Ο Τζέιμς Γκίστ μίλησε στην ισπανική ιστοσελίδα “olotriplesacb” και αναφέρθηκε στα χαρακτηριστικά του, εντός και εκτός παρκέ, ενώ έκανε και μια αναδρομή στα παλιά και τόνισε πως συχαίνεται την ήττα και θέλει να βγαίνει πάντα νικητής.
Αναλυτικά όσα δήλωσε:
Για τον εαυτό του ως παίκτη: “Το να περιγράψω τον εαυτό μου εντός παρκέ είναι λίγο δύσκολο. Βλέπω τον εαυτό μου ως ηγέτη, ως έναν επιβλητικό παίκτη, έναν «σκεπτόμενο» αμυντικό, έναν νικητή και έναν ο οποίος προσπαθεί να ευχαριστήσει τον κόσμο προσφέροντας θέαμα. Όσον αφορά το ρόλο του ηγέτη, είναι κάτι που θέλω να το δείχνω μέσα στο παρκέ.
Να βουτάω για χαμένες μπάλες, να δίνω ενέργεια στην ομάδα μου και στα αποδυτήρια και να πιέζω τον κάθε έναν στην ομάδα να γίνεται συνεχώς καλύτερος. Προσπαθώ να κάνω ότι καλύτερο μπορώ, για να πείσω τους συμπαίκτες μου, πως είμαστε ικανοί να κερδίζουμε κάθε παιχνίδι.
Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος, θέλω να είμαι το “κλειδί” για την σκληρότητα που έχει η ομάδα. Είμαι πολύ ενεργητικός παίκτης και σκοπό έχω πάντα να κερδίζω σε κάθε παιχνίδι. Στόχος μου είναι να δημιουργώ… φόβο στον αντίπαλο, για το πόσο σκληροί θα είμαστε και στην άμυνα και στην επίθεση.
Βρίσκομαι πάντα δίπλα στους συμπαίκτες μου, τους οποίους θεωρώ οικογένειά μου και την οικογένεια σου την προστατεύεις. Αν ένας συμπαίκτης μου χάσει έναν αντίπαλο στην άμυνα, θέλω να είμαι εκεί είτε για να αμυνθώ εγώ, ή να κλέψω ή να κόψω τον αντίπαλο, ενώ στην επίθεση θα προσπαθήσω να πάρω το επιθετικό ριμπάουντ και να καρφώσω, για να ξεσηκώσω τους συμπαίκτες μου και τον κόσμο.
Όσον αφορά τον αμυντικό μου ρόλο, είμαι περήφανος γι΄ αυτό. Πιστεύω πως παίζοντας καλή άμυνα, αυτό σε οδηγεί αυτόματα και σε καλύτερη επίθεση. Μ’ αρέσει να μαρκάρω τον καλύτερο επιθετικό παίκτη της αντίπαλης ομάδας η τον πλέι μέικερ της. Είμαι γρήγορος για να μπορέσω ν’ ακολουθήσω έναν κοντό και είμαι αρκετά μεγάλος για να μπορέσω να μαρκάρω τον οποιονδήποτε.
Ο Γκάρι Ουίλιαμς, προπονητής μου στο κολέγιο του Μέριλαντ, ήταν κόουτς που του άρεσε να παίζουν οι ομάδες του με σκληρή και πιεστική άμυνα, για να κερδίζει ματς και πρωταθλήματα. Διέθετε τέτοια ενέργεια σαν προπονητής, το οποίο μετέδιδε και στους παίκτες του με αποτέλεσμα να παίζουν άμυνα και να το χαίρονται. Αυτό έμαθα δίπλα του στα τέσσερα χρόνια που τον είχα προπονητή. Η άμυνα είναι το “κλειδί” της νίκης. Προφανώς πρέπει να σκοράρεις για να κερδίσεις, αλλά η άμυνα είναι ο καθοριστικός παράγοντας.
Είμαι νικητής. Σιχαίνομαι να χάνω. Κάθε φορά που παίζω, σκέφτομαι μόνο πως θα βοηθήσω την ομάδα μου να κερδίσει. Δεν με νοιάζει αν θα σκοράρω, αν θα παίξω καλή άμυνα καλά ή αν θα πάρω αρκετά ριμπάουντ, ή αν απλά θα υποστηρίζω τους συμπαίκτες μου από τον πάγκο.
Θα κάνω τα πάντα για να κερδίσω γιατί πιστεύω κάθε φορά, πως η ομάδα μου αξίζει να κερδίσει κάθε ματς.
Για το γεγονός πως μ΄ αρέσει το θέαμα και η “επικοινωνία” με τον κόσμο, λατρεύω να κάνω πράγματα που “ανεβάζουν” το κοινό και τους συμπαίκτες μου. Να κόβω αντιπάλους, να βάζω καλάθια και φυσικά να καρφώνω… Όλο αυτό κάνει έναν αγώνα πιο διασκεδαστικό. Έτσι πρέπει να είναι το μπάσκετ. Αυτό φέρνει τον κόσμο στο γήπεδο”.
Για το πώς είναι εκτός παρκέ: “Παρόλο που παίζω μπάσκετ και είμαι καλός σε αυτό, δεν ορίζει το ποιος είμαι. Εκτός από αθλητής είμαι ένας πατέρας, φίλος, ένας αστείος άνθρωπος, περιπετειώδης… ντροπαλός και γενικά ένας cool τύπος.
Μ’ αρέσει να πηγαίνω σινεμά, να παίζω βιντεοπαιχνίδια, να παίζω με το σκύλο μου. Αγαπώ τα ζώα. Μ’ αρέσουν και τα ταξίδια ανά τον κόσμο. Ένα πράγμα που με χαλαρώνει, είναι να κάθομαι έξω και να αγναντεύω τη θεά, τα βουνά, τη θάλασσα…, έχω πετύχει όσα ήθελα στη ζωή μου”.
Κάνοντας μια αναδρομή από το παρελθόν στο παρόν: “Η Ουάσινγκτον είναι πατρίδα μου, εκεί μεγάλωσα, σε μια στρατιωτική οικογένεια και γι’ αυτό το λόγο ταξίδευα πολύ μικρός. Γεννήθηκα στα Άδανα της Τουρκίας, σε μια αεροπορική βάση των ΗΠΑ, αλλά δεν θυμάμαι πολλά από εκεί. Έζησα στη Νεμπράσκα για τρία χρόνια και στη Γερμανία άλλα τέσσερα, πριν τελικά μετακομίσουμε στην Ουάσιγκτον, το 1995.
Τα πολλά ταξίδια με έκαναν να μπορώ να προσαρμόζομαι εύκολα και γι’ αυτό μου είναι εύκολο και σαν αθλητής να ζω σε πολλές διαφορετικές χώρες.
Έγινα ντραφτ από το Σαν Αντόνιο, το 2008 και στην πρώτη μου χρονιά, ο κόουτς Πόποβιτς θεώρησε πως χρειάζομαι βελτίωση και έτσι βρέθηκα να παίζω στην Μπιέλα, στην Ιταλία. Εκεί είχαμε μια καλή χρονιά, όπου φτάσαμε στα ημιτελικά του πρωταθλήματος, όπου και χάσαμε από την Αρμάνι Μιλάνο.
Το 2009 επέστρεψα στους Σπερς, αλλά δύο μέρες πριν το προπονητικό καμπ, τραυματίστηκα στο δεξί μου πόδι και έμεινα εκτός για 3 μήνες. Επέστρεψα τον Δεκέμβριο, αποφάσισα να κλείσω τη σεζόν, στη Ρωσία και τη Λοκομοτίβ Κουμπάν. Ήταν δύσκολη περίοδος για μένα, γιατί περίμενα πως έως τότε θα έπαιζα στο ΝΒΑ και όχι στη Ρωσία. Με βοήθησε ωστόσο αυτή η εμπειρία να βελτιωθώ και σαν αθλητής και σαν άνθρωπος.
Το 2010 επέστρεψα στο Σαν Αντόνιο, έχοντας στο μυαλό μου ότι πρέπει αυτή τη φορά να πετύχω. Ωστόσο δύο μέρες πριν την έναρξη της σεζόν, αποχώρησα από την ομάδα, ως ελεύθερος. Απογοητεύτηκα, αλλά βρήκα το κίνητρο να προσπαθήσω να αποδείξω ότι μπορώ να βρίσκομαι στο υψηλό επίπεδο. Υπέγραψα στην Παρτίζαν. Εκεί πρωτόπαιξα και στην Ευρωλίγκα. Είχα μια πολύ καλή σεζόν εκεί, προκριθήκαμε στο Top-16, κατακτήσαμε το κύπελλο Σερβίας, το πρωτάθλημα Σερβίας και την Αδριατική Λίγκα. Δεν θα τη ξεχάσω ποτέ αυτή τη χρονιά.
Το 2011 υπέγραψα στη Φενέρ. Μια χρονιά δύσκολη για μένα για πολλούς λόγους. Έκανα ό,τι μπορούσα. Είχαμε κακή χρονιά όμως, Αποκλειστήκαμε στο κύπελλο και στον πρώτο γύρο των πλέι οφ του πρωταθλήματος.
Το 2012 πήγα στη Μάλαγα, πιστεύοντας πως αυτή είναι η ευκαιρία μου. Ωστόσο η χρονιά κύλησε σαν ένα… roller-coaster, με πολλά σκαμπανεβάσματα. Εκεί έγινε και η πρώτη μου ανταλλαγή στην Ευρώπη. Μετά από τρεις μήνες στη Μάλαγα, με τον κόουτς Ρέπεσα να μην είναι ευχαριστημένος μαζί μου, πιστεύοντας πως ήμουν εγώ ο λόγος που η ομάδα δεν πήγαινε καλά στην ACB, με αντάλλαξε με τον Παναθηναϊκό στην Ελλάδα.
Κοιτώντας τον εαυτό μου στον καθρέπτη, είπα πως πρέπει να αποδείξω σε όλους πως ήταν λάθος. Είδα αυτή την ευκαιρία ως ένα νέο ξεκίνημα. Η χρονιά ολοκληρώθηκε με τον καλύτερο τρόπο. Μία από τις καλύτερες σεζόν που είχα. Χάσαμε από τη Μπαρτσελόνα στο 5ο ματς στα πλέι οφ της Ευρωλίγκας, κερδίσαμε το κύπελλο και μετά και το πρωτάθλημα, εναντίον του πρωταθλητή Ευρώπης Ολυμπιακού με 3-0. Από τότε είμαι στον Παναθηναϊκό και συνεχίζω… Ο επόμενος μου στόχος είναι να κερδίσω μια Ευρωλίγκα με τον Παναθηναϊκό“.
Για τον Παναθηναϊκό και τον Διαμαντίδη: “Το να φοράω τη φανέλα του Παναθηναϊκού, είναι τιμή για μένα. Σε αυτή την ομάδα έχουν παίξει τόσοι μεγάλοι παίκτες. Η ομάδα έχει μεγάλη ιστορία και είναι το λιγότερο τιμή να φοράς αυτή τη φανέλα.
Έχοντας την ευκαιρία να παίξω μπροστά σε 17.000 οπαδούς σε κάθε ματς στην Ευρωλίγκα είναι ένα απίστευτο συναίσθημα. Οι λέξεις δεν μπορούν να το περιγράψουν. Το γεγονός πως παίζω δίπλα σε ένα μύθο του ευρωπαϊκού μπάσκετ, τον Δημήτρη Διαμαντίδη, είναι μεγάλη τιμή για μένα, κάτι που μερικοί άνθρωποι το ονειρεύονται”.
Για το ελληνικό πρωτάθλημα: “Το ελληνικό πρωτάθλημα θα είναι αρκετά ανταγωνιστικό φέτος. Είμαστε εμείς ο Ολυμπιακός, ο Άρης, ο ΠΑΟΚ, η ΑΕΚ και άλλες καλές ομάδες. Τα τελευταία δέκα χρόνια, πάντα υπάρχουν μία η δύο ελληνικές ομάδες στο Φάιναλ Φορ“.
Για τον Αργύρη Πεδουλάκη: “Ο Αργύρης Πεδουλάκης με βοήθησε περισσότερο απ’ όλους σαν παίκτη. Με πίστευε σαν παίκτη και το πόσο μπορώ να προσφέρω σε ένα παιχνίδι. Με βοήθησε να μάθω περισσότερα πράγματα και μου έδωσε αυτοπεποίθηση. Αν δεν ήταν αυτός, θα ήμουν ένας τελείως διαφορετικός παίκτης, ίσως όχι επιπέδου Ευρωλίγκας.
Ο Τζο Σμιθ, συμπαίκτης μου στη Μπιέλα, ο Τζέραλντ Γκριν, στη Λοκομοτίβ, ο Στεφάν Λάσμε και ο Μάικ Μπατίστ, με βοήθησαν να βελτιωθώ και να ωριμάσω. Θα είμαστε πάντα φίλοι. Τους βλέπω σαν αδέρφια μου”.
Για τη Μάλαγα: “Την αγαπούσα τη Μάλαγα. Ήταν ένα από τα καλύτερα μέρη που είχα πάει. Δυστυχώς όμως έπρεπε να φύγω. Οι συμπαίκτες μου, ήταν σαν οικογένεια για μένα. Τους καλούσα όλους στο σπίτι μου για BBQ, σχεδόν κάθε εβδομάδα και είχαμε πολύ καλή σχέση. Ακόμα μιλάω με τον Κρούνοσλαβ Σιμόν, τον Αγκούστα Λίμα, τον Μάρκους Ουίλιαμς και τον Ζόραν Ντράγκιτς. Είχαμε βρεθεί στην πρώτη θέση στον όμιλο μας στην Ευρωλίγκα, έχοντας πίσω μας τη Μακάμπι τότε. Δεν είμαι τόσο σίγουρος γιατί έφυγα τελικά. Όλα συμβαίνουν για ένα λόγο όμως”.
Συγκρίνοντας το ελληνικό με το ισπανικό πρωτάθλημα: “Δεν είναι εύκολο να συγκρίνεις την ACB με το ελληνικό πρωτάθλημα. Στην Ισπανία πιστεύω γίνεται το πιο ανταγωνιστικό πρωτάθλημα. Κάθε ματς εκεί είναι σχεδόν σαν… Ευρωλίγκα. Πρέπει να είσαι έτοιμος κάθε στιγμή, σε σχέση με την Ελλάδα, όπου σε κάποια παιχνίδια τα πράγματα είναι πολύ εύκολα.
Η Ρεάλ Μαδρίτης, κέρδισε 4 τίτλους την περασμένη σεζόν, η Μπαρτσελόνα έχει τεράστια ιστορία, όπως και η Λαμποράλ, η Μπιλμπάο, η Βαλένθια, η Μάλαγα και άλλες ομάδες. Στην Ελλάδα υπάρχει Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός“.
Για τα τατουάζ στο σώμα του: “Έχω πάνω από 20 τατουάζ, οπότε για να εξηγήσω τι σημαίνει το κάθε τι είναι δύσκολο. Όλα όμως έχουν τη σημασία τους για μένα. Στη δεξιά πλευρά του σώματος μου, έχουν περισσότερο “πνευματική” σημασία και στην αριστερή εμπειρίες μου και τατουάζ που έχουν να κάνουν με τον τρόπο ζωής μου. Είναι ένα χόμπι αυτό για μένα, εκφράζομαι μέσω αυτής της τέχνης. Σκοπεύω να κάνω και άλλα, οπότε μείνετε συντονισμένοι (γέλια)”.
Για το γούρι του: “Κάνω ένα… τελετουργικό πριν από κάθε ματς… μ’ αρέσει να περπατάω από τη μία πλάγια γραμμή στην άλλη την ώρα της παρουσίασης των ομάδων και να προσεύχομαι. Λέω την ίδια προσευχή πριν από κάθε ματς και μετά αρχίζω να σκέφτομαι πως θα παίξω, την επίθεση την άμυνα και το παιχνίδι γενικά. Σε εκείνο το σημείο νιώθω πως είμαι ο μοναδικός άνθρωπος στο γήπεδο και συγκεντρώνομαι μέχρι το τέλος, μέχρι να πάρουμε τη νίκη”.
Στο τέλος ζήτησε συγγνώμη από τον κόσμο και έδωσε μια υπόσχεση: “Στους οπαδούς μας χρωστάω μια ειλικρινή συγγνώμη, για όλα αυτά που έγιναν πέρσι. Για να είσαι παίκτης της ελίτ, του υψηλού επιπέδου και πρότυπο, τέτοια πράγματα δεν πρέπει να γίνονται. Γι’ αυτό ζητάω μια ειλικρινή συγγνώμη και υπόσχομαι πως θα κάνω ότι περνάει από το χέρι μου, για να επαναφέρω τη χαρά και την ενέργειά μου στον Παναθηναϊκό και τη Θύρα 13.
Αυτό είναι και ένα μήνυμα προς τον κόσμο και τα πιο μικρά παιδιά, που προσπαθούν καθημερινά να γίνουν μπασκετμπολίστες και να παίξουν στο πιο υψηλό επίπεδο. Πρέπει να κάνεις θυσίες για να τα καταφέρεις. Όταν είσαι ένα δημόσιο πρόσωπο δεν υπάρχει ιδιωτική ζωή. Είναι κομμάτι του να είσαι επιτυχημένος! Δούλεψε σκληρά, παίξε δυνατά, δεν υπάρχουν σύντομοι δρόμοι”.