Αν δει κανείς τη συνολική εικόνα των «μικρών» Εθνικών θα συμφωνήσει ότι έχουμε υποστεί πανωλεθρία. Δεν στέκομαι (το έγραψα και χθες) στις βαθμολογίες και τα αποτελέσματα, όσο στην εικόνα. Και τι μαρτυρά αυτή η εικόνα; Είμαστε πολύ πίσω τεχνικά, αλλά και ως κορμιά. Απέχουμε στον τρόπο παιχνιδιού, από το να προσφέρουμε μια νέα αντίληψη για το σπορ, εν αντιθέσει με τους Φιλανδούς (στο εφηβικό), για παράδειγμα, οι οποίοι έπαιξαν σύγχρονο μπάσκετ.
Έχουμε γράψει πολλά -ελπίζουμε με τον σεβασμό που αρμόζει στα παιδιά, δίχως να τα βάλουμε στο κάδρο, δίχως να τα φορτώσουμε με ευθύνες που δεν τους πρέπουν- για τις «μικρές» Εθνικές, οπότε ας δοκιμάσουμε να κλείσουμε τον κύκλο. Αν τα χρήματα που δίνονται για τα ταξίδια των παραγόντων δίνονταν για τις ανάγκες των παικτών και τη βελτίωση τους, για να κάνουν καλύτερη προετοιμασία, για μια σειρά από ενέργειες ανάπτυξης, για την επιμόρφωση των Ομοσπονδιακών προπονητών, δεν θα είχαμε καλύτερη εικόνα;
Αν η αξιολογική ικανότητα δεν περνούσε από φιλικές σχέσεις, από ηλίθιους αποκλεισμούς, αν υπήρχε… πορτοκαλί ΑΣΕΠ δεν θα είχαμε καλύτερους Ομοσπονδιακούς προπονητές, που θα έκαναν καλύτερη δουλειά; Αλλά πάλι, θα είχαν την… ανωμαλία να θέλουν να πληρώνονται. Αν σε αυτά τα παιδιά, που απαρτίζουν τις «μικρές» Εθνικές είχαμε μεταδώσει το συλλογικό – ομαδικό αθλητικό πνεύμα και κλίμα, είχαμε επενδύσει στη σωστή νοοτροπία, θα είχαμε καλύτερη εικόνα; Ναι, αλλά πώς μπορεί να γίνει αυτό, όταν ένας συγκεκριμένος άνθρωπος, προβάλλει τη λογική του «εγώ»;
Όταν ο Γιώργος Βασιλακόπουλος λειτουργεί ως «αιώνια αυτόφωτη μονάδα», γίνεται να υπάρξει κλίμα και νοοτροπία ομαδικής δουλειάς; Αντί να φροντίσει να έχουν τα παιδιά πρότυπα (έχουν, αλλά εννοώ στον κλειστό κύκλο των Εθνικών) όπως ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Φασούλας, ο Φάνης, έχει παραγκωνίσει (μεγαλύτερο παράδειγμα από τον «δράκο» δεν υπάρχει) όλους κι αφήνει κάτι υπερήλικες να χωρατεύουν.
ΜΟΝΟ στο ελληνικό μπάσκετ τα παιδιά μικρών ηλικιών κινούνται με τους… παππούδες, λες κι είναι ορφανά από μπασκετικούς πατέρες (και ηλικιακά, και όσον αφορά στην ποιότητα). Εδώ και δεκαετίες οι «μικρές» Εθνικές και νωρίτερα τα κλιμάκια κι οι ομάδες των Ενώσεων (οι «μεικτές) λειτουργούν ως ρουσφετολογικοί παράδεισοι, ενώ αν προκύψει… καλή φουρνιά, μετατρέπονται ως μέσο διαφήμισης της εύρυθμης λειτουργίας της ΕΟΚ, ως κριός για να ανοίξουν οι πόρτες (και μαζί τα θησαυροφυλάκια) της εκάστοτε αθλητικής ηγεσίας.
Αν θέλουμε πραγματικές Εθνικές, χρειαζόμαστε πραγματικούς παράγοντες, που θα αναθέσουν σε πραγματικούς προπονητές να βγάλουν πραγματικούς παίκτες.