Κεντρική Ασίστ Shadow “Έχω ξεχάσει πώς είναι να μην πονάς…”

“Έχω ξεχάσει πώς είναι να μην πονάς…”

alexandris tapoutos

25 Ιανουαρίου 2017, μια Τετάρτη σαν όλες τις άλλες. Αποδείχθηκε, τελικά, πως ήταν μια διαφορετική Τετάρτη, που έμελλε να εξελιχθεί και στην πιο χαρακτηριστική της ζωής του. 25 Ιανουαρίου 2018, ένα χρόνο ακριβώς μετά, το οριστικό αποτύπωμα εκείνης της ημέρας.

Ο Χρήστος Ταπούτος αποφάσισε να γνωστοποιήσει την ολοκλήρωση της «γεμάτης», αγωνιστικά, σε εμπειρίες και συναισθήματα, αθλητικής διαδρομής του, στην ημερομηνία που βίωσε τον τραυματισμό, που οδήγησε σε ιατρικό λάθος και εξαιτίας του τελευταίου αναγκάστηκε να βάλει τέλος στην μπασκετική διαδρομή του.

Χτύπησε σε προπόνηση της Δόξας Λευκάδας, στο δυναμικό της οποίας ανήκε την περυσινή περίοδο. Ο τραυματισμός; Κόψιμο του τένοντα που ουσιαστικά κρατά τον αντίχειρα του αριστερού χεριού, το οποίο αποφασίστηκε, αρχικά, να αντιμετωπιστεί συντηρητικά. Το πρόβλημα, ωστόσο, εξακολουθούσε να υπάρχει, οπότε και επιλέχθηκε το χειρουργείο. «Διαδικασία ρουτίνας, για έναν ορθοπεδικό, δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο», όπως εξήγησε ο παλαίμαχος, πλέον, 35χρονος διεθνής φόργουορντ, επιλέγοντας το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) για να μιλήσει, για πρώτη φορά, περισσότερο διεξοδικά για την κατάστασή του.

Οι ενοχλήσεις, παρά την επέμβαση, παρέμειναν, το χέρι δεν ήταν λειτουργικό. «Πέρασα ένα δίμηνο που θεωρώ είχα πόνους που δε βίωσα ποτέ ξανά στη ζωή μου! Το έψαξα πολύ, πήγα σε πολλούς γιατρούς, έκανα εξετάσεις, τα αποτελέσματα των οποίων δεν ήταν καλά. Δεν μπορούσαμε, όμως, να βρούμε ποιο ήταν το πρόβλημα και πόσο μεγάλο είναι. Έφτασα, εν τέλει, σε γιατρό, εξειδικευμένο στα χέρια. Στις 8 Αυγούστου έγινε μια δύσκολη και απαιτητική επέμβαση, που κράτησε περίπου 7 ώρες και ήταν πετυχημένη. Ήξερα, από την πρώτη στιγμή, πως πάμε να φτιάξουμε το χέρι για να είναι λειτουργικό για την καθημερινότητά μου. “Ξέχνα το μπάσκετ. Πάμε για να έχεις χέρι, για να κάνεις πράγματα στη ζωή σου” ήταν τα λόγια από το γιατρό» μοιράστηκε μαζί μας.

Πρόσθεσε, αναφέροντας: «Προσπαθώ πολύ, δεν είναι εύκολο. Ενδέχεται να κάνω ακόμη μία επέμβαση, για να βελτιώσουμε τα πράγματα λίγο περισσότερο. Το χέρι, βέβαια, δεν θα φτάσει ποτέ να είναι στο 100% και είναι το καλό μου το χέρι. Αναγκάστηκα, σε μία μέρα, να γίνω δεξιόχειρας… Έχω ξεχάσει πως είναι να κάνω τα πράγματα φυσιολογικά. Εχω ξεχάσει πως είναι να μην πονάς, δεν έχω αίσθηση στο χέρι μου. Αν πιάσω κάτι, δηλαδή, δεν το αισθάνομαι αυτό που πιάνω. Κάτι να με ακουμπήσει, δεν το καταλαβαίνω, πρέπει να το κοιτάω. Έχω τραυματίσει άπειρες φορές το χέρι μου, γιατί δεν κοιτάω τι κάνω. Έτυχε να κάνω κάτι και να δω αίματα στο χέρι και να αναρωτηθώ τι έγινε! Δεν μπορώ να κάνω λεπτές κινήσεις με την παλάμη μου, να πιάσω πιρούνι να φάω, να δέσω κορδόνια, να ανεβάσω ένα φερμουάρ, να κάνω κοτσίδες στις κόρες μου, όταν τις πάω βόλτα. Απλά πράγματα, αστεία, που αν προσπαθήσει κανείς και δεν τα κάνει, θα εκνευριστεί! Δεν μπορούν να συνεργαστούν τα δάκτυλά μου μεταξύ τους για να κάνουν πράγματα».

“Γεννημένος για μπάσκετ”

Προτεραιότητα στη ζωή, αλλά υπάρχει και το τεράστιο κεφάλαιο του μπάσκετ, που επηρεάστηκε από το πρόβλημα στο χέρι. «Μπήκα σε μια διαδικασία επίπονη, χωρίς τη θέλησή μου. Κόπηκε και το μπάσκετ, ζήτημα σημαντικό! θα ρωτήσει κανείς “πόσο ακόμη θα έπαιζες;”. Νομίζω πως θα μπορούσα να παίξω και άλλο» οι κουβέντες από τον Χρήστο Ταπούτο.

«Ξεκλειδώνοντας» περισσότερο τη σκέψη του για το άθλημα, στο οποίο χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα στον ελληνικό χώρο, επισήμανε: «Διαπίστωσα από παιδάκι πως μάλλον γεννήθηκα γι’ αυτό. Έβλεπα ότι μπορούσα να κάνω πράγματα με την μπάλα στα χέρια, χωρίς να μου τα δείξει κάποιος, που άλλα παιδάκια δεν μπορούσαν να τα πουν, όχι να τα κάνουν! Θυμάμαι ήμουν δευτέρα-τρίτη δημοτικού, μου βγήκε αυτόματα, χωρίς να το σκεφτώ, άρχισα να γυρνάω την μπάλα στο δάκτυλο. Με είδε ο μπαμπάς μου και δεν το πίστευε! Λάτρεψα, ερωτεύτηκα το μπάσκετ, ήμουν “άρρωστος”, κοιμόμουν με την μπάλα στα χέρια. Έχω κάνει άπειρους καυγάδες με τη μάνα μου, που ήθελε να αφήνω την μπάλα έξω από το σπίτι και εγώ απαντούσα ότι θέλω να την έχω μαζί μου! Είχαμε το μικρόβιο του μπάσκετ γενικά στην οικογένεια, με πήγαιναν στο γήπεδο με τον μεγάλο Άρη, τότε (σ.σ. γεννημένος και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη). Έβλεπα αγώνες, την Εθνική το 1987, τη θυμάμαι σαν όνειρο, αλλά τις πορείες του Άρη το 1988, το 1989, το 1990, τις θυμάμαι καλά, κάποιες Πέμπτες ήμουν και στο γήπεδο».

Από την παιδική στην εφηβική ηλικία και στα 16,5, όταν βρέθηκε στην Αθήνα, για να αγωνιστεί με τη Νήαρ Ηστ (1999-2001), χωρίς να περνά από το μυαλό του πως θα πληρώνεται για να κάνει αυτό που λατρεύει. «Στο μυαλό μου είχα πως θέλω να παίξω μπάσκετ, γιατί μου αρέσει. Το κομμάτι χρήματα δεν το σκέφτηκα ποτέ, παρά μόνο όταν υπέγραψα το πρώτο συμβόλαιο στη Νήαρ Ηστ και μου έδωσαν φάκελο με χρήματα. Εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησα ότι θα αμείβομαι για να παίζω. Γενικότερα, στην καριέρα μου πήγαινα εκεί που ήθελα να παίξω, όχι για να πάρω πέντε παραπάνω. Αυτό ίσως το έκανα στα τελειώματα, λόγω οικογένειας, γιατί τα ζυγίζεις διαφορετικά όταν έχεις υποχρεώσεις. Πάντα οι επιλογές μου ήταν να πάω σε ομάδα για να παίξω και να είμαι καλά και ας πάρω λιγότερα. Γι’ αυτό και δεν έκανα το βήμα στο εξωτερικό νωρίτερα, παρότι είχα προτάσεις να φύγω όταν ήμουν 20, 21, 22 ετών. Ήμουν διστακτικός για το καινούργιο, με τρόμαζε. Προτιμούσα να είμαι κάπου που να νιώθω άνετα».

“Αν γυρνούσα το χρόνο πίσω…”

Με τα προσόντα και το ταλέντο του ο Χρήστος Ταπούτος θα μπορούσε να κάνει καριέρα πολύ μεγαλύτερη από αυτή που έκανε. Δεν κρύφτηκε ποτέ γι’ αυτό.

«Ήρθε στην Αθήνα και είδε παιχνίδια μου ο Λάρι Μπερντ. Στα 22 μου, μού είπε “σε σένα είναι σαν να βλέπω τον Κούκοτς με άλλο πρόσωπο”. Αν δεν έχεις την ωριμότητα να σκεφτείς σωστά τέτοια λόγια ή δεν έχεις ανθρώπους να σου πουν “προσγειώσου”, χάνεις την μπάλα και εγώ την έχασα. Αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω, δύο πράγματα θα άλλαζα. Αφενός θα έφευγα νωρίτερα για το εξωτερικό, γιατί είχα προτάσεις και καλές οικονομικά και με προοπτική. Αφετέρου, από τα 19 ως τα 22 μου, θα δούλευα περισσότερο. Ήταν εκείνη η περίοδος που θα μπορούσα να κάνω το “μπαμ” και να ξεφύγω και δεν το έκανα. Επαναπαύτηκα στο ταλέντο μου, στο ότι ήμουν πρώτο όνομα στην πιάτσα και… έκατσα».

Η διαδρομή του, παρ’ όλα αυτά, ήταν σημαντική. Φόρεσε φανέλες μεγάλων ελληνικών ομάδων, θήτευσε για λίγο στην Τσεχία, μετά στο τουρκικό πρωτάθλημα, φόρεσε τη φανέλα με το εθνόσημο. Σχολίασε σχετικά, λέγοντας: «Κάθε χρονιά μου ήταν ξεχωριστή. Ιδιαίτερο ήταν το πρωτάθλημα που κατέκτησα με την ΑΕΚ (2002). Περίεργο ήταν το συναίσθημα όταν πήγα στον ΠΑΟΚ (2009-2010), πολύ μεγάλη ικανοποίηση ένιωσα όταν εντάχθηκα στον Άρη (2010-2012). Στην Τουρκία, σχεδόν τρία χρόνια (2012-2015), πέρασα καλά, τόσο σε επίπεδο μπάσκετ, όσο και σε επίπεδο ζωής».

Μέσα από το μπάσκετ, ακόμη, έκανε «φιλίες ζωής. Συναναστρέφεσαι με πολλούς στο χώρο, αλλά κρατάς λίγους, αυτούς που σε αγαπάνε πραγματικά και σε στηρίζουν, όχι στα εύκολα, αλλά στα δύσκολα. Στα δύσκολα κατάλαβα και εγώ ποιοι αγαπάνε τον Χρήστο και όχι τον Ταπούτο. Μπόρεσα, επίσης, να γνωρίσω καλύτερα και να συνεργαστώ με προσωπικότητες που θαύμαζα μικρότερος. Είχα τη χαρά και την τιμή να έχω προπονητή τον Λευτέρη Σούμποτιτς, που τον θαύμαζα ως αθλητή, γνώρισα τον Μπάνε Πρέλεβιτς, θα ήθελα να συνεργαστώ με Παναγιώτη Γιαννάκη».

“Ήθελα να κλείσω την καριέρα μου στον Άρη”

Σε επίπεδο συλλογικής προτίμησης, ο Χρήστος Ταπούτος δεν κράτησε ποτέ μυστικό πως «ήταν όνειρο ζωής να πάω στον Άρη. Όσο μεγάλη καριέρα και να έκανα, σε όσο μεγάλες ομάδες και να έπαιζα, κάποια στιγμή ήθελα να βρεθώ και στον Άρη. Και εκεί φανταζόμουν πως θα κλείσω την καριέρα μου, αλλά έγινε αλλιώς… Εντάχθηκα, επίσης, στον Άρη μετά από ένα δίλεπτο τηλεφώνημα, δε χρειάστηκε να το σκεφτώ πολύ!».

Παραδέχθηκε, βέβαια, πως και τη μεταγραφή του στον ΠΑΟΚ «δεν την σκέφτηκα ιδιαίτερα. Μίλησα και υπέγραψα. Τις επόμενες ημέρες, όταν συνειδητοποίησα τι θα γίνει, είπα “τι κάνουμε τώρα…”. Λογικό ήταν να υπάρχουν και υπήρξαν αντιδράσεις. Ήταν δύσκολα, ήταν περίεργα, αλλά το διαχειρίστηκα και εγώ και οι άνθρωποι της ομάδας σωστά. Δεν είχα κανένα παράπονο, με στήριξαν στον ΠΑΟΚ σε ό,τι χρειάστηκα και η χρονιά κύλησε ομαλά. Δεν είχα θέματα, η πορεία της ομάδας ήταν καλή, η δικιά μου αγωνιστική παρουσία ήταν, επίσης, καλή. Προσπαθούσα να παίζω και να βοηθάω σε όποια ομάδα και να ήμουν, γι’ αυτό άλλωστε είσαι επαγγελματίας, για να βοηθάς την ομάδα σου, αυτόν που σε πληρώνει».

Πλέον, γυρνώντας, αναγκαστικά, τη σελίδα στη ζωή του, έχει στο προσκήνιο τη συγγραφή της μπασκετικής διαδρομής του, για να ξέρουν τι έκανε ο μπαμπάς, αποκλειστικά και μόνο για τις κόρες του, τη Μαρίλια και την Κατερίνα. Έχει αρχίσει να ανακαλύπτει τον κόσμο του ραδιοφώνου, ως ραδιοφωνικός παραγωγός, και μπαίνει σε πνεύμα δουλειάς, μέσω μπάσκετ, μαθητεύοντας δίπλα στον προπονητή και κουμπάρο του, Γιώργο Κυριαζή.

«Βγαίνω από το παρκέ, αλλά δεν βγαίνω από το γήπεδο. Την προπονητική δεν την έχω. Δεν βλέπω τον εαυτό μου να διαχειρίζεται 15-16 άτομα. Θα μου άρεσε, όμως, να ασχολούμαι, αγωνιστικά, με παιδιά μικρά. Θεωρώ ότι μπορώ να δείξω 5-10 βασικά μπασκετικά πράγματα, αλλά και να κατευθύνω σωστά μικρά παιδιά, στο πως θα υπάρχουν στο γήπεδο σαν άνθρωποι, σαν προσωπικότητες, όχι μόνο σαν αθλητές. Το να φτιάξεις έναν αθλητή είναι ζήτημα, αλλά έχει και άλλα πράγματα γύρω-γύρω. Ένας προπονητής, σε μικρές ηλικίες, πρέπει να είναι καλός ψυχολόγος, να μπορεί να μεταφέρει εύκολα την πληροφορία στο παιδί, να το κάνει να τον εμπιστευτεί. Έγιναν, όμως, όλα πολύ ξαφνικά, ακόμη δεν τα έχω χωνέψει. Θέλω να τελειώσω και με το χέρι μου και μετά βλέπουμε…».

Πηγή: ΑΠΕ

Περισσότερα σχετικά άρθρα
Περισσότερα από eBasket.gr
Περισσότερα σε Shadow

Δειτε επισης

Το Γενικό Προξενείο στο Σικάγο τιμά τον Νίκο Γκάλη

Ακόμα μία στιγμή αναγνώρισης και σεβασμού στον Νίκο Γκάλη. Ο Νίκος Γκάλης θα βρεθεί τις επ…