Ο Άρης Λυκογιάννης είναι ο αναμορφωτής του φετινού ΠΑΟΚ αφού από την μέρα που ήρθε όχι μόνο κατάφερε να τον ξεχωρίσει από τις ομάδες που κινδυνεύουν με υποβιβασμό, αλλά βρίσκεται στην έκτη θέση και βλέπει με αισιοδοξία τα πλέι οφ. Ο έμπειρος κόουτς έδωσε συνέντευξη στον ΕΣΑΚΕ και μίλησε γι την νίκη επί του Άρη, τους στόχους του ΠΑΟΚ, τα άδεια γήπεδα, αλλά και τον τραυματισμό του Παπαντωνίου.
Αναλυτικά όσα δήλωσε στον ΕΣΑΚΕ:
– Προέρχεστε από μία μεγάλη νίκη, επί του Άρη στο «Αλεξάνδρειο». Πώς προετοιμαστήκατε και πώς διαχειριστήκατε την αναμέτρηση;
«Η προετοιμασία μας δεν ήταν διαφορετική σε σχέση με το ότι κάνουμε κάθε εβδομάδα για τον εκάστοτε αντίπαλο. Σίγουρα συζητήσαμε λίγο παραπάνω τονίζοντας τόσο την ιδιαιτερότητα ενός τοπικού ντέρμπι, αλλά και την βαθμολογική σημασία καθώς κάνουμε προσπάθεια για όσο το δυνατόν καλύτερο πλασάρισμα στα πλέι οφ.
Είχαμε μία εβδομάδα που ήταν λίγο προβληματική, καθώς είχαμε τον σοβαρό τραυματισμό του Τσαλμπούρη συν κάποια άλλα μικροπροβλήματα. Αλλά πήγαμε με καλή ψυχολογία -παρότι προερχόμασταν από μία ήττα που μας είχε επηρεάσει.
Αναφορικά με το πως “γύρισε” το παιχνίδι, δύο είναι οι βασικοί λόγοι. Αρχικά η άμυνά μας έσφιξε πολύ στην τέταρτη περίοδο. και επίσης βρήκαμε στο πρόσωπο του Τέρνερ κάποιον να βάλει κρίσιμα καλάθια με προσωπικές ενέργειες. Η άμυνα του Άρη εκείνη τη στιγμή ήταν έτσι και χρειαζόμασταν έναν παίκτη να πάει στο «1 εναντίον 1».
– Πώς σας επηρέασε και η απώλεια του Παπαντωνίου που τραυματίστηκε στο ζέσταμα;
«Μας επηρέασε αρκετά, και πιστεύω περισσότερο τον Κονατέ. Θεωρώ πως εγκεφαλικά ήταν εκτός παιχνιδιού, μετά από το συμβάν».
– Έχετε νικήσει στο πρωτάθλημα με εσένα στον πάγκο δύο φορές τον Άρη και μία τον Ηρακλή. Υπάρχει θεωρείς ακόμα ο ξεχωριστός χαρακτήρας που έχει ένα τοπικό ντέρμπι;
«Σίγουρα και ειδικά εδώ στη Θεσσαλονίκη υπάρχει σε πολύ έντονο βαθμό. Μεγαλύτερο σε σχέση με την Αθήνα. Είναι μια πόλη που έχει ζήσει μεγάλες στιγμές τις προηγούμενες δεκαετίες και υπάρχει αυτή η αίσθηση του τοπικού ντέρμπι και του κλίματος που δημιουργεί η νίκη επί του αντιπάλου στην πόλη.
Για εμάς, τους παίκτες και το σταφ, ωστόσο δεν νομίζω πως αντιμετωπίζεται κάπως διαφορετικά το παιχνίδι ή η νίκη».
– Έχετε ακόμα πέντε αγώνες μπροστά σας. Ο στόχος σας ποιος είναι;
«Ο αντικειμενικός στόχος για εμάς είναι να μπορέσουμε να βρούμε όσο το δυνατόν περισσότερες νίκες ως το τέλος της χρονιάς. Είμαστε σε ένα καλό μομέντουμ, από πλευράς και ψυχολογίας και επιθυμίας. Έχουμε σαν ομάδα και προβλήματα και αδυναμίες που τις γνωρίζουμε και προσπαθούμε να τις καλύψουμε όσο το δυνατόν περισσότερο.
Αλλά είναι δεδομένο πως κάποια πράγματα δεν μπορέσουν, όπως έχει στηθεί η ομάδα, να αλλάξουν ως το τέλος της σεζόν. Μας κρατά το ψυχολογικό κομμάτι ως το τέλος. Και επίσης θεωρώ πως έχουμε γίνει πιο σκληροί ως ομάδα, μέσα από την άμυνά μας. Οπότε, όσο περισσότερες νίκες και όσο το δυνατόν καλύτερο πλασάρισμα και βλέπουμε».
– Ο αποκλεισμός από το κύπελλο, άλλαξε τους στόχους σας στο πρωτάθλημα;
«Δεν το νομίζω. Είναι δύο άλλες διοργανώσεις. Και στο κύπελλο βλέπαμε κάθε μάτς ξεχωριστά. Κάναμε ένα μεγάλο παιχνίδι, φτάσαμε τον ημιτελικό στην παράταση αλλά δεν καταφέραμε να είμαστε στον τελικό. Το πιο σημαντικό είναι πως η ομάδα παλεύει όλα τα παιχνίδια και είναι ανταγωνιστική. Υπάρχει πάθος, θέληση και καλή χημεία μεταξύ μας».
– Που θέλετε να βρίσκεστε όταν τελειώσει η σεζόν; Με τι θα είστε ευχαριστημένος;
«Ευχαριστημένος θα είμαι αν… πάρουμε το πρωτάθλημα! Νομίζω πως ήδη αυτή η ομάδα, με τον τρόπο και τον οποίο στήθηκε, έχει κάνει τη δική της μικρή υπέρβαση,. Από εκεί και πέρα πρέπει να είμαστε διαρκώς πεινασμένοι. Δεν υπάρχει όριο.
Όσο το δυνατόν να φτάσεις πιο κοντά στα όνειρά σου. Πριν από λίγο καιρό λέγαμε να εξασφαλίσουμε την παραμονή γρήγορα, μετά λέγαμε ενδεχομένως να δούμε τα πλέι οφ, τώρα μιλάμε για εξάδα. Οι στόχοι προσαρμόζονται πάντα με τις συνθήκες».
– Τι ήταν αυτό που προσπάθησες να αλλάξεις στην ομάδα όταν ανέβαλες; Ποια ήταν η φιλοσοφία που ήθελες να περάσεις;
«Κάθε αλλαγή προπονητή βοηθά στην ψυχολογία. Είναι δεδομένο πως ειδικά το πρώτο διάστημα, οι παίκτες από μόνοι τους πάνε πιο δυνατά και αισθάνονται πιο απελευθερωμένοι. Αυτό ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις.
Από εκεί και πέρα βρήκαμε κάποιους καλύτερους ρόλους, για το τι μπορεί να κάνει ο καθένας στο γήπεδο και το τι μπορούμε να περιμένουμε από εκείνον. Και το πιο σημαντικό είναι πως έχουμε γίνει πιο σκληροί ως ομάδα. Όταν ανέλαβα ο ΠΑΟΚ ήταν soft στο αμυντικό κομμάτι. Αυτό το αλλάξεμε και νομίζω εκεί οφείλεται και η μεταμόρφωση μας προς το καλύτερο».
– Πόσο σας έχει επηρεάσει πως παίζεται σε άδεια, χωρίς κόσμο γήπεδα;
«Λίγο πολύ όλες τις ομάδες τις έχει επηρεάσει. Ωστόσο νομίζω πως έχουμε προσαρμοστεί όλοι σε αυτά τα δεδομένα. Επηρεάζει ίσως λίγο παραπάνω τις ομάδες που έχουν περισσότερο κόσμο σε δύο τομείς.
Ο ένας είναι ο οικονομικός, καθώς χάνονται έσοδα. Και ο δεύτερος είναι μια πιθανή μεγαλύτερη ώθηση που θα μπορούσε να δώσει ο κόσμος σε χρονικές στιγμές που η ομάδα είναι καλά. Γιατί πολλές φορές η παρουσία του κόσμου γι αυτές τις ομάδες είναι και λίγο βαρύδι».
– Είναι και ο λόγος που βλέπουμε διπλά φέτος στη Stoiximan Basket League;
«Σιγουρα έχει παίξει και αυτό το ρόλο του. Είναι λίγο πιο εύκολο να μπορέσεις να νικήσεις πλέον εκτός έδρας».
– Πολλοί από τους κόουτς που είστε τώρα στις κορυφαίες ομάδες της λίγκας πριν από δέκα χρόνια ήσασταν σε χαμηλές κατηγορίες. Εσύ όπως και ο κόουτς Καλαμπάκος στην Α2, ποι κόουτς Σερέλης και Γιατράς στη Β’ Εθνική ή ο κόουτς Παπαθεοδώρου στη Γ’ Εθνική. Είναι μια δικαίωση για τη γενιά σας αυτή η εξέλιξη;
«Σίγουρα η παρουσία στις μικρότερες κατηγορίες σε βοηθά να αποκτήσεις εμπειρίες. Και ειδικά σε περιπτώσεις που δεν υπήρξαν μεγάλα ονόματα ως παίκτες, ώστε να έχουν μια επιπλέον δυνατότητα να το εξαργυρώσουν παίρνοντας μια δουλειά στην Stoiximan Basket League.
Για τους περισσότερους από εμάς ήταν μονόδρομος, δεν υπήρχε άλλος τρόπος για να βρεθείς στη μεγάλη κατηγορία. Μάλιστα οι περισσότεροι από αυτά τα παραδείγματα ανέβασαν οι ίδιοι τις ομάδες του στην Stoiximan Basket League και πήραν την ευκαιρία.
Γενικά υπάρχουν πολλοί καλοί προπονητές. Υπάρχουν και άλλοι καλοί που δεν τους έχει δοθεί ποτέ η ευκαιρία. Και ενδεχομένως καλύτεροι από άλλους που βρίσκονταν για χρόνια στην Α1. Είναι και θέμα συγκυριών, τύχης τάιμινγκ. Παίζουν πολλά πράγματα ρόλο».