Ναι, δεν έχει γίνει λάθος στον τίτλο.
Είναι μία ιστορία όχι και τόσο γνωστή, που αν όμως είχε ευτυχή κατάληξη ίσως το μπάσκετ, όπως το γνωρίζουμε στην Ελλάδα, να ήταν διαφορετικό. Ίσως και όχι. Βλέπετε, όλα κρίνονται από τα γεγονότα, όχι από τα “αν“.
“Αν” που ταλανίζουν ακόμα τους χιλιάδες φίλους του ΠΑΟΚ που αναρωτιούνται πόσο διαφορετική θα μπορούσε να ήταν η πορεία της αγαπημένης τους ομάδας, αν ο Νίκος Γκάλης έκανε την μεγάλη αλλαγή στην καριέρα του και από τον Άρη πήγανινε στον “αιώνιο” αντίπαλο. Το eBasket ξετυλίγει το κουβάρι μιας ενδιαφέρουσας ιστορίας, σε μία εποχή που όλα ήταν διαφορετικά…
Καλοκαίρι 1992. Ο Άρης μετά από μία δύσκολη χρονιά με πολύ γκρίνια και προβλήματα, θα καταταγεί τρίτος στο Πρωτάθλημα, αλλά θα κατακτήσει το Κύπελλο Ελλάδος κόντρα στην ΑΕΚ. Ο Νίκος Γκάλης θα πετύχει 18 πόντους σε εκείνον τον τελικό, οι οποίοι έμελλε να είναι και οι τελευταίοι του με τη φανέλα του “Αυτοκράτορα“, τίτλου που σε μεγάλο βαθμό έλαβε ο Άρης χάρη σε εκείνον.
Το συμβόλαιο του “Γκάνγκστερ” έχει λήξει. Κουμάντο στον Άρη κάνει πλέον ο Θεόφιλος Μητρούδης και η συνάντηση ανάμεσα στους δύο άνδρες φέρνει τον Γκάλη στην έξοδο.
“Ο Νίκος Γκάλης ήταν ξεκάθαρο για μένα ότι δεν μπορούσε να μείνει με τον τρόπο που αυτός ήθελε. Έπρεπε να καταλάβει ότι θα δούλευε με έναν νέο τρόπο που απαιτούσε η νέα χημεία της ομάδας. Στον Γκάλη όμως, που ήταν η ψυχή μου, κορόνα στο κεφάλι μου, έπρεπε να πω την αλήθεια, δεν μπορούσα να τον κοροϊδέψω. Χώρια βέβαια που την περίοδο εκείνη το ταμείο δεν άντεχε τα 450 εκατ. δρχ. που θα μου ζητούσε. Τριακόσια για την ανανέωση του συμβολαίου συν 150 εκατ. δρχ. ένα υπόλοιπο από την προηγούμενη χρονιά. Δεν πρόλαβα όμως να μιλήσω οικονομικά με τον Νικ γιατί μου το ξεκαθάρισε αμέσως: “Άλλο ρόλο σ’ αυτή την ομάδα δεν θέλω“.
“Μα” του λέω “Νίκο μου, εδώ τώρα δεν διοικείς εσύ πια. Πέρυσι διοικούσες, πρόπερσι το ίδιο. Εσύ ανέβαζες προπονητές, εσύ κατέβαζες. Εσύ διάλεγες ξένους, εσύ έδιωχνες ξένους. Τα θυμάμαι όλα.
Μπέρι, Φίσερ, Σπύρου… Εσύ έχεις τον δικό σου Ραμπότα, που δεν θα έχεις πια, ούτε τους δικούς σου δημοσιογράφους.
Η ομάδα πλέον είναι Μητρούδης, αυτός είναι το αστέρι. Δεν είναι ούτε ο Γκάλης ούτε ο Γιαννάκης ούτε ο Χ ή ο Ψ. Εγώ είμαι το αστέρι. Αν δεν θέλετε να είμαι εγώ το αστέρι, να φύγω και να έρθει κάποιος άλλος. Όσο είναι πρόεδρος ο Μητρούδης, ο σούπερσταρ θα είναι ο Μητρούδης. Τελεία και παύλα“. Ο Γκάλης αρνήθηκε να δεχθεί αυτή την άποψη. Φιληθήκαμε και έφυγε“, έχει δηλώσει ο Θεόφιλος Μητρούδης σχετικά με το ραντεβού του με τον Νίκο Γκάλη. Από εκείνη τη μέρα, ο τέως παράγοντας των “κιτρινόμαυρων” αποτελεί κόκκινο πανί για τους φίλους της ομάδας.
Ο Γκάλης μπορεί να είχε “τελειώσει” από τον Άρη, αλλά δεν είχε “τελειώσει” μπασκετικά. Ήταν 35 χρονών, πάντα πρώτος στην προπόνηση, το ταλέντο του είχε γίνει ένα με την εμπειρία του, συνδυασμός που σκοτώνει. Και τότε έρχεται στο προσκήνιο ο ΠΑΟΚ.
Τα λόγια για εκείνη την ομάδα του “Δικεφάλου” δεν μπορούν να περιγράψουν τη δυναμική της ομάδας. Κυπελλούχος Ευρώπης το ‘91, Πρωταθλητής Ελλάδος το ‘92, έψαχνε το “τελευταίο” κομμμάτι από την ελληνική αγορά που θα τον έκανε πραγματική υπερομάδα (μαζί με τους ξένους που θα έρχονταν) ικανή να φτάσει στο μεγάλο στόχο: στο Πρωτάθλημα Ευρώπης.
Ο χρηματοδότης των “ασπρόμαυρων”, Νίκος Βεζυρτζής, πλησιάζει τον Γκάλη. Του αναλύει τους στόχους του, του δίνει όραμα, του προσφέρει γη και ύδωρ, του δείχνει ότι κανείς δεν τον θεωρεί “τελειωμένο“. Κυρίως, όμως, του προσφέρει μία ομάδα γεμάτη αστέρια, να ηγηθεί αυτής, να φτάσει στον κολοφώνα της δόξας του, να κατακτήσει αυτό που του λείπει: ένα ευρωπαϊκό τρόπαιο σε συλλογικό επίπεδο.
Ο Γκάλης τα είχε σαρώσει όλα στην καριέρα του. Πρωταθλήματα, Κύπελλα, προσωπικές διακρίσεις, χρυσό μετάλλιο σε Ευρωπαϊκό με την Εθνική. Ένα όμως του έλειπε και τον “έκαιγε”, το ευρωπαϊκό με φανέλα Συλλόγου. Τρία χαμένα φάιναλ φορ ήταν πολλά για την προσωπικότητά του. Το φάιναλ φορ του Κυπέλλου Πρωταθλητριών του 1993 θα διεξαγόταν στην Αθήνα, εντός έδρας επί της ουσίας, θα ήταν ψέμα να μην παραδεχτούν όλοι ότι ο ΠΑΟΚ ήταν από τα φαβορί ακόμα και για την κατάκτηση του τροπαίου. Ο Νικ συμφωνεί σε όλα με τον Βεζυρτζή, όμως η μεγαλύτερη μεταγραφή μεταξύ αιωνίων αντιπάλων δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ.
Ο προπονητής του ΠΑΟΚ, Ντούσαν Ίβκοβιτς, θέτει βέτο, δεν επιθυμεί τον Γκάλη στην ομάδα του. Ρίχνει στο τραπέζι ένα άτυπο “Ή εγώ ή αυτός στον ΠΑΟΚ“, βάζοντας δύσκολα στον Νίκο Βεζυρτζή. Ήταν γνωστό ότι ο “Σοφός” πάντα ήθελε να δουλεύει με νέους παίκτες, όμως θα περίμενε κανείς ότι θα έκανε πίσω για τον κορυφαίο Έλληνα μπασκετμπολίστα. Μάταια. Ο “Ντούντα” όντας Πρωταθλητής Ελλάδος, οδηγεί τον Νίκο Βεζυρτζή να ρίξει… άκυρο τελικά στον Γκάλη. Ο ίδιος ο παράγοντας του ΠΑΟΚ έχει χαρακτηρίσει αυτήν του την κίνηση ως την πιο λανθασμένη απόφασή του. Έχει ρίξει ευθύνες ακόμα και στον Φασούλα, λέγοντας ότι ήθελε εκείνος να είναι ο “πρώτος”, επηρεάζοντας καταστάσεις. Κανείς δεν ξέρει, κανείς δε μπορεί να είναι σίγουρος.
Η ιστορία είναι λίγο-πολύ γνωστή από εκεί και πέρα. Ο Γκάλης μετακομίζει τελικά στον Παναθηναϊκό, κατακτά το Κύπελλο τη στιγμή που ο ΠΑΟΚ χάνει τόσο το Κύπελλο Πρωταθλητριών, όσο και το νταμπλ στην Ελλάδα.
Η ιστορία, λέγεται, ότι γράφεται από τους νικητές, τους παρόντες και τα γεγονότα. Ίσως όμως η εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα να είναι αυτή η ιστορία: ένα γεγονός που δεν συνέβη κι όμως επηρέασε τόσο πολύ ολόκληρο το άθλημα…