Η μουσική του συγκεκριμένου τραγουδιού, σε στίχους του Βασίλη Παπαδόπουλου, που τραγούδησε η κορυφαία Ελληνίδα τραγουδίστρια Ελένη Βιτάλη, δεν είναι του ρεπερτορίου μου. Όμως, οι φράσεις είναι ενδεικτικές της κατάστασης που βιώνουμε στο ελληνικό μπάσκετ. Εκεί όπου η λογική έχει -προ πολλού- χαθεί και η μόνη λύση είναι να… ανοίξουν τα τρελάδικα να βγει ο κόσμος έξω. Σάμπως οι δήθεν λογικοί που κυκλοφορούν ανάμεσά μας λιγότερη τρέλα κουβαλάνε; Αφήστε που είναι πιο επικίνδυνοι!
Ανοίξτε τα τρελάδικα
να βγει ο κόσμος έξω,
την τρέλα πια των γνωστικών
δε γίνεται ν’ αντέξω.
Βαρέθηκα, κουράστηκα και πόνεσα,
τα νιάτα μου στη λογική τα ξόδεψα.
Βαρέθηκα, κουράστηκα κι αηδίασα,
τα νιάτα μου στη λογική θυσίασα
Πάνε 2-3 χρόνια, έχω χάσει το μέτρημα πια, όταν έγραφα σε άλλο σχόλιο, με αφορμή παρόμοια με τη φετινή κατάσταση που βιώνουμε, πως “Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός είναι ευχή και κατάρα για το ελληνικό μπάσκετ”. Τα αφεντικά των δυο ομάδων, δε, έχουν βαλθεί καθημερινά να το επιβεβαιώνουν.
Συμπεριφορές, δηλώσεις, αυτοπροβολή χειρότερη κι από των οργανωμένων στρατών των ομάδων τους. Τραμπουκισμοί, στοχοποίηση, ύβρεις. Σε διαιτητές, παράγοντες άλλων ομάδων, δημοσιογράφους. Καλώς ήρθατε στον μαγικό κόσμο του ελληνικού μπάσκετ.
Εκεί όπου όταν η ομάδα κερδίζει μοιράζουμε συγχαρητήρια και στους οπαδούς του αντιπάλου, αλλά όταν χάνει φταίνε ο Βαρδινογιάννης, ο Μαρινάκης, ο Αλαφούζος, ο Βασιλακόπουλος και οι διαιτητές. Όχι, η Μέρκελ δεν φταίει -ακόμη- για τα χάλια μας.
Εκεί όπου πουλάμε Παναθηναϊκοφροσύνη και Ολυμπιακοφροσύνη σε έναν άτυπο συναγωνισμό Γιαννακόπουλου και Αγγελόπουλων για το ποιος θα πει τη μεγαλύτερη μπαρούφα. Ποιος θα κάνει μεγαλύτερο γκελ στους θερμοκέφαλους οπαδούς της ομάδας του.
Για τους πραγματικούς φιλάθλους (ναι, ζουν ανάμεσά σας/μας και αυτοί) των ομάδων τους, “who cares” που λένε και στο χωριό μου. Ούτε οι ίδιοι θα νοιάζονται πλέον για τις ομάδες τους, βλέποντας τέτοιες συμπεριφορές, αδειάζοντας -δικαίως- τα γήπεδα.
Ο ένας προσπαθεί να πείσει ότι είναι πιο “άρρωστος” και πιο “χούλιγκαν” από τον πιο θερμοκέφαλο οπαδό του, προσπαθώντας -ατυχώς- να μιλήσει τη γλώσσα του. Οι άλλοι έχουν χάσει πλέον κάθε μέτρο, συναγωνιζόμενοι τον αντίπαλό τους στην αρένα της παρακμής.
Το ότι έχουν άδικο να φωνάζουν αμφότεροι, όταν οι ίδιοι ευθύνονται που έχουν φτιάξει ένα πρωτάθλημα, το οποίοι απαξιώνουν με τις πράξεις και τα λόγια τους, στο οποίο όλοι οι υπόλοιποι είναι κομπάρσοι και δεν δικαιούνται δια να ομιλούν, είναι δεδομένο.
Να φωνάζει ο ΠΑΟΚ ή ο Πανιώνιος, ο Άρης, ή η Νέα Κηφισιά για τη διαιτησία το καταλαβαίνω. Οι δυο τους, όμως, αυτό το πρωτάθλημα έχουν φτιάξει, αυτό τους αξίζει. Το πρωτάθλημα που στο παρκέ είναι το ανταγωνιστικότερο και πιο αμφίρροπο των τελευταίων χρόνων, αλλά που έχει από καιρό χάσει την αξιοπιστία και τη δυναμική του, λόγω των συμπεριφορών και των δηλώσεών τους.
Κύριε Γιαννακόπουλε: Το ότι αγαπάτε την ομάδα σας και δίνετε τα ωραία σας λεφτάκια, όπως έκαναν ο πατέρας και ο θείος σας δεν χρειάζεται να το διαφημίζετε. Ούτε όμως σε κάθε, μα κάθε σας λέξη, να δικαιώνετε όλους αυτούς που σιγά – σιγά γυρίζουν την πλάτη στην ομάδα σας, επειδή τους απωθεί η ακραία συμπεριφορά σας.
Κύριοι Αγγελόπουλοι: Το ότι αγαπάτε την ομάδα σας και δίνετε τα ωραία σας λεφτάκια δεν χρειάζεται να το διαφημίζετε. Ούτε τη δήθεν διαφορετική κουλτούρα από τον “εχθρό” σας. Και ξέρετε κάτι; Ανεξάρτητα αν συμφωνεί, ή διαφωνεί κάποιος με τα λεγόμενά σας περί ΕΟΚ, ΚΕΔ και Βασιλακόπουλου, ένα πράγμα είναι σίγουρο: Με το να κάνετε εδώ και τουλάχιστον πέντε χρόνια συνεχώς τις ίδιες ακριβώς δηλώσεις, και μόνο δηλώσεις, δεν πρόκειται και δεν έχετε πετύχει απολύτως τίποτα.
Υ.Γ. Κανονικά αυτό το άρθρο θα έπρεπε να είναι αφιερωμένο στους πραγματικούς φιναλίστ του πρωταθλήματος: Τον ΠΑΟΚ και τον Πανιώνιο. Και να είναι γεμάτο όμορφες λέξεις, συγχαρητήρια και μπράβο.
– Στον Μπάνε Πρέλεβιτς που συμμάζεψε μία σχεδόν διαλυμένη ομάδα.
– Στον, ιστορικά, κορυφαίο Έλληνα προπονητή Σούλη Μαρκόπουλο, που με σφεντόνες κοίταξε στα μάτια τον Παναθηναϊκό (αλλά όχι και τους διαιτητές…).
– Στους λιγοστούς ανθρώπους που τρέχουν από την αρχή της σεζόν τον Πανιώνιο και τον Γιάννη Σφαιρόπουλο, οι οποίοι με ρόστερ της μισής ποιότητας του περσινού, έφτιαξαν μία ομάδα μέσα από την επαγγελματική τους δουλειά.