Η Σλοβενία παρά τις πολλές και τρανταχτές απουσίες κατάφερε να πραγματοποιήσει εξαιρετική πορεία στο Παγκόσμιο Κύπελλο, φτάνοντας μέχρι τη φάση των “8” όπου έπεσε πάνω στο ανυπέρβλητο εμπόδιο των NBAers του Μάικ Σιζέφσκι.
Ο Στέφανος Δέδας, ήταν άμεσος συνεργάτης του Γιούρι Ζντοβτς στον σλοβενικό πάγκο και μίλησε στην επίσημη ιστοσελίδα του ΣΕΠΚ για την εμπειρία που έζησε, την πορεία της ομάδας του αλλά και της Ελλάδας ενώ έκανε και γενικές τοποθετήσεις ως προς το τουρνουά αλλά και το άθλημα.
Αναλυτικά όσα δήλωσε:
“Είμαστε ευχαριστημένοι. Πήγαμε αρκετά καλά. Θα μπορούσαμε να πάμε ακόμη καλύτερα αν κερδίζαμε τη Λιθουανία στη φάση των ομίλων και δεν πέφταμε πάνω στην Αμερική στους “8“. Αντιμετωπίσαμε όμως αυτό το πρόβλημα, έτσι όπως είναι το σύστημα διεξαγωγής. Έτσι την έπαθε και η Ελλάδα για παράδειγμα, που ενώ ήταν πρώτη έπαιξε με τη Σερβία.
Μετά τα πρώτα φιλικά οι περισσότεροι ήταν αρνητικοί και λόγω του τρόπου που παίξαμε και λόγω των αποτελεσμάτων, ειδικά μετά το τουρνουά στη Λιθουανία που δεν ήμασταν καλοί. Όλοι πίστευαν ότι αυτή η ομάδα δεν θα κάνει τίποτα το ιδιαίτερο. Εμείς, όμως, ετοιμάζεται την ομάδα ώστε να είναι δυνατή στο ξεκίνημα του τουρνουά και ειδικά στο παιχνίδι με την Αυστραλία που ήταν το ματς-κλειδί για να ξεκινήσουμε καλά τη διοργάνωση.
Όπως λέει και ο Γιούρι τον χαρακτήρα μια ομάδα τον χτίζει μέσα στο τουρνουά. Όχι πριν. Δεν έχει σημασία αν παίζεις καλά στην προετοιμασία ή όχι. Τα φιλικά δεν σημαίνουν τίποτα. Αυτό που μάθαμε είναι ότι για να πας ψηλά δνε μπορείς να είσαι τέλειος. Χρειάζεται να φας τη σφαλιάρα σου, νωρίς όμως και όχι στα νοκ-άουτ. Η Ελλάδα για παράδειγμα πήγε πολύ καλά στον όμιλο, αλλά στο πρώτο καθοριστικό ματς δεν ήταν όπως έπρεπε. Καμιά φορά χρειάζεται να προσγειωθείς σε μια φάση που η ήττα δεν θα είναι τόσο οδυνηρή. Το αντίθετο παράδειγμα του πως μια ομάδα χτίζει τον χαρακτήρα της μέσα στο τουρνουά είναι η Σερβία, που είχε προβλήματα στην πρώτη φάση, αλλά τώρα δείχνει δυνατή.
Αυτά τα τουρνουά είναι 1-2 κομβικά ματς. Δεν είναι πάντα αντιπροσωπευτικά της αξίας της ομάδας. Μια καλή ομάδα μπορεί να καταστραφεί σε μια βραδιά. Οπότε το νόημα είναι ο κόσμος να είναι χαρούμενος με αυτό που βλέπει. Να δουν καλό μπάσκετ, να δουν μέλλον, να δουν νέους παίκτες. Το αν θα πας καλά εξαρτάται από ένα σουτ, από μια ημέρα, ή τη διαιτησία”.
Όσο για το πως έκρινε την πορεία της ομάδας ο κόσμος της Σλοβενίας:”
Ήταν χαρούμενοι. Είχαμε αρκετό κόσμο και στα Κανάρια και στη Βαρκελώνη. Είμαστε ευχαριστημένοι, διότι σε πέντε παιχνίδια στον όμιλο είχαμε μόνο ένα κακό δεκάλεπτο, το τελευταίο με τη Λιθουανία. Ήταν η μοναδική κακή μας παρένθεση. Παίξαμε πάρα πολύ καλά, ακόμη και παίκτες που δεν περιμέναμε ούτε εμείς.
Κι εμείς ως τεχνικό τιμ είμαστε χαρούμενοι. Νομίζω ότι θα πηγαίναμε ακόμα καλύτερα αν ήμασταν πιο τυχεροί ή πιο πονηροί και χάναμε επίτηδες από την Αγκόλα όταν είχαμε την ευκαιρία. Σε αυτή την περίπτωση θα είχαμε βγει εμείς τρίτοι αν χάναμε στο τελευταίο ματς, ή πρώτοι αν κερδίζαμε. Όπως έκαναν, δηλαδή, οι Αυστραλοί. Ο Γιούρι όμως δεν ήθελε να χάσουμε επίτηδες”.
Επηρέασε την ομάδα τα όσα έγιναν στο Αυστραλία-Αγκόλα;
“Ασφαλώς. Με το που χάσαμε από τη Λιθουανία συνειδητοποιήσαμε ότι το ταβάνι μας πλέον είναι οι προημιτελικοί. Θεωρητικά είναι αδύνατο να κερδίσεις την Αμερική. Ειδικά εμείς με το υλικό που είχαμε. Υπήρχε απογοήτευση, αλλά με τη νίκη επί της Δομινικανής Δημοκρατίας χαρήκαμε, το ίδιο και οι 3.000 Σλοβένοι που είχαν έρθει. Πήραμε μέρος στις εκδηλώσεις με την ομάδα και τον κόσμο και τελικά το τουρνουά έκλεισε με μια γλυκιά γεύση.
Όλοι ήταν ευχαριστημένοι αν αναλογισθούμε τα προβλήματα με τους περιορισμούς στο χρόνο συμμετοχής στα παιχνίδια και στις προπονήσεις του Ντράγκιτς, ή τον τραυματισμό του Έραζεμ Λόρμπεκ. Είχαμε ένα υλικό που απαρτιζόταν από παίκτες που ήταν αλλαγή σε μεσαίες ομάδες και όχι πρωταγωνιστές. Μια ομάδα με ρολίστες, αν εξαιρέσουμε τους αδερφούς Ντράγκιτς. Είχαμε αδυναμία στο καλάθι με παίκτες που ήταν σε όλη τους την καριέρα back-up. Ήταν δύσκολο να βρούμε λύσεις στη φροντ-λάιν. Το γεγονός ότι τερματίσαμε με ρεκόρ 5-2, έχοντας χάσει μόνο από τη Λιθουανία και την Αμερική είναι σίγουρα επιτυχία”.
Αναφερόμενος στα κομμάτια του παιχνιδιού που άφησαν ικανοποιημένους τόσο τον ίδιο, όσο και τον Γιούρι Ζντοβτς ο Στέφανος Δέδας υπογράμμισε:
“Είμαστε ευχαριστημένοι από την ομαδικότητα μας και την κυκλοφορία της μπάλας. Στα περισσότερα παιχνίδια παίξαμε ως ομάδα. Είχαμε εξάλλου και την εικόνα από το προηγούμενο Ευρωμπάσκετ, που η ομάδα έπαιζε ατομικά και παρορμητικά, ειδικά από τη στιγμή που όλα τα ματς γινόντουσαν με πολύ κόσμο στις εξέδρες. Τώρα βγάλαμε ομαδικότητα, είχαμε καλές επιλογές και περιορίσαμε τον αριθμό των λαθών. Πολλές φορές πετύχαμε να κατεβάσουμε τα λάθη μας κάτω από τα 10. Είμαστε ευχαριστημενοι από την βελτίωση της ομάδας στους τομείς που υστερούσε. Η περσινή ομάδα για παράδειγμα έκανε πέντε ήττες “εντός έδρας” επί της ουσίας”.
Για τους περιορισμούς που είχαν θέσει οι Φοίνιξ Σανς όσον αφορά τη χρησιμοποίηση του Γκόραν Ντράγκιτς σε φιλικά, αλλά και προπονήσεις:
“Είναι μεγάλο πρόβλημα. Είχε περιορισμό και στις προπονήσεις και στους αγώνες. Πήγαμε στην Κίνα χωρίς τον Ντράγκιτς, ενώ έπαιζε στο ένα φιλικό και όχι στο άλλο. Αυτό δημιουργούσε μια αναστάτωση στο χτίσιμο της ομάδας. Υπήρχε και ένας άνθρωπος των Σανς στην αποστολή, που μετρούσε τον χρόνο του. Για παράδειγμα στο φιλικό με την Ελλάδα έβγαινε ξαφνικά εκτός παρκέ. Αυτό επηρέασε την ομάδα και τους παίκτες που έβλεπαν τον Ντράγκιτς να κάνει ατομικό πρόγραμμα. Όλα αυτό ήταν έξω από την ευρωπαϊκή λογική“.
Ακόμη και έτσι η Σλοβενία έφτασε ως τους “8”, οπου κατάφερε να κοντράρει για ένα ημίχρονο την Αμερική.
“Δυστυχώς για εμάς που τους αντιμετωπίσαμε είναι μια ομάδα που δεν έχει μεγάλα αστέρια. Αν έπαιζαν με περισσότερα, ίσως να μπορούσαμε να τους κοντράρουμε περισσότερο, διότι θα έπαιζαν πιο μπλαζέ και με λιγότερη ενέργεια. Ο Χάρντεν για παράδειγμα στο πρώτο ημίχρονο ήταν ο… καλύτερος μας παίκτης. Δεν προσπαθούσε καθόλου. Αυτοί που παίζουν είναι πιο συνειδητοποιημένοι, πιο νέοι, πιο ενεργητικοί. Δεν έχουν τόσο ταλέντο όσο οι Ντουράντ, Μπράιαντ και Τζέιμς, αλλά παίζουν στο μάξιμουμ και έχουν βάθος.
Αυτό σε καταβάλει. Σιγά-σιγά αυτοί ανεβαίνουν και εσύ πέφτεις. Το μυστικό τους οποτε ειναι ότι δεν έχουν μεγάλα ονόματα, τη μισή 12άδα για παράδειγμα τη γνωρίζουν μόνο όσοι παρακολουθούν στενά το αμερικάνικο πρωτάθλημα”.
Συνολικά για το επίπεδο της διοργάνωσης σχολίασε ότι:
“Αλλάζει η γενιά των παικτών, γίνονται πιο αθλητικοί, πιο ενεργητικοί, έστω κι αν υστερούν σε μπασκετικό μυαλό. Αυτό κάνει τα παιχνίδια πιο αμφίρροπα, καθώς υπάρχουν λιγότερες σταθερές και μικρότερη παρέμβαση από τους προπονητές. Το 2009 είχαμε παίκτες με υψηλό μπασκετικό IQ, όπως είναι ο Σμόντις, ο Μπρέζετς, ο Λόρμπεκ ακόμα και ο Λάκοβιτς. Από τη νέα γενιά λείπει αυτός ο χαρακτήρας. Οπότε πιστεύω ότι το χαρακτηριστικό της διοργάνωσης ήταν η αλλαγή στο DNA των παικτών.
Για παράδειγμα η Λιθουανία έχει μεν δύο ψηλούς της νέας γενιάς, τον Μοντιεγιούνας και τον Βαλατσιούνας, ωστόσο αν δεν είχαν τους Λαβρίνοβιτς και τον Γιανκούνας δεν θα πήγαιναν τόσο καλά. Οι παλιοί τους έσωσαν σε αρκετά ματς, όπως με τη Νέα Ζηλανδία ή στο μεταξύ μας. Υπάρχουν, βέβαια και ομάδες που έχουν παίκτες με καλό μπασκετικό IQ όπως η Ελλάδα, αλλά βλέπουμε ξεκάθαρα αυτή τη μετάβαση από τους έξυπνους παίκτες, στους αθλητικούς-ενεργητικούς.
Επίσης είδαμε ότι όλες οι χώρες παίζουν μπάσκετ. Η Νέα Ζηλανδία ήταν πολύ καλή, το ίδιο και το Μεξικό που ήταν στον δικό μας όμιλο. Γνωρίζεις έτσι και άλλες σχολές, που πολύ συχνά ειναι δύσκολο να αντιμετωπίσεις. Αυτό είναι επίσης άλλο ένα χαρακτηριστικό των Παγκοσμίων Κυπέλλων“.
Ολοκληρώνοντας αναφέρθηκε και στο μέλλον του στην εθνική Σλοβενίας, όπου θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τον Γιούρι Ζντοβτς όπως κάνει και στην τούρκικη Γκαζιαντέπ:
“Έχουμε άλλον έναν χρόνο συμβόλαιο κι εφόσον προκριθούμε στους Ολυμπιακούς ή στο προ-ολυμπιακό τουρνουά θα συνεχίσουμε. Αυτός είναι οπότε ο στόχος μας και για αυτό αναμένεται του χρόνου μια συστράτευση στην εθνική Σλοβενίας“.