Το 1987 ήταν αναμφισβήτητα μια τεράστια επιτυχία, που προώθησε τη νοοτροπία που δημιούργησε ο Άρης, ο οποίος ανέτρεψε τη μίζερη φιλοσοφία της αξιοπρεπούς ήττας και διεκδίκησε με αξιώσεις τη συμμετοχή του στον υψηλού επιπέδου ανταγωνισμό.
Δεν έχει σημασία ότι δεν κατέκτησε το ευρωπαϊκό κύπελλο. Στις αιτίες έχω αναφερθεί σε άλλα κείμενα και δεν χρειάζεται να τις επαναλάβω. Το γεγονός ότι καθήλωσε όλο τον κόσμο στην τηλεόραση και του επέτρεψε να τον κρίνει στο αν τα κατάφερε ή όχι, ήταν από μόνο του ένα τεράστιο βήμα στην αλλαγή της οπτικής γωνίας.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην προ Άρη εποχή, η Βουλγαρία και η Ρουμανία φάνταζαν αξεπέραστα εμπόδια, ή ακόμα ότι χάναμε μετά από επεισοδιακό αγώνα από την Ελβετία.
Η εκπληκτική συγκυρία της συναστρίας μεγάλων αστέρων του μπάσκετ, αξιοποίησε τη διαμορφωμένη νοοτροπία κι έφτασε σε μία επιτυχία που ξεπερνούσε τις προσδοκίες, όχι μόνο των παραγόντων, αλλά και του κόσμου.
Επιθυμία της ομοσπονδίας ήταν να μην περιοριστούμε σε συγχαρητήρια για την πετσέτα και ξενοδοχειακού τύπου εξυπηρετήσεις, με τη λογική του μπάτλερ, αλλά να έχουμε και αξιοπρεπή αγωνιστική παρουσία, με μαξιμαλιστικό στόχο την έκτη θέση.
Φυσικά, οι παίκτες ήταν πάλι πολλά βήματα πιο μπροστά.
Δεν θα ξεχάσω τον Παναγιώτη Γιαννάκη, μετά τον πρώτο χαμένο αγώνα με αντίπαλο τη Σοβιετική Ένωση, στενοχωρημένο στο ξενοδοχείο, να αντιδρά σε παρηγορητικά κι ενθαρρυντικά λόγια που φανέρωναν λογική της παλιάς εποχής της “ψωροκώσταινας“, με τη φράση “δεν έχετε καταλάβει πόσο καλή ομάδα έχουμε;”…
Εκ των υστέρων κρίνοντες, όταν την ομάδα την απαρτίζουν δυο παίκτες που περιλαμβάνονται στο Hall of Fame (Γκάλης, Φασούλας), άλλοι δύο που σκανδαλωδώς δεν περιλαμβάνονται (Γιαννάκης, Χριστοδούλου) και ικανούς συμπαίκτες, η απορία του Παναγιώτη ήταν απόλυτα εύλογη.
Την ιστορία τη γράφουν οι προπονητές και οι παίκτες, οι ετερόφωτοι παρατρεχάμενοι είναι απλά λογοκλόποι, οι οποίοι δεν αρκούνται στη φιγούρα της φωτογραφίας, αλλά προσπαθούν να υποβαθμίσουν τη συμβολή των πραγματικών πρωταγωνιστών, υπονοώντας ότι ο καθοριστικός παράγοντας της επιτυχίας ήταν οι ίδιοι, που με τις ενέργειες τους, (που δεν μαρτυρά δα και υψηλού επιπέδου αθλητικό ήθος) τα… κανόνισαν.
Οι φιέστες, που διοργανώνονται από παράγοντες, δήθεν για να τιμήσουν τους προπονητές και τους παίκτες, στην ουσία γίνονται για να τιμήσουν τους εαυτούς τους και να επανέλθουν στο προσκήνιο, απομυζώντας από τη λάμψη των πραγματικών αστέρων, οι οποίοι δεν χρειάζονται τέτοιου είδους υπενθυμίσεις, γιατί παραμένουν ανεξίτηλοι στη συνείδηση όλου του κόσμου.
Η ανοίκεια επίθεση στις εμβληματικές μορφές του Γκάλη και του Γιαννάκη, που αρνήθηκαν να αποτελέσουν μέρος του πανηγυριού, μετά μάλιστα από τη διαρκή απρεπή και αγενή συμπεριφορά στα πρόσωπά τους από την ομοσπονδία, που μόνο αναγνώριση της τεράστιας συμβολή τους δεν μαρτυρά, καθιστά τον παραπάνω ισχυρισμό βάσιμο.
Τι πίστευαν οι κύριοι της ΕΟΚ, ότι με δύο τιμητικές πλακέτες θα κρύβονταν η υποκρισία;
“Απορία ψάλτου βηξ”
Όταν η ΕΟΚ δεν έχει κάτι να πει, ανασύρει το ’87. Και πέρυσι είχαμε τον εορτασμό των 29 χρόνων και του χρόνου φαντάζομαι θα γιορτάσουμε τα 31 χρόνια, κι ενδεχομένως αν τα πράγματα δεν πάνε καλά τον εορτασμό των 31 χρόνων και δύο μηνών από την κατάκτηση του τίτλου.
Το ‘87 ήταν εφαλτήριο για την πρόοδο των μελλοντικών αθλητών, προπονητών και διαιτητών, που συνειδητοποίησαν ότι το μέγεθός μας ως χώρα δεν είναι πλέον δικαιολογία, κι έφτασαν στην απόλυτη καταξίωση.
Το πραγματικό μήνυμα του ‘87, αλλά και του 2004 του ποδοσφαίρου, ήταν οικουμενικό, γιατί δεν απέδειξε τι μπορούν να κάνουν οι Έλληνες, αλλά τι μπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε πιστεύει στις δυνάμεις του κι έχει τη γνώση και τις ικανότητες να πετύχει τους στόχους του.
Οι παράγοντες, όμως, τι λόγο έχουν να πανηγυρίζουν; Το μόνο που απέδειξαν είναι ότι ο Οργουελ έπεσε έξω τρία χρόνια. Όλες οι έννοιες διαστρεβλώθηκαν για να δικαιολογηθεί η επίθεση που δέχθηκε ο χώρος, από λογής πολιτικούς κι εξυπηρετητές συμφερόντων, κι εμείς δεν είχαμε τέρμα.
Οι παράγοντες αποδείχθηκαν ανεπαρκείς, στη διαπραγμάτευση με την πολιτεία, για τη διαχείριση της επιτυχίας που τους ξεπερνούσε, και την υπεράσπιση των αρχών του αθλητισμού. Το μόνο που διασφάλισαν ήταν την παρουσία τους στον χώρο, σε ένα έστω και πιο υποβαθμισμένο ρόλο, αρκούμενοι στις μικροεξουσίες τους παρείχε.
Πονηρά σκεφτόμενοι, γνώριζαν ότι με κατάλληλους χειρισμούς από στρατιές ενσωματωμένων δημοσιογράφων, θα μπορούσαν να εμφανίσουν την τεράστια σκιά των αθλητών ως δικό τους επίτευγμα, ασχέτως αν είναι εικονική πραγματικότητα.
Ό,τι εξαρτήθηκε από τη συμβολή των παραγόντων, πήγε από το κακό στο χειρότερο. Ως αδέξιοι αλχημιστές κατάφεραν το ακατόρθωτο, να μετατρέψουν το χρυσό που τους προίκισαν οι προπονητές και αθλητές σε σκουριά υψικαμίνου.
- Μετά το σκάσιμο της φούσκας του “καλύτερου πρωταθλήματος της Ευρώπης“, αντίστοιχου με αυτής του χρηματιστηρίου, επανήλθαμε στα καθιερωμένα. Τα πρωταθλήματα είναι πανομοιότυπα με αυτά της δεκαετίας του ‘60, με δυόμιση ομάδες, έλλειψη πόρων, και με επιβαρυντικό παράγοντα τους ιδιωτικούς στρατούς και την έξαρση της βίας.
- Η ΕΟΚ δεν είναι σε θέση να διοργανώσει ούτε το κύπελλο, πόσο μάλλον να ηγηθεί του χώρου και να τον υπερασπιστεί, καθώς θεωρεί ότι η μόνη της υποχρέωση είναι η διαχείριση της Εθνικής ομάδας σαν συνοικιακό σωματείο.
- Η χρεωκοπία είναι γενικευμένη, μη εξαιρουμένης της επιδοτούμενης Ομοσπονδίας, που χρωστά σεβαστό ποσό στους διαιτητές, οι οποίοι στην ουσία στηρίζουν τα πρωταθλήματα, λοιδορούμενοι ως φιλοχρήματοι, ενώ βρίσκει πόρους για ανήθικα wild card.
- Η έλλειψη σεβασμού προς κάθε κατεύθυνση είναι διάχυτη, με ενορχηστρωτές και διευθυντές ορχήστρας την ίδια την Ομοσπονδία, μέσω των γνωστών “κύκλων”, με τελευταία “θύματα” τους Γκάλη και Γιαννάκη.
Σε όλα τα παραπάνω υπάρχει εξήγηση με ονοματεπώνυμο και διεύθυνση. Δεν χρειάζεται κανείς παρά να αναφερθεί στα λεγόμενα του προέδρου της ΕΟΚ κατά την παρουσίαση της φανέλας της εθνικής.
Λέγεται ότι είναι καλύτερα να κρατάς το στόμα σου κλειστό, γιατί έτσι μπορεί να σε περάσουν για έξυπνο. Αυτό που μάθαμε είναι ότι η ομοσπονδία δεν ψάχνει για προπονητή, αλλά για φροντιστή. Τέτοια υποτίμηση για τον ρόλο του προπονητή, ούτε από παράγοντα συνοικιακού σωματείου δεν συναντάς.
Σε μια περίοδο που οι επιλογές για προπονητή είναι πολλές και υψηλού επιπέδου, ποιος θα φανταζόταν ότι θα ήταν πρόβλημα η στελέχωση της προπονητικής ομάδας; Η αλήθεια είναι ότι είναι κι άτυχοι γιατί ο συγχωρεμένος ο Μπαλφούσιας θα ήταν ο ιδανικός προπονητής με τις προδιαγραφές Βασιλακόπουλου.
Έχουμε ακούσει για ανώνυμους αλκοολικούς, για ανώνυμους τοξικομανείς, για ανώνυμους συμβούλους δεν έχουμε ξανακούσει. Η δικαιολογία ότι είναι ανιδιοτελείς, που δεν επιδιώκουν την προβολή τους, είναι τουλάχιστον εμπαιγμός, από τη στιγμή που όλοι γνωρίζουμε τουλάχιστον έναν που είναι ιδιοτελής, και προβάλλεται υπέρμετρα, ενώ οι υπόλοιποι μένουν στο περιθώριο, εξυπηρετώντας τον ξεθωριασμένο μύθο του “ισχυρού άνδρα“.
Η ιστορία δεν θα είναι επιεικής στους συμβούλους της ΕΟΚ, που ενοχοποιούνται το ίδιο ή και περισσότερο για την κατάσταση που δημιουργεί η ανεμπόδιστη αυθαιρεσία του προέδρου, παρά τον όρκο αφωνίας, τον οποίο υποχρεώνονται να πάρουν για να υπάρχουν.