Η Εθνική Νέων Ανδρών έχει αποτύχει στους στόχους της κι αυτό δεν χρειάζεται ανάλυση. Γι’ αυτό και το κείμενο γράφτηκε πριν ξεκαθαρίσει αν θα παραμείνει στην Α’ κατηγορία, ή αν θα υποβιβαστεί. Δεδομένο είναι πως αν πάμε λίγο πιο πίσω, θα διαπιστώσουμε ότι βρισκόμαστε (ως επίπεδο) στις παρυφές της πρώτης κατηγορίας, στην οποία ανεβήκαμε χάρη στις… συγκλονιστικές επιδόσεις επί ελληνικού εδάφους (στην Κρήτη αδερφές μου, στην Κρήτη, θα λέγαμε παραφράζοντας το γνωστό ρητό).
Ο Γιάννης Καστρίτης μοιάζει «αποτυχημένος» εκεί όπου ο προκάτοχός του είχε τάχα μου πετύχει. Πώς; Αγωνιζόμενος εντός έδρας, με τον Βασίλη Χαραλαμπόπουλο στο «5». Αλήθεια, γιατί στον ΠΑΟΚ δεν δοκίμασε ποτέ να βάλει «σέντερ» τον νεαρό παίκτη; Επιτυχία (η άνοδος) μιας ταχύτητας, με μπάσκετ που δεν είναι μπάσκετ και τους αντιπάλους να «βράζουν» με τη διαιτησία. Συμβαίνουν αυτά…
Αν δούμε αποσπασματικά κάθε αγώνα, κάθε προπονητή, κάθε παίκτη, κινδυνεύουμε να χάσουμε τη μεγάλη εικόνα. Κι αυτή η εικόνα είναι μια εικόνα εξαθλίωσης. Ξεχαρβαλωμένες Εθνικές, δίχως συνοχή και πίστη, δίχως πλάνο, δίχως αξιοκρατία.
Αλήθεια, με ποιον τρόπο επιλέγονται οι Ομοσπονδιακοί προπονητές; Υπάρχει έστω ένας που να γνωρίζει τη διαδικασία επιλογής τους; Μοναδικό προσόν είναι να σε εκτιμά ο πρόεδρος. Γι’ αυτό κι έγιναν «προπονητές» -και δη ομοσπονδιακοί- δίχως να έχουν καταγράψει μια ώρα προπονητικής δουλειάς, άνθρωποι που απλά εκθείαζαν τον πρόεδρο της ΕΟΚ, ή απλά του ήταν συμπαθείς.
Μπορούμε εύκολα να πετροβολήσουμε τον Καστρίτη (από τους λίγους «κανονικούς» προπονητές, που είναι στη γειτονιά της Ομοσπονδίας), όπως παλιότερα λιθοβολήθηκε -στη «μεγάλη» Εθνική- ο Ηλίας Ζούρος, ή και άλλοι. Τον πρόεδρο και την ηγετική ομάδα μην πειράξει κανείς. Όπως και τους «ισόβιους» ομοσπονδιακούς, που κινούνται σε πιο χαμηλές ηλικίες και κανείς δεν ασχολείται μαζί τους.
Για να γίνεις διεθνής πρέπει να πας σε σωστά… καμπ, να κάνεις καλές παρέες, να δέχεσαι να επιστρέψεις στις τέσσερις τα ξημερώματα σπίτι σου, μην γνωρίζοντας τη στιγμή που επιβιβάζεσαι στο πούλμαν, αν τέλειωσε το ταξίδι στην προετοιμασία, ή αν θα μπεις στο αεροπλάνο για να πας στο εξωτερικό για τουρνουά. Όλα αυτά στην τρυφερή ηλικία των 14 ετών, επειδή ο κόουτς ήθελε να έχει 26 διεθνείς μαζί του, εκ των οποίων μόνο οι 12 ταξίδεψαν… Αστεία πράγματα.
Μπορώ να γράφω ώρες για τους Ομοσπονδιακούς προπονητές. Ανάμεσά τους υπάρχουν εξαιρετικοί κόουτς, με τη δική τους πορεία και ιστορία, αλλά οι οποίοι βρέθηκαν συγκυριακά σε εθνικό πάγκο. Γιατί απλά δεν τηρείται καμία διαδικασία επιλογής του σωστού τεχνικού τιμ, που θα διαλέξει με τη σειρά του σωστούς παίκτες για να στελεχώσουν την αντίστοιχη Εθνική. Όλο το σύστημα, από τα κλιμάκια επιλογής, τις μεικτές ομάδες των Ενώσεων, μέχρι τη «μεγάλη» Εθνική έχει σαπίσει. Το περιβάλλον είναι τοξικό, ακόμα κι οι ίδιοι οι -κατά βάση απλήρωτοι- Ομοσπονδιακοί γνωρίζουν και σκύβουν το κεφάλι.
Υπάρχουν και κάποιοι που έχουν το θράσος και το… παίζουν προπονητές, ενώ όλοι γνωρίζουμε (αυτοί πρώτοι) ότι αναδείχθηκαν με σάλια για το μεγαλείο του ανδρός. Αυτοί είναι το πιο σάπιο κομμάτι, ενός σάπιου συστήματος. Τα αποτελέσματα μιλούν από μόνα τους. Έχουμε (έχουν) καταντήσει το ελληνικό μπάσκετ, να πανηγυρίζει αν… σωθεί, ή αν ανεβεί στη «μεγάλη» κατηγορία. Η «μεγάλη» Εθνική έχει να δει επιτυχία από τότε που ήταν τερματοφύλακας ο πατέρας Σμάιχελ.
Αλλά… ΟΛΑ ΚΑΛΑ για τον πρόεδρο της καρδιάς μας, για την ηγετική ομάδα των κηφήνων, για τους απανταχού τσαρτερίστες, που απλά περιμένουν το non paper για να μάθουν αν το «αφεντικό» ζήτησε το κεφάλι του κόουτς στο πιάτο, ή αν θα τον στηρίξουν κάνοντας τη νύχτα μέρα.
Όλοι αυτοί, αλλά κι όσοι δεν είδαν, δεν άκουσαν λέξη για τον… φόνο (του ελληνικού μπάσκετ) είναι συνυπεύθυνοι για την κατρακύλα. Κι αν τύχει μια καλή φουρνιά, πέσουν -με την άοκνη προσπάθεια των «βάλε κι εμένα στο τσάρτερ μπάρμπα», αυτοαποκαλούμενων «δημοσιογράφων» (ντροπή για τον κλάδο)- τόνοι στάχτης στα μάτια, η μεγάλη εικόνα των αντιπροσωπευτικών μας συγκροτημάτων δεν απέχει πολύ από την Γκερνίκα του Πάμπλο Πικάσο! Μόνο που η ελληνική εκδοχή φέρνει περισσότερο σε καρικατούρα…