Αν υπάρχει ένα πρόβλημα στην Ελλάδα είναι πως βλέπουμε το «κακό» κι όχι τις αιτίες που το προκαλούν. Πάντα -ακόμα και στις πιο δύσκολες περιπτώσεις, όταν δεν έχουμε να κάνουμε με ένα αρνητικό αθλητικό αποτέλεσμα- τρέχουμε μετά τη ζημιά, για λίγο χρονικό διάστημα κλαίμε πάνω από το χυμένο γάλα, δίχως να προσεγγίζουμε σοβαρά το πρόβλημα.
Οι «μικρές» Εθνικές αποτυχαίνουν η μία μετά την άλλη. Παράλογο; ΟΧΙ. Η διαδικασία είναι λάθος και οι κατά καιρούς καλές φουρνιές φτιασιδώνουν την εικόνα, με αποτέλεσμα να ξεγελιόμαστε και να θεωρούμε ότι το εργοστάσιο θα παράγει αέναα παίκτες πρώτης γραμμής.
Πρώτο ζήτημα προς διερεύνηση: Συνεχίζεται η παραγωγική διαδικασία στις ομάδες; Υπάρχει σύγχρονος Βαρίκας, λειτουργούν τα φυτώρια του Πανιωνίου, το Περιστέρι συνεχίζει να αποτελεί κάθετη μονάδα παραγωγής αθλητών πρώτης γραμμής, «στέλνει… Σπυριδούλες η επαρχία», που έγραψε κι ο Βασίλης Νικολαΐδης στην ιστορία της Μαρίας;
Η απάντηση είναι πρόδηλη. Κι αφού δεν δουλεύουν τα εργοτάξια, κι αφού οι ομάδες δεν έχουν στοχοπροσήλωση στην παραγωγή, κι αφού οι προπονητές είτε κρίνονται εξ αποτελέσματος (άρα θέλουν τίτλους κι όχι να βγάλουν παίκτες), κι αφού ουδείς ασχολείται, τα υπάρχοντα ταλέντα είτε είναι αυτοφυή, είτε αναζητούν στο εξωτερικό την τύχη τους, είτε χάνονται.
Δεύτερο ζήτημα προς διερεύνηση: Έχει δημιουργήσει η ΕΟΚ τις προϋποθέσεις, ώστε το… αναπτυξιακό (εδώ γελάμε) πρόγραμμα να έχει λειτουργικότητα και διάρκεια; Έχει ενισχύσει με ικανούς προπονητές την ομάδα αναζήτησης ταλέντων σ’ όλα τα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας; Οι μεικτές λειτουργούν ως υποδοχείς των καλυτέρων, ή ως ρουσφετολογικοί μηχανισμοί
Η απάντηση είναι πρόδηλη. Αλήστου μνήμης η ατάκα «από το αναπτυξιακό ο καλύτερος παίκτης που αναδείχθηκε είναι ο… Μπαζάρεβιτς (εκ Βόλου προερχόμενος, στην ΕΟΚ του Βασιλακόπουλου)». Από μόνο του το γεγονός ότι παίκτες τους οποίους θαύμασε όλη η Ευρώπη δεν έπαιξαν σε «μικρές» Εθνικές, είναι ενδεικτικό.
Τρίτο ζήτημα προς διερεύνηση: Είναι οι καταλληλότεροι στις θέσεις των Ομοσπονδιακών τεχνικών; Φροντίζουν ώστε να δώσουν στα παιδιά την αίσθηση του ομαδικού παιχνιδιού κι όχι της υποχρεωτικής ατομικής διάκρισης, που έχουν ενσταλάξει στην ψυχή και στο μυαλό τους μάνατζερ και γονείς;
Η απάντηση είναι πρόδηλη. Η τελευταία «επιτυχία» (δεν τη λες) της ανόδου στην Α’ κατηγορία για την Εθνική Νέων συντελέστηκε με τον Χαραλαμπόπουλο «σέντερ». Οι προπονητές πηγαίνουν στις «μικρές» Εθνικές είτε γιατί λιβανίζουν τον Βασιλακόπουλο, είτε γιατί είναι συγγενείς φίλων, φίλοι συγγενών, είτε αγκαλιά με τους ατζέντηδες, που τους βάζουν για να αυξάνουν την επιρροή τους στους αστέρες της επόμενης μέρας.
Η αποτυχία έχει ονοματεπώνυμο. Έχετε ακούσει τα τελευταία 10-20 χρόνια να έχει γίνει ένα φόρουμ, προκειμένου να συζητήσουν προπονητές, αθλίατροι, φυσικοθεραπευτές, ψυχολόγοι, άνθρωποι των media (για τη νόσο των social media στους αθλητές θα μιλήσουμε άλλη φορά), πρόεδροι ομάδων, αθλητές, όλοι όσοι με τον έναν ή άλλον τρόπο εμπλέκονται, για το μέλλον των εθνικών ομάδων;
Γνωρίζετε να υπάρχει πλάνο, σχέδιο, ιδέα για το πού πάνε οι «μικρές» Εθνικές; Έχετε εικόνα γιατί επιλέγεται ο «άλφα» ή ο «βήτα» προπονητής; Δεν ζητούνται απαντήσεις. Ζητούνται παράγοντες με οράματα και ιδέες, όχι προσκολλημένοι στην καρέκλα τους γερασμένοι ισόβιοι παραγοντίσκοι, που να εμπνεύσουν, που να καθοδηγήσουν, που να ανατάξουν το ελληνικό μπάσκετ, το οποίο χάνει την ταυτότητά του.