Είναι λύση η επιστροφή στον ερασιτεχνισμό; Η ερώτηση αυτή ακολουθεί πάντα, όταν εκφράζονται κριτικές για τη διαμορφωμένη κατάσταση, όπως αυτές που αναλύθηκαν στα προηγούμενα άρθρα μας (πατήστε εδώ), με σκοπό φυσικά να τις αποδομήσουν, σε μια προσπάθεια δικαιολόγησης των επιλογών τους, εμφανίζοντάς τες ως μονόδρομο και εκσυγχρονισμό.
Αν η επιστροφή στον σωματειακό αθλητισμό σημαίνει ερασιτεχνισμό, τότε πρέπει να χαρακτηρίσουμε την Μπαρτσελόνα ερασιτεχνικό σωματείο, καθώς είναι σωματείο με πλήθος μελών. Κανείς δεν θα μπορούσε να το ισχυριστεί, χωρίς τον κίνδυνο της γελοιοποίησης.
Στην Ευρώπη κυριαρχούν τρία μοντέλα:
- Το ισπανικό, με κύριους εκπρόσωπους την Μπαρτσελόνα και τη Ρεάλ, που είναι σωματεία με μέλη.
- Το γερμανικό, όπου επικρατεί μεικτό σύστημα, με σωματεία και εταιρείες (η διαφορά είναι ότι στην περίπτωση των εταιρειών το σωματείο κατέχει το 51%).
- Το αγγλικό με ολιγάρχες και εμίρηδες.
Όποιος επιλέξει το αγγλικό μοντέλο, (που υποστηρίζουν άλλωστε και οι αθλητικοί νόμοι), σημαίνει είτε έχει πλήρη άγνοια του χώρου, είτε εξυπηρετεί συμφέροντα και σίγουρα δεν γνωρίζει την ιστορία της εξέλιξης του αθλητισμού στην Ελλάδα.
Οι επιτυχίες στο μπάσκετ, στο ποδόσφαιρο το 2004, στο πόλο και στα άλλα ομαδικά αθλήματα, βασίζονται στην νοοτροπία που δημιούργησε η ομάδα μπάσκετ του Άρη Θεσσαλονίκης και το μήνυμα που εξέπεμψε, ότι μπορούμε να πρωταγωνιστήσουμε σε μία εποχή που μας αρκούσαν αξιοπρεπείς ήττες.
Θα πρέπει να αναγνωριστεί στον Άρη, ότι ενώ βρισκόμασταν στις τελευταίες θέσεις ανταγωνιστικότητας σε όλους τους τομείς (αθλητικά, οικονομικά κλπ), μας έδωσε το δικαίωμα να γκρινιάζουμε γιατί δεν ήμασταν πρώτοι.
Δεν έχει καμία σημασία ότι δεν κατέκτησε τον ευρωπαϊκό τίτλο, για μια σειρά από λόγους, που κανένας δεν έχει να κάνει με το ότι δεν ήταν ΚΑΕ, αλλά στις περιορισμένες πηγές εσόδων και σε άστοχες αποφάσεις.
- Μικρό γήπεδο.
- Μία τηλεόραση.
- Λαθεμένες αποφάσεις με την απαγόρευση συμμετοχής ξένων παικτών στο ελληνικό πρωτάθλημα.
Στα πλαίσια της αυτοκριτικής, η σκέψη ότι οι ξένοι παίκτες θα περιόριζαν τον χρόνο συμμετοχής των Ελλήνων παικτών ήταν παντελώς άστοχη. Η ιστορία απέδειξε ότι οι ομάδες που διακρίθηκαν κι έφεραν μεγάλες επιτυχίες (Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός) είχαν ως πρωταγωνιστές Έλληνες παίκτες που έκανα την διαφορά, παρόλη την αθρόα είσοδο ξένων και κοινοτικών παικτών, που -αρχικά- προκάλεσε η υπόθεση Μπόσμαν.
Ίδια γεύση
Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι τα πράγματα θα είχαν διαφορετική κατάληξη, αν υπήρχε τότε οργάνωση με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, βασισμένης σε βιώσιμο επιχειρηματικό σχέδιο, που θα έλυνε το πρόβλημα της χρηματοδότησης; Η ζωή απέδειξε ότι τέτοιες σκέψεις αποτελούν καθαρή ιδεοληψία.
Η κορύφωση που ήρθε το 1987, με την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού από την Εθνική του μπάσκετ, λειτούργησε προσθετικά στην πορεία του Άρη και προκάλεσε, το εν υπνώσει ενδιαφέρον ιδιωτών, να τρυγήσουν την εξουσία που παρήγαγε πλέον ο χώρος, δια μέσου της ιδιωτικοποίησης των σωματείων, με το πρόσχημα της εξασφάλισης χρηματοδότησης.
Οι σημερινοί ιδιοκτήτες του Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού, που αναμφισβήτητα συμβάλουν στην επιτυχημένη εικόνα των ομάδων τους, αλλά και συνιστούν μεμονωμένες περιπτώσεις, λειτουργούν ακριβώς όπως λειτουργούσαν και οι εμβληματικοί, για τις ομάδες τους, χρηματοδότες την εποχή πριν τις ΠΑΕ και ΚΑΕ (Μπάρλος, Γουλανδρής, Μπουτάρης κ.α.), χωρίς δηλαδή προσδοκία άμεσου οικονομικού οφέλους.
Τη σημασία που έχει η εμπλοκή του λαϊκού στοιχείου, μας την υπογραμμίζει πάλι ο Άρης στο φάιναλ φορ του Κυπέλλου στη Θεσσαλονίκη το 1998, όπου μετείχαν, η ΑΕΚ, ο ΠΑΟ και Ολυμπιακός, που ήταν οι πλέον επαγγελματικές και ακριβές ομάδες της Ευρώπης και ο Άρης, με συσσωρευμένα οικονομικά προβλήματα και διοίκηση σωτηρίας.
Η τεράστια κινητοποίηση των φιλάθλων, κράτησε ενωμένη την ομάδα, στην οποία είχαν δημιουργηθεί φυγόκεντρες τάσεις κι έδωσε κίνητρο στους παίκτες, ώστε να κατακτήσουν τον τίτλο.
Το big bang
Αλλά και η επιτυχία του ποδοσφαίρου το 2004 δεν ήταν αποτέλεσμα δράσης επενδυτών, λογιστηρίου, ούτε καν ταλέντου, αλλά γνώσης που κατείχαν ο προπονητής και οι παίκτες και των σχέσεων σεβασμού που ανάπτυξαν μεταξύ τους, που τους επέτρεψε να διαψεύσουν όλα τα προγνωστικά και να φτάσουν στην κορυφή.
Με βάση τα παραπάνω παραδείγματα, που συνιστούν το big bang του ελληνικού αθλητισμού, η επιλογή να οργανωθεί με την μορφή των Α.Ε. ήταν η δόκιμη λύση; Ή μήπως συνδυασμός αποφυγής της συνταγματικής υποχρέωσης του κράτους να μεριμνά για τον αθλητισμό, με τη διάθεση εξυπηρέτησης οικονομικών παραγόντων, οι οποίοι ήθελαν να δρουν ανενόχλητα από ενοχλητικούς παράγοντες, που ενδεχομένως να διεκδικούσαν το μερίδιο επιτυχίας που τους αναλογούσε;
Ο… ιδιώτης ΟΠΑΠ
Μήπως η παροχή πόρων σε αυτούς που αποδεδειγμένα κατείχαν τη γνώση και τον τρόπο να φτάσουν σε κάποιο αποτέλεσμα θα ήταν η ενδεδειγμένη λύση; Η αναφορά σε πόρους, δεν παραπέμπει σε χρήματα φορολογουμένων, αλλά σε έσοδα από τον κερδοφόρο ΟΠΑΠ, που είχε συσταθεί για αυτόν το σκοπό.
Η ιδιωτικοποίηση του ΟΠΑΠ δεν ήταν μία κίνηση φιλική για τον αθλητισμό, καθώς περιέπλεξε τα πράγματα, γιατί το όποιο κέρδος ενσωματώνεται στον κρατικό προϋπολογισμό, και η οποιαδήποτε διεκδίκηση πρέπει να ξεπεράσει ένα αποτρεπτικό λαβύρινθο γραφειοκρατικών διαδικασιών και εγκρίσεων, αλλά και ηθικών αναστολών σε εποχές κρίσης.
Φυσικά και η εποχή προ της καθιέρωσης των ΑΕ, δεν ήταν ανέφελη κι αθώα. Και υπερβολές και υπερβάσεις υπήρχαν, που δεν αντιμετωπίζονταν έγκαιρα, λόγο έλλειψης ελέγχων, εξ αιτίας παρεμβάσεων πολιτικών φίλων, με αποτέλεσμα να διογκώνεται το πρόβλημα, δημιουργώντας την ανάγκη ρυθμίσεων, που σκανδάλιζαν την κοινή γνώμη.
Η κρατική επιχορήγηση της οποιασδήποτε δραστηριότητας (πχ κομμάτων, σωματείων, μορφών τέχνης κλπ) συνδέεται με την εκτίμηση ότι είναι σημαντική, αλλά εκ των πραγμάτων είναι αδύνατον να συντηρηθεί.
Έχει αποδειχθεί ότι η ιδιωτική πρωτοβουλία δεν έχει τη δυνατότητα συντήρησης του επαγγελματικού αθλητισμού και της εξασφάλισης της αειφορίας.
Συνεχίζεται…