Ο Παναθηναϊκός είναι στον τελικό και δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι αύριο οι μισοί θα κάνουν πλάκα στους άλλους μισούς, που θα ρίχνουν το ανάθεμα στη διαιτησία. Κλασικά εικονογραφημένα για όσους αγαπάνε τα παραμύθια. Αν θέλετε, όμως, να συζητήσουμε σοβαρά δύο ήταν τα στοιχεία που έκριναν τον αγώνα:
Η κατά κράτος νίκη του Αργύρη Πεδουλάκη επί του Γιώργου Μπαρτζώκα και αυτό που οι Αμερικανοί ονομάζουν “Hustle plays” και το οποίο θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε. Μεταξύ των δύο, ίσως αυτό να ήταν το σημαντικότερο, καθώς ό,τι κι αν λένε οι προπονητές, αν οι παίκτες δεν καταθέσουν μυαλό και ψυχή, πάνε στον βρόντο.
Hustle plays είναι σε ελεύθερη μετάφραση οι διεκδικήσιμες μπάλες. Αυτές που δεν είναι ξεκάθαρες, αυτές που “ματώνεις” για να τις πάρεις, αυτές που πρέπει να κυλιστείς στο παρκέ ή να… “δαγκώσεις” για να τις κάνεις δικές σου.
Δύο -θυμάμαι πρόχειρα- να βουτά και να αρπάζει (και μάλιστα με το… πονεμένο χέρι) ο Νίκος Παππάς, μία ο Μάικ Μπατίστ, δύο (λες κι έβγαλε τρίτο χέρι) με ανάποδη φορά του σώματος ο Στεφάν Λάσμε, μία (από ριμπάουντ μισό – μισό με τον Ντάνστον) ο Μάικ Μπράμος, ο οποίος μάζεψε κι ένα ριμπάουντ από χαμένη φάση, σκέτο “χρυσάφι“.
Δεν χρησιμοποιώ ποτέ τη φράση “το ήθελε πιο πολύ“, γιατί δεν υπάρχει βαθμός μέτρησης του πάθους των παικτών, όμως οι γηπεδούχοι πήραν τη συντριπτική πλειοψηφία αυτών των επιθέσεων και σε ένα ματς με μικρές διαφορές, αυτό κάνει τη διαφορά. Το είπε, άλλωστε, κι ο Γιώργος Μπαρτζώκας, αναφερόμενος σε “χαμένες μπάλες“, που κατά κόρο κέρδισε ο αντίπαλος.
Ο Αργύρης Πεδουλάκης πέτυχε προσωπική νίκη επί του αντιπάλου του. Ανάγκασε τους “ερυθρόλευκους” να σουτάρουν 31 τρίποντα (έναντι 14), εκμεταλλεύτηκε όλα τα αμυντικά κενά με συνεχή ποσταρίσματα, ενώ στην άμυνα είχε σημαδέψει σωστά.
Από μόνο του το γεγονός ότι οι δύο κατ’ εξοχήν σκόρερ του Ολυμπιακού, Σπανούλης και Λοτζέσκι πέτυχαν 8 πόντους (μόλις 1 στο δεύτερο ημίχρονο), μόλις 5 ο Πρίντεζης και μόνο ο Σλούκας είχε διψήφιο αριθμό πόντων, δείχνει πως κατέβασε ξανά τον γενικό του Ολυμπιακού, μιας κατ’ εξοχήν επιθετικής ομάδας.
Αν παλιά ο Παναθηναϊκός, επί εποχής Ομπράντοβιτς είχε αναγάγει σε τέχνη το πικ & ρολ του Διαμαντίδη με τον Μπατίστ, ο Παναθηναϊκός του Πεδουλάκη έχει μετατρέψει σε σεμιναριακού επιπέδου διδασκαλία την άμυνα με τη χρησιμοποίηση των δύο ευκίνητων ψηλών (Γκιστ – Λάσμε).
Μπορεί ο Γκιστ να μην φάνηκε επιθετικά, αλλά αμυντικά “κατάπιε” τον Σπανούλη, ενώ ο Λάσμε ήταν καλός και στις δύο πλευρές του γηπέδου. Η γραμμή των ψηλών που παράταξε ο Μπαρτζώκας (είναι εμφανές ότι με τις μεταγραφικές του κινήσεις ακολούθησε το στυλ παιχνιδιού του Παναθηναϊκού, ο οποίος πέρυσι είχε αποκτήσει παίκτες για να σταματήσει το επιθετικό παιχνίδι του Σπανούλη), δεν στάθηκε στο ύψος της.
Στο πρώτο ματς που έκρινε αν όχι τίτλο, την παραμονή στη διοργάνωση (κύπελλο), έχασαν κατά κράτος από τους αντιπάλους τους. Το 42-27 στα ριμπάουντ και κυρίως το 15-6 στα επιθετικά, είναι μια μόνο ένδειξη όσων υποστήριξα πιο πάνω.
Ο Παναθηναϊκός ήταν καλύτερος από τον Ολυμπιακό. Σε λεπτομέρειες, αλλά δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά, αφού στο παρκέ παρατάχθηκαν μια ομάδα αήττητη σε όλες τις διοργανώσεις, από την άλλη μια ομάδα με αρκετά προβλήματα τραυματισμών και όχι καλή -μέχρι χθες- εικόνα σε διάρκεια.
Υ.Γ.: Αναρωτιέμαι πόσο ανεγκέφαλοι είναι οι οπαδοί που πετάνε καπνογόνα σε εξέδρα ομοϊδεατών τους, αντί να πανηγυρίσουν την πρόκριση στον τελικό της ομάδας τους, απέναντι στον “αιώνιο” αντίπαλο. Φαντάζομαι δεν υπάρχει απάντηση…