Ο Λαρεντζάκης έχει περπατήσει το δρόμο της μπασκετικής ωριμότητας και έφτασε στο υψηλό επίπεδο γιατί το άξιζε.
Αυτό δεν είναι αξίωμα. Είναι μια κοινή διαπίστωση ανθρώπων που ακόμα κι αν δεν έχουν ιδέα από το άθλημα, βλέπουν τη στάση του παίκτη στα παρκέ διαχρονικά.
Ο Λαρεντζάκης, ξεκίνησε από τον Ίκαρο Έσπερο τις εμφανίσεις του στην Α1. Αν εξαιρεθεί η σεζόν του στον Άρη, στις υπόλοιπες ομάδες, αύξανε τόσο τα αγωνιστικά του λεπτά, όσο και στατιστικά του.
Το μυστικό βέβαια είναι να βρεθεί κάποιος και στο κατάλληλο περιβάλλον. Έτσι, όλη η Ελλάδα, είδε στον Κολοσσό Ρόδου, έναν παίκτη με πλούσιο επιθετικό ταλέντο, ο οποίος αύξησε τους αριθμούς του σε όλες τις κατηγορίες. Από τη μια σεζόν στην άλλη, ο 22χρονος τότε «Λάρυ», έμαθε να παίρνει ευθύνες. Να παίρνει εκείνα τα σουτ που κρίνουν αγώνες.
Υπό τις οδηγίες του Λυκογιάννη, έκανε το επόμενο βήμα. Έτσι, τον είδε η ΑΕΚ, που ήταν η πρώτη που πίστεψε ότι μπορεί να ανέβει ακόμα ένα επίπεδο. Τα ματς στο BCL, τον βοήθησαν να δεί παίκτες από όλη την Ευρώπη, να αντιμετωπίσει δύσκολες ομάδες.
Ακόμα, το 2018, που ήταν η χρονιά της μπασκετικής ΑΕΚ, με την κατάκτηση του Κυπέλλου Ελλάδας και του BCL, «ψήθηκε» στον πρωταθλητισμό. Έμεινε σε πολύ υψηλό ρυθμό και κατέκτησε δυο τίτλους, τον έναν μάλιστα κόντρα στη νυν ομάδα του.
Καλά όλα αυτά, αλλά πως άλλαξε παικτικά; Αν όλη η Ελλάδα θυμάται έναν παίκτη να βάζει πολλά και μεγάλα τρίποντα, ο Λαρεντζάκης, έμαθε στην ΑΕΚ, ότι θα παραμείνει στο υψηλό επίπεδο αν παίξει σωστή άμυνα. Αν η απόδοσή του έχει διάρκεια. Αν προσπαθεί και στις δυο μεριές του παρκέ.
Επιθετικά όλοι ήξεραν άλλωστε τι μπορεί να κάνει. Στην ΑΕΚ όμως, έμαθε να μην «τρώει περισσότερους πόντους από όσους βάζει». Ειδικά στο BCL, βελτίωσε και την άμυνα, αλλά και τη δημιουργία του, κάτι που είναι εμφανέστατο στον Ολυμπιακό.
Έγινε κάτοικος Πειραιά «με το έτσι θέλω»
Όταν έγινε γνωστή η είδηση ότι ο Λαρεντζάκης συμφώνησε με τους «ερυθρόλευκους», ο Γιώργος Μπαρτζώκας δεν είχε πιάσει ακόμα δουλειά στον Πειραιά.
Ο Έλληνας γκαρντ βρισκόταν στη Μούρθια και ήρθε το καλοκαίρι στο Φαληρικό γήπεδο, ουσιαστικά για να «δοκιμαστεί». Ε, αυτό ήταν. Σα να είπε σε όλους: «Τι κι αν δε με διάλεξε ο κόουτς, εγώ θα γίνω μόνιμος κάτοικος ΣΕΦ».
Αυτό είναι και πνεύμα πρωταθλητή από την άλλη. Όχι σκέτο πείσμα. Είναι θέληση για καθιέρωση. Κι αν το δύσκολο κοινό του Πειραιά, απαξίωνε την ύπαρξη του στο ρόστερ, γρήγορα φάνηκε ότι ο Λαρεντζάκης είναι ένα υπερπολύτιμο εργαλείο του Ολυμπιακού.
Άλλαξε τη γνώμη του κόουτς και η περασμένη σεζόν του, ήταν πολύ καλή. Η παρουσία του στο παρκέ άλλωστε είναι καθρέφτης της προσπάθειας που έχει γίνει.
Αυτό που έμαθε στην ΑΕΚ το έκανε ευαγγέλιο και πορεύεται με αυτό ακόμα και τώρα που ωριμάζει. Ο Κύθνιος γκαρντ, πάιζει άμυνα «σαν να μην υπάρχει αύριο». Αν και η αθλητικότητα του, θεωρητικά δεν του επιτρέπει να είναι στόπερ, προσπαθεί. Βάζει τα χέρια του σε κάθε προσπάθεια και μέχρι στιγμής παίρνει το μάξιμουμ των δυνατοτήτων του.
Ακόμα, φέτος, μας έχει δείξει ότι όταν ζορίζουν τα πράγματα δε φοβάται. Βγαίνει μπροστά. Παίρνει σουτ. Ακόμα και αν αστοχεί, τα παίρνει σε σωσστό χρόνο με σωστό σύστημα.
Σε μια γραμμή γκαρντ υψηλού ανταγωνισμού, ο 28χρονος άσος, «κλέβει» 15.8 ανά ματς στην Ευρωλίγκα και άλλα 15 στην Α1. Το καλό είναι ότι μπορεί να ταιριάξει τόσο σε σχήμα με καθαρό small forward, όσο και σε σχήμα με τρία γκαρντ. Αυτό λύνει τα χέρια του Μπαρτζώκα, που δίνει το σωστό χώρο στον παίκτη. Τέτοιο χώρο και χρόνο, που τονίζει τα πλεονεκτήματα του με τα κατάλληλα πρόσωπα στο παρκέ.
Κι να νομίζετε ότι το νου του είναι στο να βάζει μεγάλα σουτ, ο Λαρεντζάκης με τη Ρεάλ Μαδρίτης πανηγύριζε κυρίως τις μεγάλες άμυνες.
Ο Λαρεντζάκης, έγινε σύνθημα στα χείλη των οπαδών του Ολυμπιακού, γιατί ωρίμασε. Γιατί «αξίζει κάθε δευτερόλεπτο που βρίσκεται στο παρκέ», όπως είπε ο προπονητής του, στη Συνέντευξη Τύπου μετά τη Ζαλγκίρις.