Ο Δημήτρης Γαλάνης ανέλαβε την Λουκόιλ Ακαντέμικ στις 14 Νοεμβρίου 2013, όταν αυτή μετρούσε 4 ήττες σε ισάριθμες αγωνιστικές στο Eurocup. Με τον Έλληνα τεχνικό στον πάγκο η βουλγαρική ομάδα ανέβασε “στροφές”, σημείωσε 4 νίκες σε 6 ματς στην Ευρώπη και έκανε φοβερή πορεία στο πρωτάθλημα βρισκόμενη στην πρώτη θέση με 1 μόλις ήττα σε 13 παιχνίδια!
Παρ’όλα αυτά ο αποκλεισμός από το κύπελλο στάθηκε αρκετός ώστε να απομακρυνθεί ο Γαλάνης από τον πάγκο της ομάδας. Μιλώντας στην επίσημη ιστοσελίδα του ΣΕΠΚ για την εμπειρία του στη Βουλγαρία, αναφέρθηκε τόσο στην ομάδα όσο και στις συνθήκες που συνάντησε ενώ απέφυγε να αναφερθεί εκτενέστερα στους λόγους της φυγής του τονίζοντας με νόημα πως “τα νούμερα και η πορεία μας είναι καταγεγραμμένα“.
Αναλυτικά:
Για τη συνεργασία του με την Λουκόιλ:
“Ήταν μία πολύ δυνατή εμπειρία, καθώς η ομάδα βρισκόταν σε μία καμπή όταν ανέλαβα. Ιδιαίτερα στο Eurocup έπειτα από 4 παιχνίδια δεν είχε νίκη. Χωρίς να κάνουμε κάποια αλλαγή στο ρόστερ αλλά μόνο στην αγωνιστική συμπεριφορά και στην νοοτροπία με την οποία προσεγγίζαμε την καθημερινότητα μας καταφέραμε να κάνουμε 4 νίκες σε 6 ματς. Ήταν πολύ τιμητικό για εμένα αλλά και για το κλαμπ ότι μπορέσαμε να νικήσουμε την Κυπελλούχο Τουρκίας, Καρσίγιακα, την πρωτοπόρο στο Ισραήλ, Χαποέλ Ιερουσαλήμ και δύο φορές (εντός – εκτός) την πρωταθλήτρια Ρουμανίας, Πλοέστι, που ήταν ομάδες με πολλαπλάσιο μπάτζετ.
Στο εγχώριο πρωτάθλημα δεν χρειάζεται να πούμε πολλά καθώς το ρεκόρ 15-1 και οι 3 πόντοι που ήμασταν μπροστά από τον δεύτερο ομολογεί την επιτυχία του εγχειρήματος. Μην νομίζετε ότι στη Βουλγαρία μιλάμε για ομάδες που δεν είναι άξιες αναφοράς, καθώς η Λέφσκι και η Μπαλκάν είναι από τις πρώτες στη Βαλκανική λίγκα, η Ρίλσκι έπαιξε στο Eurochallenge και η Βάρνα είναι μία σχολή του μπάσκετ με πολύ δυνατό ρόστερ”.
Για τις εντυπώσεις του από το Βουλγαρικό πρωτάθλημα:
“Είναι ένα πρωτάθλημα που τα τελευταία δύο χρόνια αλλάζει δραματικά. Οι πρώτες 4-5 ομάδες επενδύουν χρήματα, ανεβάζουν τα μπάτζετ, έρχονται συνεχώς καλύτεροι ξένοι παίκτες και προσπαθούν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους στις ευρωπαϊκές τους υποχρεώσεις.
Υπάρχει μία αντίφαση όσον αφορά τις εγκαταστάσεις, καθώς κάποιες ομάδες παίζουν σε υπερσύγχρονα γήπεδα, ενώ κάποιες άλλες παίζουν σε γήπεδα παλιά. Αγωνιστικά το μπάσκετ σε πολλές περιπτώσεις στηρίζεται περισσότερο στο 1 εναντίον 1 και γενικά όπως κάθε χώρα υπάρχει ένας ιδιαίτερος τρόπος προσέγγισης και νοοτροπίας”.
Για την γενικότερη εμπειρία του εξωτερικού:
“Είναι αρκετά τιμητικό και γοητευτικό να παίζεις στο επίπεδο του Eurocup κι ακόμα πιο μεγάλο να σημειώνεις νίκες σε αυτό το επίπεδο. Ο Έλληνας προπονητής διακρίνεται για την κουλτούρα του, την τεχνογνωσία του και το αμυντικογενές DNA του. Αυτό το ξέρουν στο εξωτερικό και γι αυτό βλέπουμε ολοένα περισσότερους Έλληνες συναδέλφους να δουλεύουν και να πετυχαίνουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Άνθρωποι που είναι έτοιμοι να πάρουν ευκαιρίες, ψάχνονται κι έχουν οράματα δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα παρά μόνο πρέπει να ανταποκριθούν στις προκλήσεις που θα βρουν μπροστά τους. Μακάρι και στην Ελλάδα να ξεκολλήσουμε από την εσωστρέφεια και να δούμε την ευρωπαϊκή πτυχή και το ευρωπαϊκό άνοιγμα.
Από εκεί και πέρα δεν ήταν εύκολο να προσαρμοστώ σε μία ξένη χώρα. Οι συνθήκες της Λουκόιλ και του Πράβετς που μέναμε ήταν εκπληκτικές, όμως υπήρχαν αρκετές διαφορές από την κοινή ζωή στην Ελλάδα. Όταν, όμως, πηγαίνεις για μία τόσο εξειδικευμένη δουλειά σε μία ξένη χώρα δεν έχεις τόσο χρόνο να κοιτάξεις πολλά παρά μόνο αφοσιώνεσαι στο έργο σου”.
Για την αναπάντεχη απομάκρυνση του:
“Δεν θέλω να το σχολιάσω αυτό, καθώς τα νούμερα κι η πορεία μας είναι καταγεγραμμένα και αυταπόδεικτα. Η κάθε ομάδα παίρνει τις αποφάσεις. Εγώ ευχαριστώ την Λουκόιλ για τη συνεργασία που είχαμε γιατί σε αυτό το διάστημα που ήμασταν μαζί καταφέραμε πολλά και κάναμε μεγάλες νίκες στην Ευρώπη και στο εγχώριο πρωτάθλημα”.