Ο Βίλχελμ Ράιχ είχε γράψει (με τον παραπάνω τίτλο) ένα βιβλίο, κάπου στο τέλος της δεκαετίας του ’40. Μεταξύ άλλων έγραψε, αυτός ο εξαιρετικά ανήσυχος Κομμουνιστής, ο οποίος ήρθε σε ρήξη με τους συντρόφους του (δευτερευόντως ήταν και ψυχαναλυτής, άρα έχει πράγματα να μας πει), καθώς δεν χωρούσε… πουθενά το ελεύθερο, ανυπόταχτο πνεύμα του:
“Ξέρεις, Ανθρωπάκο, πως θα ένιωθε ένας αητός άμα έκλωθε αυγά μιας κότας; Αρχικά ο αητός νομίζει ότι θα κλωσήσει μικρά αετόπουλα, που θα μεγαλώσουν. Μα εκείνο που βγαίνει από τα αυγά δεν είναι παρά μικρά κοτόπουλα. Απελπισμένος ο αητός εξακολουθεί να ελπίζει πως τα κοτόπουλα θα γίνουν αητοί. Μα που τέτοιο πράγμα! Τελικά δεν βγαίνουν παρά κότες που κακαρίζουν.
Όταν ο αητός διαπιστώνει κάτι τέτοιο, βρίσκεται στο δίλημμα αν πρέπει να καταβροχθίσει όλα τα κοτόπουλα και τις κότες που κακαρίζουν. Μα συγκρατείται. Κι ό,τι τον κάνει να συγκρατηθεί είναι μια μικρή ελπίδα, πως ανάμεσα στα τόσα κοτόπουλα, μπορεί κάποτε να βρεθεί ένα αητόπουλο, ικανό σαν εκείνον τον ίδιο, ένα αητόπουλο που από την ψηλή φωλιά του θ’ ατενίζει μακριά κόσμους καινούριους, σκέψεις καινούριες, καινούρια σχήματα ζωής”.
Άκου ανθρωπάκο, που κρύβεσαι πίσω από τη σοβαροφάνεια της γραβάτας κι ας φοράς (ενίοτε) από κάτω σαγιονάρες: Απόψε η μισή Ελλάδα φώναζε δύο συνθήματα, στο Σύνταγμα: “ΟΧΙ” και “Αλήτες Ρουφιάνοι Δημοσιογράφοι“. Αν εσένα δεν σ’ ενοχλεί, εμένα (που μπροστά σου είμαι ο “κανένας“) με πονάει.
Άκου ανθρωπάκο, αντιλαμβάνομαι ότι εκτελείς άνωθεν εντολές, όταν απομακρύνεις από το… μεγάλο σου μικρόφωνο καθέναν που έχει διαφορετική άποψη, όμως η δημοσιογραφία είναι η τελευταία γραμμή άμυνας του πολίτη. Είναι η δική του φωνή, μέσα από το δικό σου λαρυγγισμό. Δεν είναι ούτε η φωνή του Μπόμπολα, ούτε η φωνή του Αλαφούζου (και των άλλων).
Άκου ανθρωπάκο, για μένα (και πολλούς άλλους “ανώνυμους” του χώρου, αλλά και για τους συντρόφους μου στα ΜΜΕ που δουλεύουμε) δημοσιογραφία σημαίνει αντίσταση στο κατεστημένο. Και δεν κατέβηκα από κανένα ροζ συννεφάκι, υπάρχουν συνάδελφοι που δίνουν καθημερινά μάχη με εκδότες και καναλάρχες, που δεν λειτουργούν ως “παπαγαλάκια“. Η στάση σου μάς προσβάλει.
Άκου ανθρωπάκο, εγώ έχω στο πορτοφόλι μου την ταυτότητα της ΕΣΗΕΑ και θέλω να συνεχίσω να τη δείχνω χωρίς να ντρέπομαι. Προφανώς δεν είμαστε ίδιοι, αλλά σ’ αυτή τη χώρα “ό,τι δηλώσεις είσαι” κι εσύ δηλώνεις (γιατί;) “δημοσιογράφος“.
Άκου ανθρωπάκο, δεν ξέρω (και δεν με νοιάζει) αν στο δημοψήφισμα ψηφίσεις ΝΑΙ. Στη δουλειά μας, όμως, που είναι κάτι παραπάνω από μια απλή δουλειά, η πορεία καθενός γράφεται από τα ΟΧΙ που θα πει. Κι εσύ βλέπω ότι συνήθισες να σκύβεις το κεφάλι, να αποδέχεσαι την άποψη του αφεντικού, ως άποψή σου.
Άκου ανθρωπάκο, όσο πιο ψηλά ανεβαίνει η μαϊμού, τόσο φαίνεται ο γυμνός της κώλος. Κι αν εσένα δεν σε ενοχλεί, εμάς το να μας στοιχίζουν μαζί σου, μας προσβάλει.
Άκου ανθρωπάκο, την Κυριακή θα έχουμε ένα αποτέλεσμα. Είτε ΝΑΙ, είτε ΟΧΙ, τη Δευτέρα, θα είμαστε πάλι εδώ. Θα κυκλοφορούμε στους ίδιους δρόμους. Θα συναντάμε τους ίδιους ανθρώπους, πολλοί εξ αυτών δεν παίρνουν τον μισθό που λαμβάνεις εσύ τον μήνα, ούτε σε έναν χρόνο. Το στοίχημα δεν είναι αν θα βγει το “ΝΑΙ“, ή το “ΟΧΙ“. Το στοίχημα είναι αν θα μπορείς να τους κοιτάξεις στα μάτια.
Άκου ανθρωπάκο, αυτό το κείμενο έχει μία υπογραφή. Ασήμαντη. Θα μπορούσε να υπογράφεται από εκατοντάδες συναδέλφους, που είναι Δημοσιογράφοι με “Δ” κεφαλαίο. Με σιγουριά θα μπορούσε να υπογράφεται από εκατοντάδες σπουδαστές, που φιλοδοξούν να γίνουν δημοσιογράφοι.
Άκου ανθρωπάκο. Όχι εμένα, αλλά τη φωνή μέσα σου. Όταν ξεκίνησες, δεν είχες σκοπό να γίνεις υποτακτικός της εξουσίας. Όταν ξεκίνησες είχες οράματα και ιδεολογία. Σε ξέρω καλά, στα ίδια σοκάκια περπατήσαμε. Κάτσε και σκέψου, το παιδί που ήσουν κάποτε, να είναι άραγε περήφανο γι’ αυτό που έχεις γίνει;