Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο παραχώρησε μία συνέντευξη εφ όλης της ύλης, στο περιοδικό TIME και μίλησε για τα δύσκολα παιδικά χρόνια που πέρασε αυτός και η οικογένεια του, ακόμη αναφέρθηκε στον στόχο του που είναι το πρωτάθλημα με τους Μιλγουόκι Μπακς, ενώ ανέφερε ακόμη πως θέλει να χτίσει σχολεία στην Ελλάδα.
Αναλυτικά τα όσα είπε ο Έλληνα φόργουορντ:
Για τους στόχους της ομάδας του: “Έχουμε τον ίδιο κορμό με πέρσι και μόνο καλύτερα μπορούμε να πάμε. Είναι η ευκαιρία μας να πάμε ψηλά. Κάθε χρόνο γινόμαστε πιο δυνατοί και έμπειροι. Πιστεύω πως έχουμε ρεαλιστικές πιθανότητες για να είμαστε στην πρώτη τετράδα της Ανατολής. Λέγοντας αυτό δεν θέλω να βάλω πίεση στην ομάδα μου, αλλά θεωρώ πως είναι ένας ρεαλιστικός στόχος”.
Για την αφοσίωση στους Μπακς: “Οι Μπακς είναι ομάδα μιας μικρής αγοράς, αλλά τη λατρεύω. Είμαι πολύ ανταγωνιστικός και επίμονος. Αυτό με κάνει να θέλω να οδηγήσω τους Μπακς στην κορυφή, να τους κάνει μια ομάδα μεγάλης αγοράς. Αυτός είναι ο προσωπικός στόχος που έχω θέσει κι ελπίζω να τον πετύχω. Αυτή η ομάδα με βοήθησε, με επέλεξε στο νούμερο 15 του ντραφτ ακόμη κι όταν δεν ήμουν έτοιμος να παίξω στο ΝΒΑ κι αυτό το εκτιμώ. Η ομάδα με φρόντισε από την πρώτη στιγμή, με πίστεψαν και θέλω να μείνω πιστός σε αυτούς. Ελπίζω να είμαι στους Μπακς για πολλά χρόνια. Δεν υπάρχουν πολλοί παίκτες που έχουν μείνει στην ίδια ομάδα σε όλη την καριέρα τους. Ο Κόμπι, ο Ντάνκαν και ο Νοβίτσκι… Θέλω να γίνω ένας από αυτούς και πιστεύω πως μπορώ να το καταφέρω. Όμως θέλω να κάνω την ομάδα σπουδαία, όχι να είμαι απλώς εδώ. Θέλω να κατακτήσουμε ένα πρωτάθλημα. Αυτός είναι ο στόχος μου. Όταν θέτω στόχους, τους πετυχαίνω. Ελπίζω η διοίκηση να κάνει τις σωστές κινήσεις και να φέρει καλούς παίκτες δίπλα μου, όπως ο Μίντλετον και ο Πάρκερ”.
Για τον τίτλο: “Ο Ντουράντ ήταν οκτώ χρόνια στους Θάντερ, αλλά ίσως δεν είχε τους κατάλληλους ανθρώπους γύρω του για να πάρει το πρωτάθλημα. Ήθελε έναν τίτλο και γι’ αυτό πήγε στους Γουόριορς και τα κατάφερε. Αυτό ήταν δική του απόφαση. Εγώ πιστεύω πως μπορώ να πάρω πρωτάθλημα με το Μιλγουόκι. Αν δεν το καταφέρω, τότε θα πρέπει να πάρω την κατάλληλη απόφαση για να πάρω ένα πρωτάθλημα. Αν όμως εγώ, η διοίκηση και όλα τα μέλη της ομάδας έχουμε τον ίδιο στόχο, μπορούμε να φέρουμε ένα πρωτάθλημα στο Μιλγουόκι”.
Για τις δυσκολίες κατά την παιδική του ηλικία: “Η οικογένειά μου έδινε καθημερινά μια μάχη. Έπρεπε να παλέψουμε για να έχουμε φαγητό στο τραπέζι. Θυμάμαι ένα διάστημα που είχε αρρωστήσει η μητέρα μου. Ήμουν 17 και ζούσαμε σε άσχημες συνθήκες. Η μητέρα μου είναι ο ηγέτης της οικογένειας, έκανε τα πάντα για μας και όταν αρρώστησε όλοι έπρεπε να κάνουμε ένα βήμα μπροστά. Πιστεύω πως το κάναμε. Έπρεπε να συνεισφέρουμε στην οικογένεια και να φροντίζουμε να πηγαίνουν τα αδέρφια μας στο σχολείο. Ήμουν καλούτσικος μαθητής, αλλά είχα εστιάσει στο μπάσκετ. Αυτό ήταν λάθος, αλλά έδινα το 100%. Είχα πει στη μητέρα μου πως θα πετύχω στο μπάσκετ για να έχουμε μια καλύτερη ζωή. Τώρα είναι καλά, χαμογελά και απολαμβάνει τη ζωή”.
Για την περίοδο που ήταν μικροπωλητής: “Μέχρι πριν πέντε χρόνια πουλούσαμε πράγματα στο δρόμο για να ζήσουμε. Βοηθούσα τους γονείς μου. Ήταν δύσκολα. Οι γονείς μου ήταν παράνομοι και ήταν δύσκολο ο πατέρας μου να εργαστεί, γιατί μπορούσαν ανά πάσα στιγμή να τον συλλάβουν και να μας απελάσουν. Έτσι ήταν πιο εύκολο να δουλεύει η μητέρα μου. Εγώ έκανα ό,τι μπορούσα. Πουλούσαμε ρολόγια, γυαλιά, παιχνίδια, ρούχα… Είχε πλάκα. Αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο για να ξαναζήσω τέτοιες στιγμές, θα το έκανε. Ήμασταν όλοι μαζί, ζούσαμε οικογενειακές στιγμές. Έτσι δεθήκαμε όλοι μαζί. Αυτό γινόταν μέχρι το 2012, μετά εστίασα στο μπάσκετ και το 2013 έγινα ντραφτ και το 2014 ακολούθησε ο αδερφός μου. Υπήρχαν μέρες που δεν πουλούσαμε τίποτα όλη τη μέρα και επιστρέφοντας στο σπίτι δεν είχαμε λεφτά. Αναρωτιόμασταν τι να κάνουμε. Θα μπορούσαμε να ζητήσουμε λεφτά, αλλά δεν είχαμε πολλούς φίλους. Οι γονείς μας δεν είχαν πολλούς φίλους γιατί ήταν παράνομοι. Θα μπορούσε κάποιος να τους καταγγείλει στις αρχές. Ακόμη και στο Μιλγουόκι οι γονείς μου δυσκολεύονταν να εμπιστευτούν κάποιον. Εμείς δεν είχαμε τις ίδιες ευκαιρίες όπως άλλα παιδιά. Δεν είχα ελληνικό διαβατήριο μέχρι τα 18. Δεν είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε ό,τι θέλαμε γιατί δεν είχαμε τα χαρτιά. Ζούσαμε στο φόβο μήπως απελάσουν τους γονείς μας. Θα μπορούσα να ξυπνήσω μια μέρα και να είναι σε άλλη χώρα. Εμένα δεν μπορούσαν να με απελάσουν, γιατί δεν είχα διαβατήριο. Να με στείλουν πού; Πίσω στη Νιγηρία; Γεννήθηκα στην Ελλάδα, έχω και πιστοποιητικό γέννησης. Ο φόβος να απελάσουν τους γονείς μου ήταν μεγάλος όσο μεγαλώναμε”.
Για τις συμβουλές του προς ανθρώπους που αντιμετωπίζουν δυσκολίες: “Το πιο σημαντικό για ανθρώπους που βρίσκονται στην ίδια θέση με αυτή που ήμουν εγώ είναι να τους δίνονται ευκαιρίες. Για να βρίσκομαι εγώ εδώ τώρα, κάποιος μου έδωσε μια ευκαιρία. Πολλοί άνθρωποι απλώς θέλουν μια ευκαιρία για να γίνουν κάτι σπουδαίο. Εμείς σαν οικογένεια είχαμε υπομονή και διψούσαμε για μια ευκαιρία. Κάναμε για πολλά χρόνια ό,τι μπορούσαμε κι όταν έρχεται η ευκαιρία πρέπει να την αρπάζεις. Οι γονείς μου πάντα μας έλεγαν να είμαστε σκληροί, να πιστεύουμε στο Θεό και πως στο τέλος όλα θα πάνε καλά. Γι’ αυτό χρειάζεται υπομονή και πίστη”.
Για τα όνειρά του εκτός μπάσκετ: “Όσο μεγαλώνω και ωριμάζω θέλω να ασχοληθώ και με άλλους σκοπούς. Ίσως να πάω στη Μέση Ανατολή, στην Αφρική ή και στην Ελλάδα για να χτίσω σχολεία. Ένα πράγμα που είναι σίγουρο, είναι πως όταν φύγω από τη γη, θα έχω βοηθήσει ανθρώπους να έχουν ένα καλύτερο μέλλον”.
Για το προσωνύμιο Greek Freak: “Μου αρέσει το παρατσούκλι μου. Θεωρώ πως είναι πολύ ωραίο. Πρώτα από όλα έχει το ελληνικό στοιχείο, γιατί πάντα εκπροσωπώ τη χώρα μου. Και δεύτερο το freak, γιατί είμαι ένας αθλητής που θέλω να κάνω τερατώδη πράγματα στο παρκέ”.
Για τον κορυφαίο παίκτη του ΝΒΑ: “Ο Λεμπρόν Τζέιμς είναι ένα από τα πρότυπά μου. Για μένα ο καλύτερος παίκτης στο ΝΒΑ. Και θα είναι για κάποια χρόνια ακόμη. Με αυτά που κάνει κρατά γερά αυτή τη θέση, αλλά ελπίζω ακόμη κι εγώ κάποια μέρα να του την πάρω”.
Για τα στοιχεία που πρέπει να προσθέσει στο παιχνίδι του: “Υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει να βελτιώσω. Μιλάω περισσότερο με τους συμπαίκτες μου, βελτιώνομαι και στο σουτ, ενώ χτίζω και χαρακτήρα. Θα πρέπει να είσαι δολοφόνος στο γήπεδο. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Όταν πατάς στο παρκέ θα πρέπει να παίζεις σαν να είναι το τελευταίο στο ματς”.