για την ηλικία τους) τακτική προσήλωση στο πλάνο που καταστρωνόταν κάθε φορά. Για όλα αυτά, τα ένσημα ανήκουν πρωτίστως στον Μπραντ Στίβενς, ο οποίος πέραν του αγωνιστικού σκέλους, αναδεικνύεται σε εξαιρετικό χειριστή του ψυχολογικού τομέα αλλά και εύστοχο όσον αφορά τις επιλογές του σε παίκτες. Όχι μόνο σε αγωνιστικό επίπεδο αλλά, κυρίως, σε θέματα χαρακτήρα και attitude, παράγοντες καταλυτικούς για την επιτυχία οποιασδήποτε ομάδας.
Last but not least, η αποκάλυψη και πραγματικός -κατά τη γνώμη μας- Rookie of The Year. Ο Τζέισον Τάτουμ “έβγαλε μάτια” με την απόδοση του όλη τη σεζόν. Παρά τα 20 χρόνια της ζωής του, εμφάνισε ένα εξαιρετικά ώριμο πρόσωπο, κάνοντας σε να ξεχνιέσαι και να νομίζεις ότι αγωνίζεται χρόνια στη λίγκα. Δεν έκανε κατάχρηση της μπάλας, δεν έπαιρνε τραβηγμένα σουτ, δεν άφηνε τον ενθουσιασμό του να τον παρασύρει. Αντιθέτως ήταν πάντα προσγειωμένος και μετρημένος, διάβαζε εξαιρετικά τις φάσεις κι αναμένουμε να είναι ακόμα καλύτερος φέτος με ακόμα πιο φαρμακερό τρίποντο (έγινε viral ένα βίντεο προπονήσεων του που σουτάρει και ευστοχεί σε 18 σερί τρίποντα).
Η αναγέννηση των Λέικερς και ο διαφορετικός (;) “Βασιλιάς”
Ο Αϊνστάιν με τη γενική θεωρία της σχετικότητας εισήγαγε μια σειρά από όρους όπως είναι η καμπυλότητα του χωροχρόνου που προκαλείται λόγω της ύπαρξης ενός μεγάλου (ουράνιου) σώματος.
Αν ψάχναμε ένα πρακτικό παράδειγμα της παραπάνω θεωρίας τότε αυτό δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από τον ΛεΜπρόν Τζέιμς. Είναι τέτοιο το εκτόπισμα της προσωπικότητας του, που εκτείνεται πολύ μακρύτερα από τις τέσσερις γραμμές του παρκέ.
Η επιστροφή του στο Κλίβλαντ, προ τετραετίας, πρακτικά έσωσε την πολιτεία από τη χρεοκοπία καθώς συμπαρέσυρε μαζί του στο Οχάιο, σωρεία χορηγών και επενδυτών, που θέλησαν να κερδίσουν από το διαμέτρημα του. Τα πρόσφατα εγκαίνια του σχολείου του με την ονομασία “I Promise” αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της επιρροής του.
Αφότου εκπλήρωσε τον, εκ γενετής θα μπορούσε να πει κάποιος, στόχο της μπασκετικής του ύπαρξης και δη την κατάκτηση του πρωταθλήματος με τους Καβαλίερς και ύστερα από δύο σερί αποτυχημένους τελικούς κόντρα στους υπερηχητικούς Γουόριορς, είχε έρθει η ώρα για αλλαγή σελίδας.
Το spotlight του Λος Άντζελες και το λαμπρότερο franchise του μπασκετικού κόσμου ήταν το τέλειο fit για τον “Βασιλιά”. Ύστερα από meeting με τους συνεργάτες του στην βίλα του στην Καραϊβική, την επονομαζόμενη “Decision Cave”, αποφάσισε να “μεταφέρει τα ταλέντα του” στην “Πόλη των Αγγέλων”.
Ο πρόεδρος του οργανισμού, Μάτζικ Τζόνσον, μετέβη στο σπίτι του Τζέιμς στην Καλιφόρνια -μερικές ημέρες αργότερα- και ύστερα από τρίωρη συνάντηση, όπου συζητήθηκε αναλυτικά το πλάνο στελέχωσης της ομάδας, οι δύο άντρες έδωσαν τα χέρια και η μεταγραφή του καλοκαιριού έλαβε “σάρκα και οστά”.
Ποιο θα είναι όμως το πρόσωπο των ανανεωμένων “λιμνανθρώπων”;
Κρίνοντας από τους Καβαλίερς, θα περίμενε κανείς την περιβολή του ΛεΜπρόν με εξαιρετικούς σουτέρ που θα “ανοίξουν” την αντίπαλη άμυνα για να δημιουργήσουν διαδρόμους σε αυτόν.
Όμως η κατάσταση δεν θα είναι τέτοια. Τούτο διότι απέφερε μόλις 1 πρωτάθλημα στον Τζέιμς στη δεύτερη θητεία του στο Κλίβελαντ, κι αυτό πριν την άφιξη του Κέβιν Ντουράντ στο Σαν Φρανσίσκο.
Άλλη λύση θα ήταν κάτι ανάλογο με αυτό που επιχειρούν οι Ρόκετς. Δηλαδή το “χτίσιμο” μιας ομάδας στα πρότυπα του παιχνιδιού των πρωταθλητών. Ωστόσο φαντάζει απίθανο -με τα τωρινά δεδομένα- για οποιαδήποτε ομάδα να νικήσει τους Γουόριορς στο παιχνίδι τους.
Απαιτείται μια διαφορετική προσέγγιση. Κάτι που δεν έχει επιχειρηθεί και κανείς δεν ξέρει πώς θα καταλήξει.
Ας αναλύσουμε τις μεταγραφικές κινήσεις του οργανισμού. Πρώτη ήταν ο Ραζόν Ρόντο. Μια κίνηση διττού σκοπού. Πρόκειται για τον πιο εγκεφαλικό παίκτης της λίγκας. Ένας χαρισματικός δημιουργός που μπορεί με ευκολία να μοιράζει διψήφιο αριθμό ασίστ σε κάθε παιχνίδι, με ένα δαχτυλίδι πρωταθλητή στο χέρι του και τόνους εμπειρίας. Κανείς θα περίμενε έναν shoot-first point guard με εξαιρετικό τρίποντο για να πλαισιώσει το περσινό No1 του Draft, Λόνζο Μπολ, αντ’ αυτού οι Λέικερς προτίμησαν έναν παίκτη με χαρακτηριστική αδυναμία στο σουτ σε όλη του την καριέρα και με ιδιότροπο χαρακτήρα.
Πρώτος στόχος τους ήταν να αποφορτίσουν τον ΛεΜπρόν από το κατέβασμα της μπάλας και τη δημιουργία αλλά κι έναν ενδεχόμενο μέντορα για τον Μπολ. Δεδομένης της ύπαρξης του Βασιλιά οι ιθύνοντες του οργανισμού ευελπιστούν πως οι ισορροπίες στα αποδυτήρια δεν θα διαταραχθούν και θα υπάρξει μια νηνεμία, στοιχείο απαραίτητα για την επιτυχή πορεία της ομάδας.
Για το λόγο αυτό αποφάσισαν να ρισκάρουν ακόμα περισσότερο αποκτώντας αθλητές με δεδομένα προσόντα αλλά έκρυθμους χαρακτήρες.
Ο Λανς Στέφενσον, γνωστός για τις μνημειώδεις κόντρες του με τον Τζέιμς, αποτελεί ένα τέτοιο άτομο. Αξιόπιστος all-round παίκτης που μπορεί να προσφέρει και δημιουργικά και αμυντικά. Αντιστοίχως και ο Μάικλ Μπίσλι, ένας εξαιρετικός σκόρερ που έχει αντιμετωπίσει ουκ ολίγα προβλήματα με τον νόμο. Τέλος, ο Τζαβέλ ΜακΓκί θα αποτελέσει τον αθλητικό σέντερ/rim protector (κι όχι κατά συνθήκη όπως ήταν ο Τρίσταν Τόμπσον) που δεν είχε ποτέ ο Τζέιμς στους Καβαλίερς. Περισσότερο γνωστός για τις γκάφες του, ο ΜακΓκί κατάφερε να πανηγυρίσει δύο πρωταθλήματα με τους Γουόριορς και ήθελε αλλαγή σκηνικού. Ήταν εξαιρετικά χρήσιμος για την ομάδα του Στιβ Κερ, καλούμενος να κάνει μονάχα αυτά στα οποία είναι καλός (ριμπάουντ, αθλητικότητα, αποτελεσματικό παιχνίδι ψηλά).
Οι τέσσερις προαναφερθέντες έχουν μάλιστα “βαφτιστεί” ως MUD από τον ίδιο τον ΛεΜπρόν. “Misunderstood, Underappreciated, Determined”, δηλαδή παρεξηγημένοι, υποτιμημένοι, αποφασισμένοι!
Αυτό που διαφαίνεται είναι πως οι Λέικερς έχουν κατά νου την καλλιέργεια ενός σκληροτράχηλου μενταλιτέ. Βετεράνοι με έντονες προσωπικότητες που θα προδώσουν physicality στο παιχνίδι της ομάδας του Λουκ Γουόλτον και (για να το θέσουμε πιο λαϊκά) θα κόψουν τον τσαμπουκά των αντιπάλων. Οι “λιμνάνθρωποι” είναι ένα σύνολο που διαθέτει νεαρούς παίκτες με το ταλέντο να ηγηθούν στο μέλλον αλλά όχι την κατάλληλη νοοτροπία. Κι αυτό θα επιχειρήσουν να διορθώσουν οι διοικούντες τον οργανισμό.
Η δημιουργική δεινότητα και το all-around παιχνίδι του Μπολ, ο οποίος έχει βελτιώσει εντυπωσιακά τη σωματική του μάζα κατά την off-season ενώ έχει διαφοροποιήσει και τη μηχανική του σουτ, μπορεί να συνταιριάξει ιδανικά με την έκπληξη της περσινής σεζόν, που ακούει στο όνομα Κάιλ Κούζμα. Ερωτηματικό εξακολουθεί να παραμένει ο, επονομαζόμενος και, νέος Κέβιν Ντουράντ, Μπράντον Ίνγκραμ. Στην preseason έδειξε δείγματα που ενδέχεται να αποτελούν προάγγελο της break-out season του, αλλά είναι εξαιρετικά νωρίς για να υποστηρίξουμε κάτι τέτοιο με βάσιμες υποθέσεις.
Απαιτείται πνευματική σκλήρυνση αλλά και το winning mentality να μπολιαστεί στο DNA των παικτών. Όλα αυτά υπό το προπονητικό πρίσμα του νεαρού κόουτς της ομάδας, ο οποίος έχει δείξει ελπιδοφόρο έργο και διαφαίνεται πως έχει τα φόντα να διακριθεί στην άκρη του πάγκου.
Εν κατακλείδι, όμως, τα πάντα θα κριθούν από την παρουσία του ΛεΜπρόν. Ο “Βασιλιάς” αναμένεται να παρουσιαστεί διαφορετικός φέτος. Ρεπορτάζ από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, κάνουν λόγο για μετατόπιση του πεδίου δράσης του βαθύτερα στη ρακέτα. Αποφορτισμένος από το δημιουργικό κομμάτι και την ανάγκη να κάνει τα πάντα, όπως συνέβαινε ιδίως πέρσι στους Καβαλίερς, ο Τζέιμς ενδέχεται να κατέβει περισσότερο συχνά στο “4” και να λειτουργεί ως point forward.
Σε αυτή τη θέση είχε παίξει κατά κόρον στο Μαϊάμι, τη γνωρίζει κι έχει (και με το παραπάνω) όλο το skill set για να αποτελέσει τον δημιουργό της ομάδας από τη ρακέτα. Πιθανότατα να έχει έναν ρόλο αντίστοιχο του Ντρέιμοντ Γκριν στους Γουόριορς, με σαφώς μεγαλύτερο εύρος αρμοδιοτήτων και σε πολλές περιπτώσεις ως focal point της επίθεσης.
Είναι δυνατότερος, γρηγορότερος και πιο οξυδερκής από τη συντριπτική πλειοψηφία των power forwards της λίγκας. Μπορεί να βγει στην περιφέρεια, να κάνει το ντράιβ από οποιαδήποτε πλευρά και να μοιράσει ασίστ από το Low ή το high post ακόμα κι ως Playmaker.
Αποτελεί μεγάλο ερωτηματικό το κατά πόσο ο ΛεΜπρόν θα δεχθεί να αλλάξει το παιχνίδι του και να ενταχθεί σε ένα στυλ παιχνιδιού που εστιάζει στο σύνολο και όχι στον ηγέτη. Ο Λουκ Γουόλτον αποτέλεσε έναν εκ των στενών συνεργατών του Στιβ Κερ κατά την οικοδόμηση των Γουόριορς και οι δικοί του Λέικερς έχουν χτιστεί σε αυτές τις βάσεις, δηλαδή τη “Motion offense”. Διαρκής κίνηση χωρίς τη μπάλα, off-ball screens, ανελέητο passing game, υψηλός ρυθμός, πίεση και έλλειψη εγωκεντρισμού.
Το one-man show του Τζέιμς δύσκολα μπορεί να συνταιριάξει σε αυτό το στυλ, όπως κι αυτή η φιλοσοφία δεν μπορεί να συνάδει με έναν παίκτη που έχει χτίσει τον μύθο του όντας ο απόλυτος ηγέτης που μονοπωλεί τις κατοχές της ομάδας του (χωρίς να το τονίζουμε απαραίτητα ως αρνητικό). Μένει να δούμε πώς θα μπαλανσαριστεί η κατάσταση και ποιος θα κάνει τις περισσότερες υποχωρήσεις.
Πιθανότατα ο Γουόλτον δύσκολα θα καταφέρει να παραμερίσει τον εγωισμό του ΛεΜπρόν, ωστόσο ο τελευταίος βρίσκεται σε ένα franchise πολύ μεγαλύτερο από το όνομα του (το αντίθετο από το Κλίβλαντ) και ενδεχομένως να μην έχει την επιρροή (τουλάχιστον στην αρχή) να διαμορφώνει καταστάσεις υπέρ του.
Πάντοτε, όμως, όταν η μπάλα θα καίει και θα ζυγίζει “200 κιλά”, ο “Βασιλιάς” θα είναι εκεί για να βγάλει τα “κάστανα” από τη “φωτια” και να πάρει την ομάδα στις πλάτες του. Για να το κάνει αποτελεσματικότερα χρειάζεται να περιορίσει το εύρος των αρμοδιοτήτων του ώστε να διαχειρίζεται καλύτερα τις δυνάμεις του και να μην είναι εξουθενωμένος, όπως φάνηκε στα περισσότερα ματς των περσινων Τελικών (αλλά και νωρίτερα).
Verdict
Αν έπρεπε να ποντάρουμε κάπου, θα λέγαμε πως οι Σέλτικς έχουν όλα τα φόντα ώστε, όχι απλά να βγουν “από πάνω” στη νέα Version του Rivalry, αλλά να πάνε μέχρι το τέλος και να εκθρονίσουν τους “Πολεμιστές”.
Οι Λέικερς βρίσκονται σε ένα μεταβατικό στάδιο αλλά μετά από 2.5 χρόνια έχουν ξανά έναν ηγέτη αντάξιο της ιστορίας και της λάμψης τους για να τους καθοδηγεί. Όταν τα πράγματα θα σκουραίνουν και θα βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο, ο “Βασιλιάς” έχει αποδείξει πως μπορεί μόνος του να ανατρέψει την κατάσταση.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι μπροστά μας βρίσκεται μια συναρπαστική χρονιά. Αναμένουμε αγωνιωδώς για τις απαντήσεις πάνω στο παρκέ.
Υ.Γ.: Αν μπούμε στο “τριπάκι” των προβλέψεων θα υποστηρίζαμε πως οι Ουόριορς θα κάνουν το three-peat προτού αλλάξουν “δέρμα” το επόμενο καλόκαιρι…