Στην Ρουμανία μια από τις ομάδες που πρωταγωνιστεί, είναι η Ροβινάρι του Ανδρέα Γλυνιαδάκη. Ο εν λόγω σύλλογος κατάφερε να φτάσει στους “4” του πρωταθλήματος, ενώ δίνει βροντερό παρών και στις ευρωπαϊκές διασυλλογικές διοργανώσεις, όπως είναι το Γιούροτσάλλεντζ, όπου έχει φτάσει επίσης στους “4” καλύτερους.
Η επιτυχίες όμως αυτές, ανήκουν στον Κύπριο προπονητή της ομάδας, Αντώνη Κωνσταντινίδη. Ο 41χρονος βιώνει μοναδική εμπειρία στη Ρουμανία. Ο κ. Κωνσταντινίδης μίλησε στην επίσημη ιστοσελίδα του ΣΕΠΚ (sepk.gr) για αυτή τη μοναδική εμπειρία που ζει φέτος.
Αναλυτικά όσα δήλωσε:
“Ήταν κάτι, όμως, που προετοίμαζε από καιρό. “Την έψαχνα αυτή την ευκαιρία 2–3 χρόνια. Οι συνθήκες στην Κύπρο δεν ήταν καλές για έναν επαγγελματία προπονητή, οπότε ήταν λογικό να στρέψω το βλέμμα μου στο εξωτερικό. Είχα μιλήσει και πέρσι με την ομάδα, αλλά τότε δεν ήθελα να φύγω από το ΑΠΟΕΛ. Φέτος το καλοκαίρι πήρα τη μεγάλη απόφαση” τόνισε απόλυτα δικαιωμένος για την απόφαση του. Εξάλλου η Ροβινάρι αυτή τη στιγμή τερμάτισε για πρώτη φορά στην ιστορία της στην πρώτη 4άδα της κανονικής περιόδου, ενώ συνεχίζει και το ευρωπαϊκό της ταξίδι, έχοντας πάρει το εισιτήριο για το φάιναλ–φορ του Eurochallenge, όπου θα αντιμετωπίζει στην Τραπεζούντα την ισχυρή Τρανζοσπόρ.
“Η ατυχία μας είναι ότι το φάιναλ–φορ γίνεται στην έδρα του αντιπάλου. Θα κάνουμε όμως ότι μπορούμε. Εξάλλου, μες στη χρονιά κερδίσαμε αρκετά καλές ομάδες” πρόσθεσε ο Αντώνης Κωνσταντινίδης, που παραδέχτηκε ότι η υπηκοότητα του ήταν ένα εμπόδιο αρχικά για να κάνει το άλμα στο εξωτερικό. “Δεν είναι εύκολο να λες ότι είσαι Κύπριος προπονητής. Υπάρχει δυσπιστία και η εθνικότητα ήταν ένα πρόβλημα, καθώς προηγείτο του βιογραφικού μου. Αγαπάω πολύ το μπάσκετ, όμως. Είναι η αρρώστια μου, οπότε έπιασα την ευκαιρία από τα μαλλιά”.
Το επίπεδο του μπάσκετ στη Ρουμανία είναι υψηλό, όπως παραδέχτηκε, τονίζοντας παράλληλα ότι ο αθλητισμός είναι μέρος της κουλτούρας των Ρουμάνων. Στόχος του πλέον είναι το καλύτερο δυνατό φίνις στη σεζόν με τη Ενέρτζια Ροβινάρι και μια διεθνή καριέρα, ενδεχομένως και στην Ελλάδα “που αποτελεί πάντα έναν μεγάλο στόχο“. Ολοκληρώνοντας ο ίδιος θεωρεί ότι το δικό του ταξίδι είναι “μια ευκαιρία να διαφημιστεί το κυπριακό μπάσκετ. Είναι ίσως και ο μοναδικός δρόμος για τους κύπριους προπονητές, οι οποίοι έχουν πολύ υψηλό επίπεδο”