Υπεραξία είναι η πρόσθετη αξία που αποκτά ένα αγαθό, κατά τη στιγμή της πώλησής του, σε σχέση με αυτήν που είχε παλαιότερα, ή με τη λογιστική αποτίμησή του. Η υπεραξία μπορεί να οφείλεται στην υπεραξία απόκτησης, δηλαδή στη φήμη και στην πελατεία.
Δεν πρόκειται να κάνουμε μάθημα Οικονομικών, άλλωστε κι από τα έδρανα του Πανεπιστημίου… Περαστικός ήμουν. Θα μιλήσουμε, όμως, όσο μας επιτρέπει ο χώρος και οι δεσμεύσεις μας για “μυστικότητα“, για υπεραξία.
Στον χώρο του αθλητισμού ο όρος “υπεραξία” είναι σε καθημερινή χρήση. Θέλετε ένα παράδειγμα; Σιγά που θα λέγατε όχι. Πρόσφατα, πολύ πρόσφατα, αγοράστηκε από ομάδα της Ευρωλίγκας, ένας παίκτης. Πήρε τόσα χρήματα που αν τα έκανε κανείς κέρματα και τα έβαζε το ένα πάνω στο άλλο, θα έφταναν στο ύψος του. Δεν είναι, δα, και πρώτο μπόι…
Ήδη πήρατε περισσότερα στοιχεία απ’ όσα έπρεπε κι αν δεν είσαστε Περαστικοί από το μπάσκετ, θα βρείτε εύκολα σε ποιον αναφέρομαι. Ο παίκτης, λοιπόν, είχε μπει στο στόχαστρο ελληνικής ομάδας. Όχι από αυτές που αγωνίζονται στην Ευρωλίγκα. Από αυτές που παλεύουν για να… κρατηθούν στην κατηγορία.
Τον είχαν… “ψάξει“. Ήθελαν να τον αποκτήσουν κι είχαν συζητήσει ακόμα και το ποσό για την απόκτησή του. Δεν άγγιζε καν τις 6.000 ευρώ μηνιαίως. Πολύ καλός παίκτης, “κελεπούρι” θα ήταν για την ελληνική ομάδα, ενδεχομένως εξίσου καλός θα βγει και στην ομάδα που πήγε. Το σίγουρο είναι πως δεν πήρε τα λεφτά που προαναφέραμε.
Η φήμη και η πελατεία, έκαναν τη διαφορά και η αξία του παίκτη εκτοξεύτηκε, δημιουργώντας υπεραξία. Από αυτή την υπεραξία θα ωφεληθούν πολλοί (παράγοντες, ατζέντηδες).
Στην ομάδα (την ελληνική) που δεν πήγε θα έχουν να λένε, βλέποντάς τον να αγωνίζεται στα παρκέ της Ευρωλίγκας, για την… παικτούρα που έχασαν.
Στην ομάδα που πήγε καλό θα είναι να μην τους μεταφέρει κανείς όσα γράφουμε, γιατί θα χτυπάνε το κεφάλι τους στον τοίχο. Όχι για τον παίκτη που πήραν, αλλά για τα λεφτά που ξόδεψαν.
Δεν βαριέστε. Λεφτά έχουν. Σας αφήνω, έχω ήδη βάλει στο youtube ένα τραγούδι του Μάικλ Τζάκσον και ακούω…