Η αξία στον αθλητισμό ταξινομείται με βάση αδιάσειστα στοιχεία, όπως το σκορ, το χρονόμετρο, ή τη μεζούρα, συνυπολογίζοντας φυσικά τον βαθμό δυσκολίας του κάθε επιτεύγματος και τον σημειολογικό αντίκτυπο του. Την παραπάνω αρχή φαίνεται να μην συμμερίζεται ο ΠΣΑΤ , όπως δείχνει η διαδικασία ανακήρυξης των κορυφαίων της χρονιάς στους διάφορους τομείς.
Με ποια λογική ο -συμπαθέστατος κατά τα λοιπά- Φερνάντο Σάντος, αλλά και η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου, θεωρούνται οι κορυφαίοι στην κατηγορία τους, σε σχέση με τον Μπαρτζώκα, ή τον Πεδουλάκη και την ομάδα μπάσκετ του Ολυμπιακού.
Το γεγονός ότι ψηφίστηκαν από αθλητικούς συντάκτες αυτό που αποδεικνύει είναι το λάθος της διαδικασίας, αφού οδηγεί σε καταφανώς άδικο αποτέλεσμα, αλλά και ότι οι αθλητικογράφοι που ασχολούνται με το ποδόσφαιρο είναι περισσότεροι από αυτούς του μπάσκετ. Η καμήλα είναι άλογο που σχεδιάστηκε από την πλειοψηφία της επιτροπής.
Η ψηφοφορία δεν αποτελεί τεκμήριο αξιοσύνης, αλλά προτίμησης του καθενός, που μπορεί να βασίζεται σε μια σειρά από λόγους, όπως πχ συμπάθειας, με τα ίδια κριτήρια που θα επέλεγε κανείς κουμπάρο, ή προσπάθειας ανάδειξης του χώρου που υπηρετεί σε σημαντικού, δηλαδή με λίγα λόγια ψηφίζει τον εαυτό του. Και ο Λιάπης πρώτος σε ψήφους έβγαινε σημαίνει κάτι;
Για να μην αποδοθεί η κριτική σε διαμάχη μεταξύ ποδοσφαίρου και μπάσκετ, παρατίθεται παρακάτω το σκεπτικό που τη συγκροτεί:
● Ο Μπαρτζώκας και ο Πεδουλάκης διαδέχθηκαν, σε ομάδες υψηλοτάτου ευρωπαϊκού βεληνεκούς, κορυφαίους προπονητές τις Ευρώπης, όπως ο Ίβκοβιτς και ο Ομπράντοβιτς, μετά από επιτυχίες, με χαμηλότερο προϋπολογισμό, ρισκάροντας το μέλλον τους, κάτι που δεν θα τολμούσε οποιοσδήποτε επώνυμος Ευρωπαίος προπονητής και κατάφεραν, αφενός ο πρώτος να κατακτήσει, ως ο μόνος Έλληνας προπονητής, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά τον κορυφαίο ευρωπαϊκό τίτλο, επίτευγμα που ελάχιστες ομάδες στην Ευρώπη έχουν πετύχει διαχρονικά και να ανακηρυχτεί κορυφαίος Ευρωπαίος προπονητής της χρονιάς, ο δε δεύτερος κατέκτησε το ελληνικό πρωτάθλημα, κερδίζοντας τον πρωταθλητή Ευρώπης με ομάδα που στο ξεκίνημα της είχε δύο παίκτες.
● Ο Σάντος, χωρίς διάθεση μείωσης της επιτυχίας του, κατάφερε να προκριθεί στο παγκόσμιο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου σε αγώνα μπαράζ με την Ρουμανία, ομάδας με πολύ χαμηλότερη αξιολόγηση στην παγκόσμια κατάταξη από την ελληνική, τερματίζοντας δεύτερος σε προκριματικό όμιλο, ελλείψει τρίτου, παίζοντας με το Λίχνενσταϊν και τη Μάλτα.
● Μήπως όμως αυτή η προτίμηση στον Σάντος βασίστηκε στη δημοφιλία του ποδοσφαίρου, που υπερτερεί του μπάσκετ, άρα αφορά περισσότερους; Όσοι μπορεί να σκέφτονται έτσι προφανώς θα θεωρούν ότι η Ελλάδα είναι το κέντρο της γης.
Η επιτυχία του ποδοσφαίρου είναι ζήτημα που εξιτάρει μόνον τους Έλληνες, ενώ οι επιτυχίες των ομάδων του μπάσκετ εντυπωσιάζει όλο τον μπασκετικό κόσμο της Ευρώπης, που είναι σαφώς πολυπληθέστερος. Δεν έχει γίνει ίσως κατανοητό ότι αναφέρονται οι Ευρωπαίοι μπασκετόφιλοι στον Ολυμπιακό και Παναθηναϊκό, όπως αναφέρονται στην Μπαρτσελόνα, τη Ρεάλ, την Μπάγιερν και τις άλλες πρωτοκλασάτες ομάδες οι ποδοσφαιρόφιλοι.
Μήπως είναι καιρός να αναθεωρηθεί από τον ΠΣΑΤ ο τρόπος αξιολόγησης των αρίστων, με υιοθέτηση αντικειμενικών κριτηρίων;
Γνωρίζοντας ότι μπορεί να ακουστεί σαν σαρκασμός, σας εύχομαι καλές γιορτές.