Ο συνεργάτης του Δημήτρη Ιτούδη στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, Ανδρέας Πιστιόλης, σε δηλώσεις του στο ΣΕΠΚ, μίλησε για το καλό όνομα που έχουν δημιουργήσει οι Έλληνες προπονητές στην Ευρώπη, καθώς και το διαφορετικό χτίσιμο της φετινής ΤΣΣΚΑ, που έφτασε την ομάδα στην κορυφή της Ευρώπης.
Διαβάστε αναλυτικά:
“Φτιάξαμε μια ομάδα, η οποία θέλαμε να είναι διαφορετική από τα προηγούμενα χρόνια, να είναι πιο σκληρή και versatile. Είχαμε κάποιες δυσκολίες το καλοκαίρι βέβαια. Η αγορά είναι πιο δύσκολη πλέον, το ΝΒΑ έχει κάνει ζημιά συν κάποιοι καλοί παίκτες προτιμούν πλέον να πάνε στην Κίνα. Παρόλ’ αυτά φτιάξαμε μια ομάδα με την οποία ήμασταν ικανοποιημένοι. Θέλαμε σκληρή ομάδα, καλύτερη άμυνα και βελτίωση στις αδυναμίες που είχαμε δείξει την περσινή σεζόν.
Η δυσκολία που είχαμε ήταν η προσαρμογή κάποιων παικτών. Είχαμε τον Πέτερς και τον Μπολομπόι, που δεν είχα καν εμπειρία από την Ευρώπη, έπρεπε να μπουν στη φιλοσοφία της Ευρώπης και τη δική μας.
Είχαμε πρόβλημα με τη σταθερότητα στη διάρκεια της σεζόν, αυτό έφερε κάποια αμφισβήτηση στην ομάδα γιατί είχαν συνηθίσει να κερδίζουμε με 30 πόντους. Δεν κερδίζαμε τόσο πειστικά όσο τις άλλες χρονιές, που μας έλεγαν τρένο κλπ. Αυτό έφερε αμφισβήτηση, ο κόσμος άρχισε να μην μας πιστεύει. Εμείς όμως, ήμασταν προσηλωμένοι στο τι θέλαμε να κάνουμε, όλες αυτές οι δυσκολίες σε σφυρηλατούν σε κάνουν πιο δυνατό”.
Για την αμφισβήτηση της ΤΣΣΚΑ κατά την διάρκεια της σεζόν, είπε:
“δίνει έξτρα κίνητρο αυτό. Όλη αυτή η “επίθεση” από έξω προς τα μέσα δημιουργεί ένα κλίμα συσπείρωσης στα αποδυτήρια, ενώνει την ομάδα. Όταν οι παίκτες νιώθουν ότι τους μειώνουν οι απ’ έξω, τότε συσπειρώνονται”.
Το φινάλε της ΤΣΣΚΑ Μόσχας πάντως ήταν εντυπωσιακό. Τέσσερις νίκες στη Fernando Buesa Arena, αρχικά για τα playoffs απέναντι στην Μπασκόνια κι εν συνεχεία κόντρα σε Ρεάλ Μαδρίτης (ημιτελικός) και Αναντολού Εφές (τελικός).
Φέτος κάναμε πολλές ανατροπές, κερδίσαμε παιχνίδια στον πόντο. Γενικά, δείξαμε χαρακτήρα και αυτό χτιζόταν σταδιακά μέσα στη χρονιά. Αντέχαμε. Κερδίζαμε ακόμη κι όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Μπορώ να πω ότι πριν ακόμη από τα playoffs, αισθανόμασταν δυνατοί και έτοιμοι για κάθε αντίπαλο. Οπότε αυτό μας βγήκε την κατάλληλη στιγμή στο παρκέ.
Υπήρχε ένα παιχνίδι με την Μπασκόνια στη Ρωσία, όπου χάσαμε. Όταν όμως χάνεις σε τέτοιους αγώνες, τότε πεισμώνεις πολύ. Θίγεται η περηφάνια σου και αυτό φέρνει την αντίστοιχη αγωνιστική αντίδραση. Δείξαμε αυτό που έπρεπε ως ομάδα στη σειρά με την Μπασκόνια και το ίδιο πράγμα μεταφέραμε στο Final Four, την ίδια σκληράδα”.
Επί των ημερών του ελληνικού διδύμου στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, η ρωσική ομάδα παίζει πολύ ελκυστικό και θεαματικό μπάσκετ. Πόσο εύκολο όμως είναι να συνδυαστεί αυτό με την αποτελεσματικότητα στην κατάκτηση των τίτλων;
“Προσπαθούσαμε πάντα να παίξουμε σωστά και έξυπνα. Με μεγάλου επιπέδου παίκτες, αυτό συνεπάγεται κάτι θεαματικό. Όταν όμως φτάνουν οι αγώνες που κρίνουν τίτλους, είναι δύσκολο να παιχτεί τέτοιου είδους μπάσκετ. Δεν πορευτήκαμε με τη λογική να φτιάξουμε μια θεαματική ομάδα, αλλά ένα καλό και λειτουργικό σύνολο.
Από εκεί και πέρα, χρειάστηκε κάπου στην πορεία να φτιάξουμε κάποια πράγματα την ομάδα. Σε βάρος της καλής επιθετικής λειτουργίας προσαρμόσαμε κάποια στοιχεία προκειμένου να είμαστε καλύτεροι στην άμυνα και τα ριμπάουντ. Δεν γίνεται να βάζεις 90+ πόντους σε κάθε αγώνα και ταυτόχρονα να δέχεσαι λιγότερους από 60, είναι κάτι που δεν μπορεί να υπάρξει σε κάθε παιχνίδι. Όταν παίξεις πιο σκληρή άμυνα, αυτό θα έχει επιπτώσεις στην επίθεσή σου -κι αντίστροφα. Όλα αυτά είναι αλληλένδετα. Αυτό έγινε και με εμάς. Όλη η σεζόν κρίθηκε στην ισορροπία που βρήκαμε ως ομάδα”.
Για τους Έλληνες προπονητές και την αποδοχή τους στην Ευρώπη είπε:
“Yπάρχει ελληνική προπονητική σχολή και είναι υψηλού επιπέδου. Αυτό είναι αποδεδειγμένο. Παλαιότερα το μπάσκετ στην Ελλάδα ήταν ανώτερο, κι έτσι κρατούσε τους προπονητές στη χώρα. Πλέον, πολλοί φεύγουν στο εξωτερικό για να δουλέψουν και γι αυτό ίσως φαίνεται πιο έντονα η ικανότητα και το ταλέντο των Ελλήνων προπονητών. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε δημιουργήσει ως σχολή πολύ καλό όνομα στο εξωτερικό και το να είσαι Έλληνας προπονητής μετράει στα υπέρ σου. Θεωρούν ότι είσαι προϊόν μιας σκεπτόμενης σχολής, που μπορεί να πετύχει. Το έχουμε κερδίσει μέσα στα χρόνια αυτό, έχουμε εξελιχθεί όλοι και έχουμε καταφέρει αρκετά πράγματα”.