Στην Ελλάδα που έχει μάθει να κρίνει βάσει αποτελέσματος, είμαστε ήδη αγκαλιά με το χρυσό. Στην Ελλάδα που σκέφτεται, η εμφάνιση και η πρόκριση κόντρα στους Λιθουανούς επιβεβαίωσε όλους όσους άσκησαν κριτική, καθώς είναι φανερό ότι -ακόμα κι αν η Εθνική δεν είναι το… μεγάλο φαβορί- δεν έχει σχέση με το φάντασμα του Ελσίνκι. Οι διεθνείς αδίκησαν τους εαυτούς τους στην πρώτη φάση, αλλά (ευτυχώς) τίποτα δεν χάθηκε.
Τι άλλαξε; Πρώτα απ’ όλα άλλαξαν οι ίδιοι. Δεν κάνει ο καθένας την… ποικιλία του, δεν παίζει για την πάρτη του, δεν βλέπει μόνο το μπροστά μέρος του γηπέδου. Η δήλωση αυτοκριτικής του Γιάννη Μπουρούση και η άμεση βελτίωσή του, δείχνει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν την κατάσταση, στην οποία είχαν περιέλθει.
Αυτός που άλλαξε περισσότερο απ’ όλους ήταν ο Κώστας Μίσσας. Άρχισε να κοουτσάρει, κλείνοντας (ίσως λίγο περισσότερο απ’ όσο πρέπει κι αντέχουμε) το ροτέισον, παίζοντας με δίδυμο γκαρντ τους Κώστα Σλούκα (MVP) και Νικ Καλάθη. Δύσκολη απόφαση, καθώς -για την ώρα- έχει περιοριστεί ο χρόνος και ο ρόλος του Νίκου Παππά, ο οποίος ήταν πρώτος σκόρερ (ανά λεπτό συμμετοχής).
Για να τα λέμε όλα, θέλει και τύχη το πράγμα. Όταν οι Λιθουανοί σούταραν ελεύθεροι και τα έχαναν κι εμείς πετύχαμε τρίποντο με τον Θανάση Αντετοκούνμπο, είναι και θέμα τύχης, αλλά την τύχη την ορίζουν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές.
Ο Κώστας Παπανικολάου είναι υπόδειγμα, στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει το παιχνίδι, ξεκινώντας από την άμυνα και παίρνοντας τις φάσεις που του ανήκουν στην επίθεση.
Ο Γιώργος Πρίντεζης θέλει ανάσες, δεν είναι βιονικός, αλλά απόντος του Γιάννη Αντετοκούνμπο (φανταστείτε να είχαμε αυτόν και τον Κώστα Κουφό στη 12άδα), θα βγάλει… διπλό μεροκάματο. Ειδικά αν ο Θανάσης δεν είναι λίγο πιο προσεκτικός στα φάουλ που ξοδεύει.
Για τον Κώστα Μίσσα, που επιστρατεύτηκε και δεν επιλέχθηκε, είναι ΔΙΚΑΙΩΣΗ, γιατί σε τελική ανάλυση δεν ήταν αυτός που έφταιγε και δεν άξιζε της απαξίωσης που έδειξαν στο πρόσωπό του οι Λιθουανοί. Όπως εύστοχα παρατήρησε, “τώρα θα αρχίσουν να διαβάζουν ιστορία“.
Το μάτι μας πήρε και τον Τάκη Τσαγκρώνη, απέναντι από τον ελληνικό πάγκο. Ίσως πρέπει να μας εξηγήσει τι εννοούσε όταν έλεγε ότι “δεν έχουμε παίκτες“, γιατί αυτό κανείς (σοβαρός) δεν τόλμησε να το πει, ή να το γράψει. Έμπειρος παράγοντας είναι, θα έχει μια εξήγηση.
Υ.Γ.: Δεν ποινικοποιούνται οι πανηγυρισμοί, αλλά για την ώρα αυτό που έχουμε πετύχει είναι να μην βγάλουμε λάθος (κακή) εικόνα για το ελληνικό μπάσκετ. Έχουμε ακόμα δρόμο, όμως αυτό είναι το DNA μας. Να παλεύουμε…
Υ.Γ.1: Δεν ακολουθούμε το αποτέλεσμα, αλλά την εικόνα. Το γήπεδο είναι καθρέπτης κι ό,τι του δίνεις σου δείχνει. Αυτό είναι το πρόσωπο που θέλουμε να βλέπουμε κι όχι το φάντασμα του Ελσίνκι…