Έχουμε κάθε λόγο να χαιρόμαστε για την… ελληνική σχολή προπονητών. Δεν είναι τυχαίο ότι σε κορυφαίες ομάδες (με σημαντικότερη την ΤΣΣΚΑ Μόσχας) εργάζονται με επιτυχία Έλληνες τεχνικοί. Και δεν είναι μόνο οι πρωτοκλασάτοι (Ιτούδης, Μπαρτζώκας, Σφαιρόπουλος) που δίνουν το στίγμα της «σχολής».
Είναι οι απανταχού Έλληνες προπονητές που εργάζονται από την Ιαπωνία και την Κίνα, μέχρι το Ιράκ και την Ευρώπη, όπου φανταστείτε. Σε κάθε χώρα υπάρχει κι ένας Έλληνας κόουτς να μεταδίδει τη φιλοσοφία του σκεπτόμενου μπάσκετ. Φυσικά, στο ελληνικό πρωτάθλημα οι περισσότερες ομάδες εμπιστεύονται τα ελληνικά χέρια.
Ωραία όλα αυτά, αλλά από τη στιγμή που έχουμε το… εργοστάσιο, δεν πρέπει να συνεχίσουμε την παραγωγή; Κι αν μάλιστα πηγαίνει καλά κι έχει αυξήσει κατακόρυφα τις εξαγωγές, πρέπει να το κάνουμε με τον πλέον πειστικό τρόπο. Έλα, όμως, που εδώ είναι Ελλάδα, δεν είναι παίξε γέλασε…
Για να γίνει σχολή προπονητών περίμεναν αρκετό καιρό κι όταν έγινε 380 έδωσαν και πέρασαν. Περίμεναν να πάρουν τα πτυχία και να μπορούν να κοουτσάρουν, αλλά οι 250 από τους 380 ατύχησαν. Το γιατί είναι το καλύτερο: Τα σωματεία στα οποία αγωνίζονταν δεν είχαν τη σχετική αθλητική αναγνώριση, άρα δεν αναγνωρίζεται η αθλητική τους προϋπηρεσία! Πώς είπατε;
Άντε, να δεχθώ (καθ’ υπέρβαση) πως αν κάποιος αγωνίζονταν στην «Κάτω Τραχανοπλαγιά» έμπλεξε. Εδώ απέρριψαν -κι αυτό είναι μόνο ένα από τα παραδείγματα- τον Αντώνη Ασημακόπουλο, ο οποίος έχει αγωνιστεί σε Άρη, Κολοσσό κτλ. Και πρέπει ο συγκεκριμένος κι ο καθένας από τους 250 να γνωρίζει, πριν υπογράψει, αν έχει αθλητική αναγνώριση η ομάδα του;
Φταίει ο παίκτης που πήγε δίχως να γνωρίζει και δεν φταίνε οι υπεύθυνοι οι πολιτικοί ταγοί του αθλητισμού, οι οποίοι επιτρέπουν στις ομάδες να παίζουν δίχως να έχουν τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα; Κι αλήθεια, αν οι παίκτες (νυν και πρώην) έπρεπε να έχουν γνώση για το αν υπάρχει αθλητική αναγνώριση στα σωματεία, αλήθεια αυτά τα σωματεία ψηφίζουν κανονικά στις εκλογές της ΕΟΚ; Προσμετρούνται ως αθλητική δύναμη;
Δεν γνωρίζουμε, απλά ρωτάμε…