Την αναγκαιότητα ευθυγράμμισης της επιχειρηματικής κοινότητας και του εκπαιδευτικού συστήματος με τις απαιτήσεις του νέου αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας, ενός μοντέλου εξωστρεφούς, με έμφαση στην αξιοποίηση των δυνατοτήτων του ανθρωπίνου κεφαλαίου της χώρας, ανέδειξε ο Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Πάνος Τσακλόγλου, στον χαιρετισμό του κατά την έναρξη της εκδήλωσης με θέμα «Εμπόριο – Παιδεία – Πολιτισμός» που συνδιοργάνωσαν στο χώρο της Ρωμαϊκής Αγοράς, ο Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, υπό την αιγίδα του Δήμου Αθηναίων.
«H αγορά εργασίας και η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ξεχωριστά», ανέφερε ο κ. Τσακλόγλου, επισημαίνοντας ότι «τα πεδία αυτά πρέπει να συνομιλούν, πρέπει να αλληλοσυμπληρώνονται, πρέπει να βρίσκονται σε διαρκή επικοινωνία». Όπως είπε, «Όντας ενεργό μέλος της πανεπιστημιακής κοινότητας θα ήθελα να φωτίσω τρία σημεία σε αυτή τη δύσκολη σχέση μεταξύ ΑΕΙ και αγοράς εργασίας» και σημείωσε τα ακόλουθα:
«Το πρώτο σημείο αφορά στην κατανομή των αποφοίτων μεταξύ ειδικοτήτων. Πράγματι, αρκετές έρευνες πεδίου εντοπίζουν μεγάλες αναντιστοιχίες. Π.χ. ενώ φαίνεται να υπάρχει υπερβάλλουσα ζήτηση για αποφοίτους πληροφορικής τα ελληνικά πανεπιστήμια εξακολουθούν να παράγουν πολλούς φιλολόγους.
Το δεύτερο σκέλος αφορά τις γνώσεις που λαμβάνουν οι φοιτητές μας. Υπάρχουν τμήματα με πραγματικά σύγχρονα προγράμματα σπουδών, ενώ σε άλλα ριζικές αλλαγές φαίνεται να είναι αναγκαίες.
Το τρίτο σημείο αφορά το πώς μαθαίνουν αυτά που μαθαίνουν οι φοιτητές μας. Έρευνες εξειδικευμένων οργανισμών δείχνουν ότι οι απόφοιτοι των ελληνικών πανεπιστημίων υστερούν ιδιαίτερα στα λεγόμενα soft and synthetic skills, τα οποία εκτιμώνται ιδιαίτερα στην αγορά εργασίας».
Ο κ. Τσακλόγλου έκανε αναφορά σε επιστημονικές μελέτες του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, οι οποίες, όπως είπε, «εδώ και πολλά χρόνια έχουν εντοπίσει τα καίρια πεδία στα οποία μπορεί να αναπτυχθεί συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, βασικότερα εκ των οποίων είναι:
Η παροχή κατάρτισης και πρακτικής άσκησης στους φοιτητές από τις επιχειρήσεις – ένα πεδίο στο οποίο η χώρα μας υστερεί σημαντικά σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ.
Οι ερευνητικές συνεργασίες που μπορούν να αναπτυχθούν μεταξύ επιχειρήσεων και πανεπιστημίων – κάτι στο οποίο βοηθά πολύ και η πρόσφατη πρόταση του Υπουργείου Παιδείας για τα λεγόμενα Βιομηχανικά Διδακτορικά.
Τα projects τα οποία σχετίζονται με ανάγκες του ιδιωτικού (αλλά και του δημόσιου) τομέα τα οποία μπορεί να μην είναι μεγέθους διδακτορικού, όμως πέραν του οφέλους τους για τις επιχειρήσεις μπορούν παράγουν υλικό το οποίο να χρησιμοποιηθεί για ερευνητικούς σκοπούς από τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας».
Ο Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων επεσήμανε ότι «στις σημερινές οικονομικές και τεχνολογικές συνθήκες, η γνώση απαξιώνεται πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι σε παλαιότερες εποχές. Αυτό κάνει αδήριτη την ανάγκη για διαρκή επανακατάρτιση». «Αυτός είναι ο λόγος», τόνισε ο κ. Τσακλόγλου, «για τον οποίο το Υπουργείο Εργασίας αποφάσισε να διαθέσει πολύ σημαντικά κονδύλια τόσο του ΕΣΠΑ όσο και του Ταμείου Ανάκαμψης σε δράσεις κατάρτισης και επανακατάρτισης του εργατικού δυναμικού και, μάλιστα, με διαδικασίες πολύ αυστηρότερες από αυτές που επικρατούσαν μέχρι πρόσφατα».
«Για πρώτη φορά, μεγάλο μέρος αυτής της ανάπτυξης δεξιοτήτων θα γίνει μέσω των Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης της χώρας μας, προσφέροντας ακόμα ένα πεδίο συνεργασίας με τον κόσμο του επιχειρείν», κατέληξε ο κ. Τσακλόγλου.