Λένε πως δεν υπάρχει αποτυχία, αλλά ότι κάθε φορά μπορεί να βρεθούν διαφορετικοί τρόποι για να μην πετύχει ένα εγχείρημα, οι οποίοι διδάσκουν τι δεν πρέπει να κάνεις, για να φτάσεις στο τέλος στον στόχο σου. Κάπως έτσι μπορεί να περιγραφεί η παρουσία του Μάκη Αγγελόπουλου στην ΑΕΚ.
Μπήκε σε μια εποχή που το «δίπολο» των «αιωνίων» έμοιαζε άχαστο, σε κάθε περίπτωση μακριά από τους εν Ελλάδι υπόλοιπους εμπλεκόμενους με το σπορ. Έβαλε πολλά λεφτά για να πετύχει το… αυτονόητο. Το ταβάνι ήταν η τρίτη θέση. Και κάπου εκεί άρχισαν οι… τρέλες.
Πλήρωσε προπονητική υπεραξία στον Γιούρι Ζντοβτς, απομακρύνοντας τον Ντράγκαν Σάκοτα, που τότε κρίθηκε ανεπαρκής. Πεταμένα λεφτά. Άρχισε ένα απίστευτο παιδομάζωμα, με νεαρούς αθλητές, που όμως δεν έχουν αφήσει αποτύπωμα στον χώρο. Έχουν το ταλέντο, για την ώρα δεν έχουν τον χρόνο και την απαιτούμενη εμπιστοσύνη. Κι εκεί που μάζευε αμούστακα, έπαιρνε και παίκτες από το (δικό του) πάνω ράφι. Άλλα πεταμένα λεφτά, λέγαμε…
Σε πείσμα του Διονύση Σαββόπουλου, που πρότεινε «τα όνειρά σου μην τα λες, γιατί μια νύχτα κρύα μπορεί και οι Φροϋδιστές να ‘ρθουν στην εξουσία», μοιράστηκε το όνειρο για ιδιόκτητο γήπεδο. Τι να το κάνεις, όταν κόβεις κάτω από 100 εισιτήρια; Δεν πτοήθηκε.
Το 2017 τέλειωσε με τον Σωτήρη Μανωλόπουλο να έχει (μάλλον δίχως προφανή αιτία) απομακρυνθεί, την ομάδα να χάνει όταν ξεμύτιζε από το «Νίκος Γκάλης», την ιδέα του γηπέδου να έχει ξεθωριάσει, την Ευρώπη να μοιάζει αφιλόξενη. Μόνο ο Τάσος Μπουλμέτης κάτι έφτιαχνε, που λίγοι μύστες γνώριζαν. Κι αίφνης…
Δεν γνωρίζω αν ο κ. Αγγελόπουλος είναι φιλόζωος, αν έχει σκύλο, πάντως φέτος -στη χρονιά του σκύλου στο κινέζικο ημερολόγιο- είναι η χρονιά του. Η ταινία «1968» ήρθε να παντρέψει την τέχνη με το μπάσκετ, να τον μετατρέψει αίφνης από ονειροπαρμένο σε… οραματιστή, να τον βάλει σε περίοπτη θέση στην καρδιά όχι μόνο κάθε ΑΕΚτζη, αλλά και κάθε ανθρώπου που αγαπά τον αθλητισμό.
Νίκησε γιατί δεν μπορούσε να χάσει (όπως συνέβη και στην ταινία), γιατί απλά έπαιζε άνευ αντιπάλου. Δεν είχε κάποιον ή κάτι να συγκριθεί μαζί του. Η αποδοχή της ταινίας, όχι μόνο από τον στενό «ενωσίτικο» πυρήνα ήταν κάτι, αλλά τα καλύτερα ακολούθησαν.
Μια πρόκριση στο ανύπαρκτο Τσάμπιονς Λιγκ, που ήρθε λες κι έβαλαν το χεράκι τους ο Γιώργος Αμερικάνος κι η παρέα του ’68. Ανέλπιστη, στις λεπτομέρειες, στο σουτ. Σχεδόν χαμένη από χέρι, πλην όμως το αποτέλεσμα μετράει. Και μετά το Κύπελλο.
Η ΑΕΚ πήγε με άνεση στον τελικό. Δεν είχε «πρέπει» στο λεξιλόγιο της κι ο Μάκης Αγγελόπουλος γνώριζε πως το Κύπελλο θα πήγαινε σε… κάποιον Αγγελόπουλο. Θα ήθελε να είναι αυτός, πίστευε ότι θα μπορούσε, ήξερε πως δεν ήταν το φαβορί. Τα κατάφεραν οι παίκτες του, βγήκαν οι επιλογές της τελευταίας στιγμής, όλα πήγαν καλύτερα απ’ ότι θα περίμενε κι ο ίδιος.
Μέσα σε έναν χρόνο η ΑΕΚ μπήκε από δύο διαφορετικά παράθυρα στον μπασκετικό χάρτη κι έχει άλλα δύο ανοιχτά. Γιατί, ποιος ξέρει που θα τερματίσει στην Ευρώπη και ποιος μπορεί από τώρα (με το 2-0 επί του Ολυμπιακού) να της αφαιρέσει το δικαίωμα να ελπίζει σε πρόκριση τον τελικό;
Η χρονιά είναι έτσι κι αλλιώς πετυχημένη. Τα δύσκολα έπονται. Δεν θα έχει και του χρόνου Μπουλμέτη, το Κύπελλο θα ξεθωριάσει αν δεν υπάρξει συνέχεια, οι απαιτήσεις αυξήθηκαν. Ο Μάκης Αγγελόπουλος μοιάζει με πρόσωπο που χτίζει τον δικό του μύθο. Με καλές προθέσεις, όχι κατ’ ανάγκη με τον πιο ασφαλή τρόπο. Κάνοντας πράγματα που κι ο ίδιος δεν είναι σίγουρος πού θα οδηγήσουν.
Ακόμα κι οι στενοί του συνεργάτες δεν παίρνω όρκο ότι γνωρίζουν πώς σκέφτεται. Ακόμα δεν έχουμε καταλήξει αν στήριξε τον Χαλβατζάκη ή τον Μελή, στις προηγούμενες (προ Γαλατσόπουλου) εκλογές στον ΕΣΑΚΕ. Ακόμα δεν έχουμε καταλάβει αν πιέστηκε, ή πήγε με τη θέλησή του στο Τσάμπιονς Λιγκ. Ακόμα δεν έχουμε καταλάβει πώς κατέκτησε το Κύπελλο, πώς αυτό το συνονθύλευμα χωρίς αρχή και τέλος έχει γίνει ομάδα. Ακόμα δεν έχουμε καταλάβει γιατί ο Παναθηναϊκός άφησε τον Χάρις για τον Λοτζέσκι.
Τι σημασία έχει; Ο Μάκης Αγγελόπουλος μπορεί να βλέπει το «1968» στην οθόνη της τηλεόρασης, να έχει στην προθήκη του σπιτιού του το Κύπελλο και να αναρωτιέται ακόμα κι ο ίδιος «πώς τα κατάφερα τόσο καλά;».