Γερνάω κι αυτό είναι δεδομένο. Με ενοχλούν πράγματα, που παλιότερα θα περνούσαν απαρατήρητα και “συλλαμβάνω” τον εαυτό μου να… γκρινιάζει. Ευτυχώς έχω τη δυνατότητα να εκφράζω αυτά που νιώθω και να τα μοιράζομαι μαζί σας. Τώρα θα πείτε “εμείς τί φταίμε;” κι ίσως να έχετε δίκιο, όμως οι… φίλοι για τις δύσκολες στιγμές είναι.
Ας μοιραστούμε, λοιπόν, την… ενόχλησή μου από τα σχόλια των ανόητων περί του γεμάτου “μαγαζιού” (“Έναστρον“, να το διαφημίσουμε κι εμείς, για να παίζουμε… τίμια) στην πρεμιέρα του κ. Σφακιανάκη. Δεν το είπαν ανοιχτά (όχι όλοι), αλλά υπονόησαν πως το γεμάτο νυχτερινό κέντρο ισοδυναμεί με αποδοχή των δηλώσεων του “καλλιτέχνη“, άρα και έμμεση στήριξη στη Χρυσή Αυγή.
Ας ξεκινήσουμε από τα απλά: Εδώ ψήφισαν Χρυσή Αυγή στο Δίστομο, το αδιαχώρητο στο Έναστρον θα μας χαλάσει; Άλλωστε, ο κ. Σφακιανάκης (δεν είμαστε και φίλοι να τον αποκαλώ με το μικρό του όνομα) πάντα είχε κόσμο στις πρεμιέρες του, δεν εμφανίστηκε σήμερα στην καλλιτεχνική σκηνή.
Υπάρχουν και οι άλλοι. Αυτοί που δεν εκμεταλλεύονται πολιτικά τη διάθεση του κόσμου να ακούσει τον κ. Σφακιανάκη. “Εμείς πηγαίνουμε να τον ακούσουμε να τραγουδάει -μου είπε ένας φίλος- όχι για τις πολιτικές του πεποιθήσεις“. Αυτοί είναι πιο επικίνδυνοι από τους άλλους, στους οποίους αναφέρθηκα πιο πάνω.
“Καλλιτέχνης θα πει να μιλάς με σιωπή και να ακούνε οι άλλοι” έγραψε το 1986 (στον δίσκο “Για όσους αγαπάνε“) ο Κώστας Ασμανίδης, το μελοποίησε ο Πάνος Παπαχριστόπουλος και το πρωτοτραγούδησε ο Γιάννης Καρανίκας. Ο κ. Σφακιανάκης το “έκανε δικό του“, το συμπεριέλαβε στη λίστα των “τραγουδιών” του, αλλά μάλλον δεν κατάλαβε τους στίχους του.
“Δεν έχει δικαίωμα να εκφράσει τις απόψεις του;” αναρωτιέται κάποιος από αυτούς που διαβάζει αυτές τις αράδες. Φυσικά. Έχουμε κι εμείς, όμως, δικαίωμα να κρίνουμε τις απόψεις του. Φαντάζομαι πως αν κάποιος από τους φαλακρούς τυχαία μπλέχτηκε και διαβάζει το σχόλιο μου, ενδεχομένως θα κλείσει τη σελίδα, ίσως και να μην ξαναμπεί στο eBasket. Και θα έχει κάθε δικαίωμα να το κάνει.
“Ω μαμά Ελλάς”
Θυμάμαι, ήμουν κοντά στα 15, όταν ο συγχωρεμένος ο θείος μου, ο Περικλής Μαθιάσος, με πήρε και πήγαμε να δούμε μια μουσικοθεατρική παράσταση (Ω μαμά Ελλάς) στο θέατρο ΠΑΡΚ. Τεράστιοι ερμηνευτές (Γρηγόρης Μπιθικώτσης, Μαργαρίτα Ζορμπαλά, Αντώνης Καλογιάννης) και υπογραφή από τον Μίκη Θεοδωράκη.
Οι δηλώσεις του (“Καραμανλής ή τανκς“) εξέφραζαν ανέκαθεν έναν άκρατο ακτιβισμό χωρίς σχέδιο, ακροβατούσαν χωρίς δίχτυ προστασίας. Ο κόσμος της Αριστεράς, όπως εκφράζονταν κυρίως από το ΚΚΕ, είχε αγανακτήσει και μποϊκοτάριζε το έργο του Μίκη.
Ο Περικλάκιας έσπασε την κομματική γραμμή. Βλέπετε, είχαν συνυπάρξει με τον μεγάλο καλλιτέχνη στην εξορία. Όταν ο Μίκης τον είδε, τον αγκάλιασε και δάκρυσε. “Τί έκανα, βρε Περικλή, και μου γύρισαν όλοι την πλάτη;” τον ρώτησε κι ο θείος μου του απάντησε: “Σκατά τα έκανες Μίκη“.
Το γράφω αυτό για να μην νιώσει “πρωτομάρτυρας” ο Νότης (συγνώμη για την οικειότητα). Το γράφω για να μην νομίζετε πως αίφνης βασανίζεται ένας αθώος καλλιτέχνης. Όχι πως υπάρχει σύγκριση στο έργο, στα λόγια, στο… μπόι (το καλλιτεχνικό) μεταξύ των δύο ανδρών…
Ο Μπέκαμ και το λάθος
Οι άνθρωποι που κινούνται μπροστά από τις κάμερες, στα φώτα, οι προβεβλημένοι, αποτελούν πρότυπα για τη νεολαία. Θυμάμαι, όταν στα 40φέυγα μου αποφάσισα να κάνω τατουάζ με τα ονόματα των… γυναικών μου (της συζύγου και των δύο κορών), μίλησα αρκετά με τον Άκη. Καλλιτέχνης κι αυτός, με μια τέχνη που πονάει και είναι ανεξίτηλη.
Μου έλεγε πως κάποιος του ζήτησε να του κάνει το τατουάζ που είχε στην πλάτη ο Μπέκαμ. Ο Άκης το έκανε, αλλά ο άλλος ήταν δυσαρεστημένος, γιατί δεν το πέτυχε ακριβώς. “Το τατουάζ στην πλάτη του Μπέκαμ είναι λάθος” του εξήγησε ο Άκης, αλλά ο άλλος δεν πείστηκε. “Εγώ ήθελα το ίδιο ακριβώς” είπε. Τί τον ένοιαζε αν τα φτερά του αετού ήταν τσαλακωμένο. Να νιώσει λίγο Μπέκαμ ήθελε ο άνθρωπος.
Από τότε που άρχισαν οι τραγουδιστές, οι ηθοποιοί, οι αθλητές να “χτυπούν” τατουάζ στο κορμί τους, απενοχοποιήθηκε η δραστηριότητα και άνοιξαν οι δουλειές. Παλιά τα τατουάζ ήταν “προνόμιο” των φυλακόβιων, των ναυτικών, αυτών που ζούσαν έξω από το… καθωσπρέπει τόξο. Κι όποιος είχε τα στίγματα, στιγματίζονταν και δύσκολα έβρισκε δουλειά! Τώρα είναι ακριβό χόμπι και πλέον δεν νοείται ξανθιά (κομμωτηρίου) που σέβεται τον εαυτό της, να μην έχει χτυπήσει δύο – τρία.
Επειδή ακριβώς οι καλλιτέχνες εμπνέουν, τα απολιτίκ μηνύματα του κ. Σφακιανάκη είναι επικίνδυνα. Γιατί ο φασισμός βρίσκει χώρο μέσα από τη show biz για να διεισδύσει, να απενοχοποιηθεί, να εμφανιστεί ως κάτι νέο. Σφακιανάκηδες ψάχνουν οι νοσταλγοί του Χίτλερ και βέβαια απαίδευτους (ιστορικά και μουσικά) νέους, να πιαστούν στα δίχτυα τους.
Μέσα από αυτή την πολιτική θολούρα, χωρίς σταθερή ιδεολογία, χωρίς αρχή και τέλος, βρεθήκαμε στο εντυπωσιακό φαινόμενο, να γυρίζει την πλάτη στον Νότη η Δέσποινα Βανδή και να συνεργάζεται μαζί του ο Nivo, που είχε προκαλέσει άλλη μια κόντρα μεταξύ ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ, εξαιτίας της συμμετοχής του στο 38ο Φεστιβάλ της ΚΝΕ.
Ο κ. Βουρλιώτης μάλλον πάει (απεγνωσμένα) όπου τον καλούν. Φαντάζομαι, ως γνήσιος ράπερ που είναι, θα ζητήσει στα καμαρίνια από τον κ. Σφακιανάκη την άποψή του για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.
Αντί επιλόγου: Το κοινό αποθέωσε τον Νότη. Ο ίδιος, πάντως, θαρρώ θα θυμάται τα λόγια του τραγουδιού που δανείστηκε: “Αν σε χειροκροτήσουν αυτοί που σε κοιτάνε να μην σε κολακεύει από συνήθεια θα ‘ναι. Κι αν είσαι η αρτίστα αυτής εδώ της τέχνης, είσαι απλώς αφίσα, δεν είσαι καλλιτέχνης“.