Μέρες που είναι, ήθελα να γράψω κάτι πιο… αγαπησιάρικο, αλλά δεν με αφήνουν. Έκανα το λάθος να μπω στην ηλεκτρονική γειτονιά (facebook) και διάβασα πάλι τα φοβικά ξεκατινιάσματα, ανθρώπων που έμαθαν να ανησυχούν ακόμα και στις πιο ήσυχες στιγμές της ζωής τους. Δεν έμαθαν, τους έμαθαν να φοβούνται. Γιατί μόνο μέσα από τον φόβο μπορεί να κυριαρχήσουν, αυτοί που κατακτούν την εξουσία διαχειριζόμενοι τον φόβο σας.
Τις τελευταίες ημέρες “παίζει” πολύ η… είδηση ότι ένας Αλβανός αρτοποιός προσλαμβάνει μόνο αλβανικής καταγωγής υπαλλήλους, αν και ο φούρνος του βρίσκεται σε ελληνικό έδαφος. Για να προχωρήσει ο “διάλογος“, κρατώ ως πραγματική την είδηση (χωρίς να τη διασταυρώσω) κι ερωτώ: Και;
Όταν ένας Έλληνας στη Σουηδία, στην Αμερική ή στην Αυστραλία, κι όπου γης, προσλαμβάνει ομοεθνείς είναι πατριώτης. Όταν το πράττει ο Αλβανός είναι σφετεριστής της γης μας κι αγνώμονας. Λες κι οι δικοί μας, που -μετά από αγώνα και κόπους δεκαετιών- απόκτησαν δική τους επιχείρηση, την είχαν κληρονομήσει από τον παππού τους.
Το ότι υπάρχουν Αλβανοί, Τούρκοι, Γερμανοί, Ρώσοι ρατσιστές, είναι σημείο αναφοράς για τους Έλληνες ρατσιστές; “Περαστικά σου ηλίθιε… Συνέχισε να ταΐζεις ξένους και να σκοτώνεις τους δικούς σου” αναφέρει σε μια αποστροφή του ο συγγραφέας του κειμένου, πως ως τίμιος ρατσιστής δεν επιτρέπει σε αλλοεθνείς ρατσιστές να δραστηριοποιούνται στα χωράφια του.
Κάθε ρατσιστής στον τόπο του. Απίστευτη λογική του παραλόγου, αλλά μπορεί κανείς να αναζητήσει λογική στον ρατσισμό; Ποιος τροφοδοτεί τα ρατσιστικά ένστικτα του ανθρώπου; Ο φόβος.
“Οι ξένοι θα μας πάρουν τις δουλειές” φωνάζουν αυτοί που ταυτόχρονα αποθεώνουν τους απανταχού Έλληνες που διακρίνονται στο εξωτερικό, έχοντας πάρει δουλειές από ντόπιους (σύμφωνα με τη δική τους λογική τού παραλόγου).
“Οι ξένοι κλέβουν, σκοτώνουν, βιάζουν” στέλνουν μήνυμα, λες κι η παραβατικότητα, η εγκληματικότητα, έχουν συγκεκριμένη χώρα προέλευσης.
Ο μηχανισμός του φόβου λειτουργεί άλλοτε με εθνικότητες (“οι Αλβανοί σου παίρνουν τη δουλειά“), άλλοτε με σεξουαλικά κριτήρια (“το aids κολλάει από τους ομοφυλόφιλους“), άλλοτε με πολιτικούς προσδιορισμούς (“οι κομμουνιστές θα σας πάρουν τα σπίτια“). Και να, που εντέλει, χάνεις το σπίτι σου από φιλελεύθερες (κατ’ ευφημισμό) κυβερνήσεις, που χάνεις τη δουλειά σου από Έλληνες βιομηχάνους, οι οποίοι πλουτίζουν στην πλάτη σου και σε πετάνε σαν στημένη λεμονόκουπα, να που το aids δεν είναι “προνόμιο” των ανθρώπων που έχουν διαφορετική σεξουαλική προτίμηση από σένα.
Σε μαθαίνουν να φοβάσαι, σε κάνουν πειθήνιο όργανό τους, διαχειριζόμενοι τον μηχανισμό του τρόμου, που με μαεστρία καθημερινά ενσταλάζουν στο αίμα σου. Ο ρατσισμός έχει χίλια πρόσωπα, άλλοτε αντιμετωπίζει με σιχασιά τον Αλβανό κι άλλοτε τον επαρχιώτη, άλλοτε τον ανάπηρο κι άλλοτε τον χοντρό, τον τύπο με τα σκουλαρίκια στη μύτη.
Όταν έκαναν τατουάζ ο ναυτικός, ο φυλακόβιος, ήταν περιθωριακά στοιχεία. Όταν το έκανε ο Μπέγκαμ, ή η Αγγελική Ηλιάδη, μετατράπηκε σε μόδα κι έργο τέχνης. Όταν ένας Αφρικανός πουλάει “μαϊμού τσάντες” στον δρόμο είναι σκυλάραπας κι όταν φοράει ακριβό ρολόι και λέγεται Τζόρνταν είναι ίνδαλμα.
Όλοι αυτοί που προσβλήθηκαν από τον ιό του ρατσισμού, θεωρούν αυτονόητο πως οι μέρες που διανύουμε τους ανήκουν. Γιατί είναι μια από τις τρεις γωνίες του ισόπλευρου τριγώνου “πατρίς – θρησκεία – οικογένεια“. Ξεχνούν, βεβαίως, πως οι “ημέρες αγάπης” δεν εξαιρούν Αλβανούς, Σομαλούς, Φιλιππινέζους, ότι δεν είναι μόνο για Έλληνες.
Όπως ξεχνούν πως γι’ αυτήν την πατρίδα πολέμησαν και τυπάκια, σαν τον λόρδο Βύρωνα, που δεν γεννήθηκαν στο Κολωνάκι. Τί αστείο να κατοικείς στον Βύρωνα (για παράδειγμα) και να είσαι ρατσιστής…
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, ο φίλος Χρήστος Χαραλαμπόπουλος, έχει πολύ δίκιο: Χρόνια πολλά σε όλους, εκτός απ’ τα καθάρματα…