Στις ΗΠΑ είναι μια συνηθισμένη εικόνα, αυτή μιας ομάδας που αποσύρει τη φανέλα με κάποιο νούμερο για να τιμήσει έναν πρώην αθλητή της. Στην Ευρώπη όμως και ειδικά στην Ελλάδα, είναι κάτι ξεχωριστό. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως αυτό έκαναν μόνο ο Άρης με το Νο6 του Νίκου Γκάλη, ο Πανιώνιος με το Νο4 του Φάνη Χριστοδούλου, ο Απόλλων Πατρών με το Νο7 του Κώστα Πετρόπουλου, η ΑΕΚ με το Νο10 του αείμνηστου Γιώργου Αμερικάνου και ο Παναθηναϊκός με το Νο4 του Φραγκίσκου Αλβέρτη. Σε αυτή τη μικρή λίστα θα μπει στις αρχές της επόμενης σεζόν και το Νο13 για τον Παναθηναϊκό για χάρη του Δημήτρη Διαμαντίδη.
Τα κατορθώματα του βετεράνου πια γκαρντ με αυτή τη φανέλα έχουν καταγραφεί, ειδικά τους τελευταίους μήνες, άπειρες φορές. Ο Διαμαντίδης φόρεσε τη φανέλα με το Νο13 για 12 συνεχόμενα χρόνια όμως είχε την ιστορία της και πριν από αυτόν για τον Παναθηναϊκό. Δεδομένου ότι δεν θα εμφανιστεί στο μέλλον άλλος παίκτης με αυτόν τον αριθμό στην πλάτη, έχει την αξία του να θυμηθούμε ποιοι ήταν εκείνοι που αγωνίστηκαν με αυτόν, πριν τον “3D”. Συνολικά ήταν οχτώ, στα χρόνια του επαγγελματικού Πρωταθλήματος.
Την περίοδο 1992-93 το “13άρι” του Παναθηναϊκού ήταν ο Άριεν Κόμαζετς. Ο Κροάτης “μπομπέρ” σε 36 παιχνίδια Πρωταθλήματος είχε μέσο όρο 21,6 πόντων με τρομερά ποσοστά ευστοχίας (80% στις βολές, 65% στα δίποντα και 49% στα τρίποντα). Στη διετία 1993-95 αγωνίστηκε με αυτόν τον αριθμό στην πλάτη ο Γιάννης Παπαγιάννης ερχόμενος από τον Απόλλωνα Πατρών. Μέτρησε συνολικά 30 παιχνίδια Πρωταθλήματος. Ακολούθησε την περίοδο 1995-96 ο Τζανής Σταυρακόπουλος με 23 συμμετοχές Πρωταθλήματος πριν πάρει τη συγκεκριμένη φανέλα ο Ισπανός Φεράν Μαρτίνεθ τη διετία 1996-98 αγωνιζόμενος σε 46 αγώνες της Basket League με μέσους όρους 6,9 πόντων και 4,3 ριμπάουντ.
Στην τριετία 1998-2001 το Νο13 φορούσε στην πλάτη του ο Αμερικανο-Ιρλανδός Πάτρικ Μπερκ. Σε 89 συμμετοχές Πρωταθλήματος είχε μέσους όρους 5 πόντων και 3,3 ριμπάουντ. Ακολούθησαν ο Κόρεϊ Αλμπάνο την περίοδο 2001-02 (σε 24 παιχνίδια είχε 4,4 πόντους και 2,4 ριμπάουντ), ο Γιούριτσα Ζούζα την περίοδο 2002-03 (σε 16 αγώνες Πρωταθλήματος είχε 4 πόντους και 2,3 ριμπάουντ) και ο Γιάννης Γκαγκαλούδης την περίοδο 2003-04 (σε 11 συμμετοχές είχε 3 πόντους και 1,1 ασίστ).